Αν κάποιος ρωτήσει ποιο είναι το αγαπημένο ή το εθνικό πότο των Ελλήνων, σίγουρα η απάντηση θα είναι μία από τις παρακάτω επιλογές: το ούζο, η ρακή, η τσικουδιά και το τσίπουρο.
Για τη παραγωγή του ούζου χρησιμοποιείται καθαρή αλκοόλη γεωργικής προέλευσης.
Η αιθυλική αλκοόλη χρησιμοποιείται στην ποτοποιία και στην ιατρική (νοσοκομεία, φαρμακεία). Η αιθυλική αλκοόλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή, την παρασκευή και την επεξεργασία των αλκοολούχων ποτών (αιθυλική αλκοόλη ποτοποιίας) είναι αποκλειστικά και μόνον η αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης
Ο παραγωγός παίρνει αυτή την αλκοόλη και της προσθέτει τα αρώματα που θέλει βάζοντας τη στο καζάνι και προσθέτοντας το γλυκάνισο και τα αρωματικά βότανα της αρεσκείας του. Η διαδικασία του βρασμού θα δώσει και στο ούζο τις γεύσεις και τα αρώματα των αρωματικών που προσέθεσε στην αλκοόλη ο παραγωγός.
Στην συνέχεια, ο ατμός του βρασμού υγροποιείται και βγαίνει το ούζο που θα συνοδέψει τα μεζεδάκια μας!
Τσίπουρο το "θαυματουργό"
Η παραγωγή του τσίπουρου χάνεται μέσα στο βάθος του χρόνου, λέγεται όμως πως ξεκίνησε τον 14ο αιώνα στο Άγιο Όρος από μοναχούς που διαβιούσαν εκεί.
Με τα χρόνια εξαπλώθηκε σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, κυρίως στη Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και την Κρήτη.
Το τσίπουρο παρασκευάζεται με την απόσταξη στέμφυλων (ή στράφυλα ή τσίπουρα) δηλαδή από τα ράκη (υπολείμματα) των σταφυλιών που μένουν μετά το πάτημα και την εξαγωγή του μούστου για την παραγωγή κρασιού. Επίσης είναι δυνατή η απόσταξη ολόκληρων των σταφυλιών, οπότε σε αυτήν την περίπτωση η απόδοση είναι μεγαλύτερη, ή και έτοιμου κρασιού. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο λευκά όσο και κόκκινα σταφύλια.
Κατά την απόσταξη προστίθενται κάποιες φορές στον αποστακτήρα, εκτός από τα στέμφυλα, διάφορες αρωματικές ουσίες, όπως γλυκάνισος, μάραθος κ.ά. ή στην Κρήτη φύλλα καρυδιάς.
Ο γλυκάνισος είναι η αιτία του "ασπρίσματος" του τσίπουρου όταν προστίθεται νερό ή πάγος.
Συχνά το τσίπουρο αποστάζεται και δεύτερη φορά, αφού έτσι βελτιώνεται η ποιότητά του.
Ρακή ή Ρακί ή Τσικουδιά "Η Κρητικιά", το αγαπημένο ποτό των Κρητικών.
Η ονομασία έρχεται από το αρχαιοελληνικό ραξ (ο βότρυς, η ρώγα). Λέγεται και τσικουδιά από τα τσίκουδα που είναι τα στέμφυλα ή στράφυλα.
Όταν η Ελλάδα έχασε τη «μάχη» της ρακής από τους Τούρκους, αλλά κέρδισε το τσίπουρο και την τσικουδιά.
Το 1989 ψηφίστηκε ο 1576/89 κανονισμός της ΕΟΚ για τα οινοπνευματώδη ποτά, οι Τούρκοι κατοχύρωσαν το όνομα «raki» και οι Έλληνες τα ονόματα τσίπουρο Τυρνάβου, τσίπουρο Μακεδονίας, τσίπουρο Θεσσαλίας και τσικουδιά Κρήτης.
Από το 1989 η ρακή στην Ελλάδα θα έπρεπε να λέγεται πια επίσημα τσικουδιά, αν και η ονομασία ρακή είναι ελληνική λέξη
Τρόπος παρασκευής της ρακής
Η οινοποίηση και στη συνέχεια απόσταξη της τσικουδιάς στην Κρήτη, σύμφωνα με τον κ. Χαρίλαο Περπυράκη (Πρόεδρο Κρητών Ν. Ηρακλείου), γίνεται ως εξής:
Καταρχήν μαζεύουμε τα σταφύλια και αφού τα πατήσουμε στα πατητήρια είτε παίρνουμε το μούστο και τον βάζουμε μέσα σε βαρέλια (χωρίς να κλείσουμε τον καλούμενο πύρο τους) προκειμένου από μόνος του να πάθει ζύμωση είτε τον βάζουμε μαζί με τα στέμφυλα σε βαρέλια (ανοικτά από πάνω), προκειμένου να ζυμωθούν μαζί και έτσι ο μούστος να πάρει τα αρώματα και τα χρώματα των σταφυλιών με εκχύλιση.
Και στις δυο περιπτώσεις από τα στέμφυλα αφαιρούνται απαραίτητα τα κοτσάνια ή άλλως τσάμπουρα, γιατί αυτά είναι επιζήμια τόσο για τη γεύση του κρασιού και της τσικουδιάς, όσο και για την υγεία του καταναλωτή, επειδή παράγουν την καλούμενη μεθανόλη (ξυλόπνευμα) που και μεθά και είναι βλαπτική, μπορεί να προκαλέσει και τύφλωση.
Η ζύμωση κρατά περίπου ένα μήνα. Στο διάστημα αυτό τα σάκχαρα που περιέχουν μετατρέπονται σε αλκοόλη. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται αλκοολική ζύμωση. Μετά παίρνουμε τα στράφυλα και τα βάζουμε, καζανιά – καζανιά, μέσα στο καζάνι του αποστακτήρα (άμβυκα) προκειμένου να τους κάνουμε απόσταξη.
Τα στέμφυλα, για να δώσουν αλκοολούχο απόσταγμα, θα πρέπει αφενός να μην έχουν αποστραγγιστεί εντελώς (τα στέμφυλα από μηχανόπρεσσες περιέχουν ελάχιστο μούστο και δεν είναι κατάλληλα) και αφετέρου να έχουν υποστεί αλκοολική ζύμωση, ώστε τα σάκχαρα του εναπομένοντος μούστου να μετατραπούν σε αλκοόλη.
Στην τσικουδιά συνήθως κάνουμε μονή απόσταξη και δε βάζουμε πρόσθετα αρωματικά έλαια (γλυκάνισο ή μάραθο κλπ), γιατί τα κρητικά σταφύλια είναι καλής ποιότητας (με αυξημένα σάκχαρα) και συνεπώς δεν απαιτείται να γίνει και δεύτερη απόσταξη, για να αυξηθεί η ποσότητα του οινοπνεύματος ή για να φύγουν τα τυχόν δυσάρεστα αρώματα και δυσάρεστες γεύσεις.
Το διπλά αποσταγμένο ποτό είναι σαφώς καθαρότερο, όμως με λιγότερο έως καθόλου άρωμα σταφυλιού. Διπλή απόσταξη κάνουμε σε σταφύλια που δεν έχουν καλά αρώματα, ώστε να φύγει παντελώς το άρωμά τους και συνάμα προσθέσουμε αρωματικές πρώτες ύλες όπως γλυκάνισο ή μάραθο, γαρύφαλλο, μοσχοκάρυδο, μαστίχα κ.α.
Πηγές : ampelourgos.gr–vladikaswines.gr– mixanitouxronou.gr-.krassanakis.gr