Οι μαθητές του Γυμνασίου Γαζίου παρουσιάζουν λογοτεχνία στον «Μαλεβιζιώτη»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ μέρος 1ο
Τα χωριά της Χίου, ιδίως τα δυτικά, είναι οχυρά σαν φρούρια και στενόχωρα σαν φυλακές. Δεν έχουν τείχη αλλά στις τέσσερις εξωτερικές πλευρές κάθε χωριού οι πίσω πλευρές των σπιτιών συναποτελούν ένα συνεχές προτείχισμα. Οι πόρτες των σπιτιών είναι μέσα στο χωριό. Ο κεντρικός δρόμος χωρίζει το χωριό στα δύο και σχηματίζει την πύλη του οχυρού. Κι είναι αληθινά πύλη αυτό το άνοιγμα, καθώς κλίνεται από καγκελωτές σιδερένιες πόρτες.
Τα χωριά αυτά μου έφερναν πάντα στο μυαλό το χάνι της Σμύρνης. Η διαφορά είναι πως ενώ αυτό το περιέκλειε μια μεγαλούπολη, τα χωριά περικυκλώνονται από πράσινους λόφους. Και αντί για χλωμούς έμπορους, κατοικούνται από εύρωστους γεωργούς. Κι ενώ το χάνι έχει στο μέσον του μια πολύ μεγάλη αυλή, στο εσωτερικό του χωριού είναι δρόμοι στενοί και πυκνοχτισμένα σπίτια, που τα περικυκλώνει η τετράπλευρη εξωτερική σειρά σπιτιών.
Στο κέντρο του χωριού δεσπόζει συνήθως ένας πύργος, του οποίου η είσοδος είναι τόσο ψηλά από το έδαφος, που μόνο με σκάλα ξύλινη ή με σκοινιά γίνεται να ανέβει κανείς σε αυτήν. Οι πύργοι αυτοί, απομεινάρια της κυριαρχίας των Γενουατών, είναι οι ακροπόλεις των χωριών.
εικ. 1: Ανάβατος: Ο «Μυστράς» της Χίου | in.gr
Τέτοιο ήταν το χωριό Μεστά όπου καταφύγαμε. Οι χωρικοί μας υποδέχθηκαν με ευγένεια και μας παραχώρησαν σπίτι, του οποίου τα άδεια δωμάτια μοιραστήκαμε με τον γέροντα θείο της μητέρας μου και με δύο άλλες οικογένειες. Η κοινή συμφορά τότε μας συνέδεσε μαζί τους.
Οι στερήσεις μας ήταν ποικίλες και μεγάλες αλλά τότε ποιος σκεφτόταν την άνεση και τις συνηθισμένες ανάγκες της ζωής; Ο σκοπός ήταν να επιβιώσουμε και σε αυτό μόλις αρκούσε η τροφή μας. Ακόμα και η απόκτηση του ψωμιού ήταν δύσκολη και αυτό δεν το καταφέρναμε κάθε μέρα. Σύκα, κουκιά, χαρούπια και άγρια χόρτα, να ποια ήταν, τις περισσότερες φορές η τροφή μας. Κι έτσι περνούσαν οι μέρες με φόβους και ελπίδες.
εικ. 2: εξωτερικοί τοίχοι, Λιθί | discoverchios.gr
Την ιδέα να καταφύγουμε στα Ψαρά την εγκαταλείψαμε εξ ανάγκης, διότι έρχονταν απελπιστικές ειδήσεις από εκεί. Ήταν ήδη γεμάτο από πρόσφυγες το νησί και οι Ψαριανοί έχοντας με δυσκολία να τους θρέψουν και να τους συντηρήσουν, δεν μπορούσαν ούτε ήθελαν να δεχθούν περισσότερους. Άρχιζε ήδη να τους γίνεται αισθητή η έλλειψη του νερού και η συσσώρευση τόσων άπορων φυγάδων είχε προκαλέσει ασθένειες, που φαινόταν ότι προμήνυαν φοβερότερη επιδημία. Έτσι έγραφαν· στην Χίο προτρέποντας τους πρόσφυγες να κατευθυνθούν σε άλλα νησιά του Αιγαίου προσφέροντας πρόθυμα τα πλοία τους και τους ναύτες τους.
εικ. 3: Σαν σήμερα 30 Μαρτίου 1822: Η Σφαγή της Χίου- ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ (ΒΙΝΤΕΟ) – EL
Αλλά εμείς στα Μεστά αρχίζαμε να ελπίζουμε ότι δεν υπήρχε πλέον ανάγκη φυγής . Δύο εβδομάδες είχαν περάσει από την άφιξη του τουρκικού στόλου. Οι επαναστάτες έφυγαν με τα πλοία τους ή κρύβονταν σκορπισμένοι στου νησιού τα ενδότερα, ενώ οι φιλήσυχοι της πόλης κάτοικοι και οι περισσότεροι χωρικοί ούτε εξεγέρθηκαν κατά της τουρκικής εξουσίας ούτε αναμίχθηκαν στο επαναστατικό κίνημα. Ποιος ο λόγος λοιπόν να συνεχίσουν να μας κατατρέχουν; Ποιος ο λόγος να παρατείνεται η τρομοκρατία, ενώ δεν υπήρχε πια πιθανότητα αντίστασης ; Δεν ήταν αρκετά τα ήδη αθώα θύματα; Μήπως δεν χόρτασε αρκετά η τουρκική λύσσα και έξαψη; Αυτά σκεφτόμασταν και περιμέναμε από μέρα σε μέρα τη διακήρυξη αμνηστίας και τη άδεια να επιστρέψουμε στα σπίτια μας.
Και πραγματικά η επιθετικότητα των Τούρκων είχε κοπάσει εκείνες τις ημέρες. Ακούγονταν λιγότεροι πυροβολισμοί, φόνοι και απαγωγές και κυκλοφορούσαν φήμες ότι μεσολαβούσαν οι πρόξενοι με σκοπό να συγχωρεθούν οι ραγιάδες και ότι ο πασάς φαινόταν να κλίνει προς την επιείκεια. Και έφταναν μέχρι σε μας τέτοιες φήμες και έτρεφαν τις ελπίδες μας.
εικ. 4: στενός δρόμος, Οικισμοί | Χίος (allovergreece.com)
Την ένατη μέρα της διαμονής μας στα Μεστά νομίσαμε ότι τελείωσαν τα δεινά μας. Δύο πρόξενοι ήρθαν στο χωριό φέρνοντας κλαδιά ελιάς και παρήγορες ειδήσεις. Έφεραν μια αναφορά για να υπογράψουμε και υπόσχονταν ότι, άμα προσκυνήσουμε, ο Πασάς θα μας συγχωρήσει. Αλλά γιατί να μας συγχωρήσει;! Ούτε αντάρτες ήμασταν, ούτε αδικήσαμε κανέναν, ούτε ληστέψαμε ξένη ιδιοκτησία, ούτε γυναίκες ατιμάσαμε, ούτε σκοτώσαμε, ούτε αιχμαλωτίσαμε. Για ποιο πράγμα να μας συγχωρήσει;
Αλλά αυτές είναι οι σημερινές σκέψεις. Δεν τα σκεφτόμασταν αυτά τότε και η ελπίδα της απαλλαγής από εκείνη την αφόρητη ζωή ήταν αληθινή χαρά για εμάς. Γι’ αυτό τον λόγο υπογράψαμε πρόθυμα όλοι, νέοι και γέροι, χωρίς να εξετάσουμε το περιεχόμενο της αναφοράς. Υπογράψαμε και με τα δυο χέρια, ευχαριστώντας τη φιλάνθρωπη μεσολάβηση των χριστιανών προξένων και αναπνεύσαμε πιστεύοντας πως ο διωγμός έπαψε και πως θα επιστρέψουμε σώοι και αβλαβείς στα σπίτια μας.
Αλλά υπήρχε περίπτωση να βρούμε τα σπίτια μας όπως το αφήσαμε; Μετά την επίθεση των Σαμίων και των χωρικών του Μπουρνιά, μετά τους σφοδρούς κανονιοβολισμούς από το φρούριο και τον στόλο, προπάντων μετά την αχαλίνωτη λεηλασία των Τούρκων, λίγες ελπίδες μπορούσαμε να τρέφουμε. Αλλ’ όμως όλους μας εκεί στα Μεστά μας κυρίευε ο πόθος της επιστροφής. Θέλαμε να δούμε και πάλι τα σπίτια μας, σε οποιαδήποτε κατάσταση κι αν επρόκειτο να τα βρούμε και ο φόβος μην τα βρούμε κατεστραμμένα αύξαινε αντί να ελαττώνει την επιθυμία μας.
Τέτοιος είναι ο άνθρωπος. Προσκολλάται σε ό,τι αγαπά τόσο πιο πολύ, όσο κινδυνεύει να το χάσει. Κι όταν η απώλεια σφραγισθεί και η ελπίδα χαθεί, τότε κυρίως η χηρευμένη καρδιά αισθάνεται πόση περιέκλειε αγάπη.
εικ. 4: Πύργος Ολύμπων – Ελληνικά Κάστρα (kastra.eu)
Έτσι περιπλανιόμασταν στα κοιμητήρια και καθόμασταν πάνω στις πλάκες, που σκέπαζαν τα λείψανα των πεθαμένων αγαπημένων προσώπων μας. Κάπως έτσι μετά από πυρκαγιά που αποτέφρωσε ολόκληρη τη συνοικία, βλέπεις ανθρώπους να περιπλανιούνται ανάμεσα στα ερείπια που καπνίζουν ακόμα και να αναζητούν τα ίχνη των σπιτιών τους, βλέποντας επί ώρες τον χώρο, όπου υψωνόταν το σπίτι τους και τις πέτρες που αποτελούσαν τους τοίχους των δωματίων τους.
Οι υποσχέσεις των προξένων αναπτέρωσαν τόσο τις ελπίδες μας, ώστε να θέλουμε αμέσως να επιστρέψουμε. Αλλά οι γεροντότεροι συγκράτησαν την ανυπομονησία μας, επειδή υποψιάζονταν μήπως η προσφερόμενη αμνηστία ήταν τέχνασμα των Τούρκων για να εξαπατήσουν τους πρόξενους και παγίδα για να μας εξολοθρεύσουν ευκολότερα. Οι γέροντες είχαν μεγαλύτερη πείρα όσον αφορά τον χαρακτήρα των Τούρκων αλλά οι υπόλοιποι βασιζόμασταν με θάρρος στην υπόσχεση και στην προστασία των προξένων.
Μετά από σύσκεψη, συζήτηση και ποικίλους ενδοιασμούς αποφασίστηκε τέλος να πάμε κάποιοι από τους νεώτερους να αναζητήσουμε πληροφορίες, ενώ οι υπόλοιποι να περιμένουν στα Μεστά τα νέα μας ή την επιστροφή μας.
Συνεχίζεται
(Για την αναζήτηση σημασιών άγνωστων λέξεων του πρωτοτύπου σε λεξικά, την αναζήτηση σχετικών εικόνων από το διαδίκτυο και την απόδοση του παραπάνω αποσπάσματος από την καθαρεύουσα στην Νέα Ελληνική εργάστηκαν οι μαθητές των Γ2 και Γ4: Πιταροκοίλης Νικόλας, Παπάζογλου Αντώνης, Περάκη Μαρίνα, Νταγιαντά Μιχαέλα, Μπυνιχάκη Μαρία, Παρασύρης Λευτέρης, Νταβιγλάκη Κυριακή, Μπίλας Απόστολος, Βεϊσάκη Βάλια κ.α. Φιλολογική επιμέλεια Βλασία Διαμαντή)