Την επόμενη μέρα ήμασταν από το πρωί συγκεντρωμένοι, όπως συνήθως στο ισόγειο, στην είσοδο του σπιτιού, που χρησίμευε ως κοινή αίθουσά μας. Καθόμασταν στα κατώφλια και στα σκαλοπάτια της σκάλας και σκεπτόμασταν όλοι μαζί, όπως πάντα, για το τι έπρεπε να κάνουμε, περιμένοντας τι θα μας φέρει η μέρα και υπολογίζοντας πότε μπορούσαμε να περιμένουμε απόκριση από τα Ψαρά.
Η Ανδριάνα μόνο απουσίαζε. Είχε βγει να βρει φαγητό. Κι άλλες φορές είχε κατορθώσει να φροντίσει για κάτι παραπάνω από την πενιχρή διατροφή μας μαζεύοντας άγρια χόρτα από τους λόφους γύρω από το χωριό. Αλλά αργούσε να επιστρέψει. Και η μητέρα μου κάθε τόσο άνοιγε την πόρτα κι έβγαζε το κεφάλι της στο δρόμο να δει μήπως φαινόταν να έρχεται.
Η Ανδριάνα ήταν ο γενικός προστάτης, η αληθινή πρόνοια της δυστυχούς ομάδας μας στα Μεστά. Ήταν όλο αυταπάρνηση και αφοσίωση, περιποιόταν την μητέρα και τις αδερφές μου και φρόντιζε για όλους τους υπόλοιπους. Όλα τα πρόφταινε, όλα τα συλλογιζόταν. Αυτή έβρισκε ή εφεύρισκε το καθημερινό μας φαγητό, αυτή έφερνε το νερό από την πηγή, αυτή κατόρθωσε με άχυρα και παλιά στρωσίδια να φτιάξει στρώματα, τα πάντα ψάχνοντας και μαθαίνοντας τα πάντα. Η ενεργητικότητά της ήταν αδάμαστη και ακατάβλητη η ευθυμία της. Η καρδιά της ήταν υγιής και ακμαία όσο και το σώμα της και συχνά με τη ζωντάνια της και την καλή της διάθεση έφερνε στα χείλη μας το χαμόγελο μέσα στη γενική κατήφεια που εκεί επικρατούσε.
Οι πίνακες του Ντελακρουά για την επανάσταση που συγκλόνισαν τους Ευρωπαίους. Ζωγράφισε τους Έλληνες ως σύμβολο ελευθερίας απέναντι στην Οθωμανική βαρβαρότητα – ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ (mixanitouxronou.gr)Η ώρα στο μεταξύ περνούσε και μεγάλωνε η ανησυχία της μητέρας μου. Δεν ήθελα να την εντείνω εκφράζοντας τους φόβους μου αλλά ήμουνα κι εγώ ανήσυχος κι οι άλλοι επίσης. Τι έγινε; Γιατί αργεί; Μήπως έπαθε τίποτα; Τέτοιες κουβέντες ανταλλάσσαμε.
Εκεί ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και παρουσιάζεται η Ανδριάνα κάτωχρη, τρέμοντας, με τα μαλλιά λυτά, σχισμένα τα φορέματα και ανοιχτά, τα στήθη ματωμένα… Η όψη της μαρτυρούσε πάλη φοβερή και τρόμο και ντροπή. Η μητέρα μου σηκώθηκε και κρύβοντας με τα χέρια τα μάτια φώναξε με φρίκη: «Α! Οι Τούρκοι! Οι Τούρκοι!» Κι αρπάζοντας τις κόρες της τις έσυρε στην αγκαλιά της.
Η Ανδριάνα με το ένα χέρι στην ανοιχτή πόρτα, έδειχνε με το άλλο την έξοδο και λαχανιασμένη όπως ήταν, δεν μπορούσε να αρθρώσει τις λέξεις που προσπαθούσε να προφέρει: «Φύγετε, κρυφτείτε!»
Βρεθήκαμε με μιας έξω στον δρόμο με την Ανδριάνα. Πού πηγαίναμε; Τι γυρεύαμε; Μια ενστικτώδης ορμή κατεύθυνε τα βήματά μας μακριά από την πύλη του χωριού. Προσπαθούσαμε να αποφύγουμε τους Τούρκους. Δεν σκεπτόμασταν όμως ότι καθώς απομακρυνόμασταν από την έξοδο, κλεινόμασταν μέσα στο χωριό. Αλλά σκέφτεται κανείς τέτοιες ώρες;
Μεστά, το επιβλητικό καστροχώρι της Χίου – Newsbeast
Ενώ τρέχαμε έτσι φοβισμένοι, παραζαλισμένοι, μη γνωρίζοντας πού να καταφύγουμε, μια γριά που καθόταν στην πόρτα του ταπεινού σπιτιού της, μας είδε, μας λυπήθηκε κι άπλωσε προς τα εμάς το χέρι.
-Ελάτε εδώ να σας κρύψω, Χριστιανοί.
Χυθήκαμε όλοι μέσα στην ανοιχτή πόρτα ακολουθώντας την γριά. Ο Θεός την φώτισε! Σε εκείνη χρωστούμε την σωτηρία, την ύπαρξή μας. Δεν την είδα από τότε, ούτε το όνομά της γνωρίζω. Αλλά ποτέ δεν ξέχασα το αγαθό πρόσωπό της και ποτέ δεν έπαψα να τη μνημονεύω. Είθε να την αντάμειψε ο Θεός και να την ανάπαυσε εν ειρήνη!
Πίσω από το σπίτι ήταν αυλή και στην άκρη της αυλής ήταν ένας σταύλος. Μέσα στον σταύλο μας έκρυψε η συμπονετική γριά. Οι αγελάδες της έβοσκαν στην εξοχή και δεν επέστρεψαν ούτε εκείνο το απόγευμα ούτε τα επόμενα να διεκδικήσουν από μας την κατοικία τους, που τους την είχαμε καταλάβει. Δεν αιχμαλώτιζαν μόνο γυναικόπαιδα οι Τούρκοι. Ό,τι εύρισκαν ήταν λεία ευπρόσδεκτη. Εμάς όμως δεν μας ζήμιωσαν τότε ληστεύοντας τα ζώα της φτωχής γριάς.
Η είσοδος ήταν στενή και σκοτεινή αλλά στο βάθος ο σταύλος ήταν τετράγωνος κι ευρύχωρος. Αλλά δεν είχε παράθυρο ή άλλο άνοιγμα, ώστε, όταν έκλεινε η πόρτα προς την αυλή, ήταν σκοτάδι κι η αποφορά δεν είχε διέξοδο. Τέσσερα μερόνυχτα μείναμε μέσα σε αυτήν την κρυψώνα δεκαοχτώ ψυχές!
Συνεχίζεται
(Για την αναζήτηση σημασιών άγνωστων λέξεων του πρωτοτύπου σε λεξικά, την αναζήτηση σχετικών εικόνων από το διαδίκτυο και την απόδοση του παραπάνω αποσπάσματος από την καθαρεύουσα στην Νέα Ελληνική εργάστηκαν οι μαθητές του τμήματος Γ5: Ερωτοκριτάκη Φιλία, Καστρινάκη Κωνσταντίνα, Κάββαλου Ελένη, Καλλέργη Αγάπη, κ.α. Φιλολογική επιμέλεια Βλασία Διαμαντή)