«Έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 85 ετών ο Γιάννης Καλομοίρης ή “Τσίκης”. Η νεκρώσιμος ακολουθία θα ψαλεί την Τρίτη 3 Δεκεμβρίου στη 1 μ.μ. από τον Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννου στο Αρμί. Η σορός θα βρίσκεται στην εκκλησία από τις 12 μ.μ.
Τον τελευταίο χρόνο αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας και τελικά υπέκυψε με όρθιο το κεφάλι όπως έπραττε σε όλες τις δυσκολίες της ζωής του.
Σήμερα με μια συγκινητική ανάρτηση στο διαδίκτυο τον αποχαιρετάει η κόρη του Χαρά Καλομοίρη, η οποία έγραψε τα εξής:
“Έφυγες κι άφησες μια ζωή που δε σου χαρίστηκε… Δύσκολη ζωή, Πατέρα. Γεννημένος σε μια πολυμελή οικογένεια 6 χρονών βίωσες την καταστροφή του χωριού σου. Και τα πρώτα σου στιβανάκια, όταν σας εκτόπισαν από τα Ανώγεια στο Γενί Γκαβέ, για κακή σου τύχη δεν πρόφτασες να τα πάρεις από το μπαούλο κι έτσι επήρες ξυπόλητος το δρόμο της προσφυγιάς: «εκαίγουντανε, Χαρά, το χωριό μα εγώ έκλαιγα εκείονα το ζευγάρι τα στιβανάκια». Και δε σ’ έφτανε ο πόλεμος κι η Κατοχή.. δε σ’ έφτανε η προσφυγιά, η ξυπολησά κι η πείνα.. Γεννήθηκες, και σ ένα σπίτι αιματοβαμμένο. Σε ένα σπίτι που το έδερναν όλοι οι καιροί.. Τι κι αν ο μεγάλος σου αδερφός ήταν απ τους διοργανωτές του μεγάλου συλλαλητηρίου των ανάπηρων πόλεμου.. τι κι αν ήταν αυτός που ανατίναξε το τανκ στο συλλαλητήριο, τι κι αν όλοι μίλαγαν για τον «Καπετάν Ψηλορείτη» που δεν γνώριζε όρια μεταξύ ζωής και θανάτου κι αναγνωρίστηκε εκ των ύστερων ως μεγάλος πατριώτης. Στα μαύρα χρόνια του εμφυλίου στιγματισμένος κομμουνιστής, μέλος της ΟΠΛΑ. Σκοτώνεται την ίδια μέρα με το μικρότερο αδερφό σου τον Αποστόλη κι εσείς δε μπορείτε όχι να τους κηδεψετε.. ούτε να τους κλάψετε δυνατά. Ο παππούς να κρύβεται στη Μεγάλη Καρυδιά. Εσύ να του πηγαίνεις φαΐ κι εκείνος να ξεριζώνει τα μαλλιά ντου.. «Ποιος κύρης χάνει δυο γιους μονοχτύπι και δε μπορεί μουδε να μουγκρίσει!!!» Τα λόγια του σε σημάδεψαν.. Όπως κι η έχθρητα των αντικομμουνιστών συγχωριανών που τριγύριζε το σπίτι σας με δαυλούς και φωνές να το κάψει. «Αν έλειπε, Χαρά, παιδί μου, ο μπάρμπας ο Νταμπακογιάννης, που ησανιε με τη γιαγιά σου αδερφοπαίδια, να στέσει μπέτη στην πόρτα μας, θα το χάνε το σπίτι μας τρεις φορές καμένο.» Από κει και το μεγάλο δέσιμο με τη φαμελιά ντου.
Η πολιτική σου πορεία λοιπόν, πάτερα, ήταν προδιαγεγραμμένη. Δέθηκες στο χώρο που άνηκε ο Μπάμπης κι Αποστόλης με αιμάτινα δεσμά όπως όλοι στο σπίτι σας. Κι αν ποτέ άκουγες κακό για το κόμμα σου λες και σου έβριζαν τα αδέρφια που αγαπούσες. Γι αυτό δεν σε παρεξηγούσα ούτε κι εγώ ούτε κανείς.. Και ήσουν δεν ήσουν 16 χρονών όταν σε έστειλαν πολιτική εκτόπισή στα Φάρσαλα. Ήσουν βλέπεις ο σπόρος αδερφός των «κακών».. Εκεί συνέβη ένα περιστατικό που δείχνει πολλά για το χαρακτήρα σου. Έδωσες το μοναδικό δεκάρικο που είχες να αγοράσεις κάτι και σου γύρισαν ρέστα από κατοστάρικο. Μόλις το συνειδοτοποίησες, τα επέστρεψες.. κι αυτό, επειδή μαθεύτηκε από τον περιπτερά, βοήθησε πολύ να περάσεις πιο ήπια τον βαρύ θεσσαλικό χειμώνα. Κι ύστερα η δίκη για τη συμπλοκή του Καμαριώτη.. Εσύ, ήσουν απών την κακή βραδιά, γιατί ήσουν αρρωστάρης. Κι όμως κάποιοι σε υπέδειξαν μέσα στο δικαστήριο ως πρωτεργάτη της συμπλοκής!! Η μοίρα των τότε αριστερών.. Χρόνια μετά σου ζήτησαν συγγνώμη. Και δεν τους το κράτησες. Αμφιβάλλω κι αν μπορούσες. Γιατί μπορεί να φώναζες πολύ, να ήσουν ευέξαπτος και παρορμητικός μα ποτέ δεν κράταγες κακιά. Καταβάθος είχες καρδιά μικρού παιδιού. Ούτε σε κείνους που δεν σ’αφηναν με χίλια προσκόμματα να αποτελειώσεις το κουρείο σου, γιατί ήσουν κομμουνιστής, κράτησες κακιά. Δύσκολα χρόνια.. Από τις αναλαμπές της ζωής σου, ο γάμος σου, και ο χρόνος σου στη Γερμανία. Μα η μάνα δεν θελε να σε ακολουθήσει. Ζήσατε μαζί 35 χρόνια. Ήρθα κι εγώ.. Να σας φέρω λίγη, χαρά.. Θυμάμαι μικρή, ότι τραγουδούσες πολύ ωραία και μου έλεγες τραγούδια να αποκοιμηθώ. Μα δεν ήταν μωρουδιακά.. Το πιο αγαπημένο μου ήταν ένα λυπητερό: «Ήτανε Θε μου μια φορά.. τρεις νέοι, τρεις φίλοι, τρία παιδιά..» κι όταν έλειπες το ζήταγα από τη μαμά που όμως δεν μου το έλεγε καθόλου ωραία. Τη μαμά που έφυγε τόσο νωρίς κι έζησες πολλά πολλά χρόνια μόνος. Τα γέρα σου ήρθαν απότομα και δύσκολα. Κράτησαν λίγο. Φεύγεις, περήφανος, γιατί δε χρωστάς σε κανέναν, Πατέρα. Σε κανέναν..Κι αν υπάρχει άλλος κόσμος, θα χουνε στέσει γλέντι τοσοινα νομάτοι απόψε.. τοσοινα πολλοί.. που μόνο μοναχός δε θα σαι πια. Αντίο, Πατέρα. Σου στέλνω την αγάπη μου και το τραγούδι που με νανουριζες μικρή. Το τραγούδι που άργησα να καταλάβω πόσο σου θύμιζε τα αδέρφια που πας να βρεις…
Ήτανε Θεέ μου μια φορά
τρεις νέοι τρεις φίλοι τρία παιδιά
αγάπες όνειρα τραγούδια
Μέσα στο φως μες στα λουλούδια
τρεις νέοι τρεις φίλοι τρία παιδιά
Τώρα απομένουνε βαθιά
ένας εδώ και άλλος εκεί
Χείλη καρδιές μάτια κλειστά
μέσα στο χώμα μες στη γη
ένας εδώ και άλλος εκεί
Κάθε π’ ανθίζουν τα κλαδιά
βγαίνουν τις νύχτες τρία παιδιά
εις τ’ ασημένια καλοκαίρια
που υψώνονται στο φως τα χέρια
βγαίνουν τις νύχτες τρία παιδιά
Μοίρες οι νύχτες προχωρούν
και τα παιδιά ξεπροβοδούν
Στέλνουν μηνύματα στ’ αστέρια
και με καλόβολα τα χέρια
τα τρία παιδιά ξεπροβοδούν
Ήταν θεέ μου μια φορά
τρεις νέοι και τώρα είναι βαθιά
Μέσα στο χώμα μες στη γη
ένας εδώ και άλλος εκεί
τρεις νέοι τρεις φίλοι τρία παιδιά”
Πηγή: anogi.gr