Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και η υπερκινητικότητα (ΔΕΠΥ) είναι μια διαταραχή που επηρεάζει τον τρόπο συμπεριφοράς ενός ανθρώπου. Οι πάσχοντες δείχνουν ακούραστοι, δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν σε κάτι και μπορεί να δρουν παρορμητικά.
Τα συμπτώματά της μπορεί κανείς να τα διακρίνει από πολύ μικρή ηλικία, από 3 ετών κιόλας, και γίνονται ακόμη πιο εμφανή όταν το παιδί ξεκινά να πηγαίνει σχολείο.
Η πλειοψηφία των διαγνώσεων πραγματοποιείται μεταξύ 6 και 12 ετών, σύμφωνα με στοιχεία του nhs.uk.
Τα συμπτώματα συνήθως αυξάνουν με την πάροδο της ηλικίας, ωστόσο πολλοί ενήλικοι που έχουν διαγνωστεί με ΔΕΠΥ από την παιδική ηλικία συνεχίζουν να παρουσιάζουν δυσκολίες στην ενήλικη ζωής τους.
Η ΔΕΠΥ μπορεί να συνυπάρχει και με άλλες ασθένειες όπως οι αγχώδεις διαταραχές, οι μαθησιακές δυσκολίες, οι συναισθηματικές διαταραχές.
Η συχνότητα εμφάνισής της είναι περίπου στο 5-7% του μαθητικού πληθυσμού, ενώ η αναλογία περιστατικών ανά φύλο είναι 3 προς 1, με τα αγόρια να υπερτερούν.
Αίτια ΔΕΠΥ
Τα αίτια πρόκλησης της ΔΕΠΥ δεν είναι σαφώς καθορισμένα. Ωστόσο, φαίνεται να εμφανίζεται συχνότερα στα μέλη ίδιων οικογενειών, γεγονός που σημαίνει ότι πιθανόν υπάρχουν γενετικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη νόσο. Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν είναι περιβαλλοντικοί ή διαταραχές στο κεντρικό νευρικό σύστημα του παιδιού.
Κάποιοι παράγοντες κινδύνου που μπορεί να ευθύνονται είναι η γέννηση ελλιποβαρούς νεογνού, η πρόωρη γέννηση (πριν την 37η εβδομάδα κύησης), το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ και η χρήση ουσιών, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Συμπτώματα ΔΕΠΥ
Τα συμπτώματα εκφράζονται με την διάσπαση προσοχής, την παρορμητικότητα/υπερκινητικότητα ή ως ένας συνδυασμός των δύο παραπάνω. Μπορούν να είναι είτε ήπια είτε πιο έντονα και αν δεν αντιμετωπιστούν μπορούν να συνεχιστούν μέχρι την ενήλικη ζωή. Η ΔΕΠΥ παρουσιάζεται συχνότερα σε αγόρια και η έκφρασή της μπορεί να είναι διαφορετική σε κάθε φύλο. Δηλαδή τα κορίτσια μπορεί να παρουσιάζουν πιο έντονα στοιχεία διάσπασης προσοχής, ενώ τα αγόρια πιο έντονα στοιχεία υπερκινητικότητας.
Συμπτώματα διάσπασης προσοχής:
Αδυναμία να μείνει συγκεντρωμένος σε μια δραστηριότητα/ ένα μάθημα
Δεν ακούει όταν του μιλάνε, ακόμη και αν απευθύνονται απευθείας σε εκείνον.
Δεν μπορεί να ολοκληρώσει μια δουλειά που πρέπει να κάνει και δεν μπορεί να ακολουθήσει οδηγίες.
Αδυνατεί να οργανώσει δραστηριότητες και εργασίες.
Αποφεύγει να κάνει πράγματα που απαιτούν συγκέντρωση π.χ. διάβασμα στο σπίτι.
Χάνει συνεχώς πράγματα που χρειάζονται για να κάνει μια εργασία π.χ. μολύβια, σημειώσεις, ακόμη και παιχνίδια.
Αποσπάται εύκολα.
Ξεχνά να κάνει τις εργασίες που πρέπει.
Συμπτώματα υπερκινητικότητας/παρορμητικότητας.
Κινείται νευρικά ή στριφογυρίζει στο κάθισμά του.
Δυσκολεύεται να κάτσει καθιστός στην αίθουσα ή σε άλλες δραστηριότητες.
Θέλει να είναι συνεχώς σε κίνηση.
Γυρίζει γύρω γύρω ή σκαρφαλώνει σε περιστάσεις που δεν αρμόζει.
Δεν μπορεί να ολοκληρώσει μια δραστηριότητα ήσυχα.
Μιλάει υπερβολικά πολύ.
Διακόπτει όταν μιλάει κάποιος άλλος.
Δυσκολεύεται να περιμένει να έρθει η σειρά του.
Εισβάλλει στη συζήτηση και στα παιχνίδια άλλων ή τους διακόπτει.
Δεν έχει αίσθηση του κινδύνου.
Για να τεθεί η διάγνωση θα πρέπει να πληρούνται τουλάχιστον 6 από τα κριτήρια που έχει θέσει ο ΠΟΥ από μία τουλάχιστον κατηγορία, είτε υπερκινητικότητα/παρορμητικότητα είτε διάσπαση προσοχής.
Διάγνωση και εξετάσεις για ΔΕΠΥ
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, ο εκπαιδευτικός είναι ο πρώτος που αντιλαμβάνεται ότι το παιδί πιθανόν να αντιμετωπίζει πρόβλημα ελλειμματικής προσοχής. Φυσικά, και οι γονείς μπορεί να παρατηρήσουν τη συμπεριφορά αυτή, ωστόσο η επιβεβαίωση έρχεται συνήθως όταν τα παιδιά πηγαίνουν στο σχολείο και οι απαιτήσεις για προσοχή και συγκέντρωση είναι πιο αυξημένες. Και ο παιδίατρος μπορεί να διαπιστώσει τυχόν διαταραχή, αλλά σε κάθε περίπτωση αρμόδιος να κάνει τη διάγνωση και να χορηγήσει θεραπεία είναι ο παιδοψυχίατρος. Η εξέταση από το γιατρό περιλαμβάνει τη συνέντευξη με τον ασθενή και τους γονείς, όπου συγκεντρώνεται το ατομικό και οικογενειακό ιατρικό ιστορικό του, οι γονείς και ίσως και οι καθηγητές μπορούν να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια τα οποία αξιολογεί στη συνέχεια ο ειδικός.
Για να τεθεί η διάγνωση πρέπει να πληρούνται τουλάχιστον 6 κριτήρια από την κάθε διαταραχή, δηλαδή τουλάχιστον 6 από τη διάσπαση προσοχής και τουλάχιστον 6 από την υπερκινητικότητα/παρορμητικότητα, να παρατηρούνται σε δύο όπως τα έχει θέσει η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία (DSM-5).
Τα κριτήρια αυτά αφορούν στα συμπτώματα που αναγράφονται παραπάνω. Τα συμπτώματα αυτά πρέπει να επιμένουν για τουλάχιστον 6 μήνες, να έχουν ξεκινήσει πριν την ηλικία των 12 ετών, να παρουσιάζονται σε πολλούς τομείς της ζωής και όχι μόνο σε έναν (ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο το παιδί να αντιδρά στους γονείς ή σε κάποιον δάσκαλο που δεν θέλει). Επίσης, είναι σημαντικό ο ψυχίατρος να αξιολογήσει τον ασθενή και για πιθανές άλλες διαταραχές που μπορεί να ευθύνονται για αυτή τη συμπεριφορά, ώστε μέσω της διαφοροδιάγνωσης να καταλήξει στη διάγνωση της ΔΕΠΥ.
Θεραπεία και αντιμετώπιση ΔΕΠΥ
Η θεραπεία στοχεύει στην ανακούφιση από τα συμπτώματα και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του παιδιού. Το θεραπευτικό σχήμα που συνήθως ακολουθείται είναι συνήθως εξατομικευμένο και συμπεριλαμβάνει εργοθεραπεία, ειδική διαπαιδαγώγηση, ψυχοθεραπεία , ψυχοεκπαίδευση , συμβουλευτική γονέων και όταν κρίνεται απαραίτητη κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
Τα φάρμακα που έχουν εγκριθεί προς χρήση από τον ΕΟΦ είναι η μεθυλοφαινιδάτη και η ατομοξετίνη. Τα φάρμακα συνταγογραφούνται και χορηγούνται από τον υπεύθυνο θεράπων ιατρό. Κάποια χορηγούνται καθημερινά και άλλα μόνο τις ημέρες του σχολείου. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να λαμβάνετε φάρμακα χωρίς την έγκριση του γιατρού σας. Το ίδιο ισχύει και με τη δοσολογία αλλά και τη διάρκεια λήψης τους. Μόνο ο γιατρός είναι αρμόδιος να τροποποιήσει τη χρήση ενός φαρμάκου ή να προτείνει τη διακοπή του.
Αν παρουσιαστεί οποιαδήποτε παρενέργεια από τη λήψη φαρμάκου θα πρέπει να ενημερώσετε αμέσως το γιατρό σας και να λάβετε οδηγίες για τη χρήση του.
Ταυτόχρονα με τη φαρμακοθεραπεία είναι σημαντική και η ψυχοθεραπεία, η οποία θα βοηθήσει όχι μόνο στη ΔΕΠΥ αλλά και στις συνοδές παθήσεις που τυχόν υπάρχουν, όπως στις διαταραχές άγχους, καθώς και στις συναισθηματικές διαταραχές.
Η γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία είναι η θεραπεία που επιλέγεται συχνότερα.
Με την ψυχοεκπαίδευση και την κατάλληλη συμβουλευτική στους γονείς ή του δασκάλους του παιδιού, αντιμετωπίζονται ολιστικά και τα προβλήματα συμπεριφοράς του ατόμου με ΔΕΠΥ, επιβραβεύοντας τις καλές συνήθειες του παιδιού έναντι αυτών που δεν είναι δόκιμες.
ΔΕΠΥ Ενηλίκων
Οι επιστημονικές εκτιμήσεις σχετικά με τη ΔΕΠΥ ενηλίκων αναφέρουν ότι η διαταραχή εντοπίζεται περίπου στο 4% του συνολικού πληθυσμού. Πρόκειται ουσιαστικά πάντα για αδιάγνωστη ΔΕΠΥ που έχει εμφανιστεί ήδη από την παιδική ηλικία, αλλά δεν αναγνωρίστηκε και δεν αντιμετωπίστηκε. Πάντως, η ΔΕΠΥ, αν και αποτελεί χρόνια διαταραχή, μπορεί να αντιμετωπιστεί επιτυχώς ακόμη και στην ενήλικη ζωή και να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής και η παραγωγικότητα και κοινωνική προσαρμοστικότητά του ασθενή
Μερικά από τα συμπτώματα που παρουσιάζουν οι ενήλικες με ΔΕΠΥ είναι:
Τα κριτήρια αυτά αφορούν στα συμπτώματα που αναγράφονται παραπάνω. Τα συμπτώματα αυτά πρέπει να επιμένουν για τουλάχιστον 6 μήνες, να έχουν ξεκινήσει πριν την ηλικία των 12 ετών, να παρουσιάζονται σε πολλούς τομείς της ζωής και όχι μόνο σε έναν (ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο το παιδί να αντιδρά στους γονείς ή σε κάποιον δάσκαλο που δεν θέλει). Επίσης, είναι σημαντικό ο ψυχίατρος να αξιολογήσει τον ασθενή και για πιθανές άλλες διαταραχές που μπορεί να ευθύνονται για αυτή τη συμπεριφορά, ώστε μέσω της διαφοροδιάγνωσης να καταλήξει στη διάγνωση της ΔΕΠΥ.
.doctoranytime.gr