Είναι η πιο νόστιμη, η πιο μυρωδάτη αλλά ίσως και η πιο κουραστική μέρα της Μεγάλης Εβδομάδας. Στα παλιά τα χρόνια στην Κρήτη ήταν τόσο γεμάτη που οι νοικοκυρές δεν προλάβαιναν να πάρουν ανάσα.
Η μέρα ξεκινούσε από το χάραμα με το βάψιμο των κόκκινων αυγών ενώ συνέχεια είχαν τα ντολμαδάκια που μύριζαν Άνοιξη καθώς γίνονταν με τα πρώτα φύλλα που έβγαζαν τα αμπέλια. Φαγητό μπελαλίδικο και χρονοβόρο ειδικά στις μεγάλες πολύτεκνες οικογένειες της παλιάς Κρήτης.
Κι ύστερα τα χέρια έπαιρναν φωτιά για το ζύμωμα, ψωμιά, τσουρέκια, καλιτσούνια. Ανάμεσα σε αυτά η λάτρα του σπιτιού, ασβεστώματα, σκουπίσματα, αφού τη Μεγάλη Παρασκευή δουλειές δεν γίνονται, και το Μεγάλο Σάββατο λίγες.
Ενδιάμεσα το μάζεμα των λουλουδιών από τον κήπο και τους αγρούς για το στεφάνι του Εσταυρωμένου Ιησού.
Και από νωρίς στην Εκκλησιά για μια σχεδόν ολονυχτία με τα δώδεκα Ευαγγέλια.