Ο Ερλ Σίλας Τάπερ, γεννήθηκε στις 28 Ιουλίου του 1907 στο Νιου Χαμσάιρ των ΗΠΑ.Οι γονείς του είχαν μια μικρή φάρμα αλλά ζούσαν στα όρια ης φτώχιας.Ο Ερλ από μικρός έδειχνε ότι «έπιαναν» τα χέρια του και όλο κάτι έφτιαχνε.Όταν έπεσε στα χέρια του η πρώτη εγκυκλοπαίδεια, βρήκε τον ήρωα και ήθελε όταν θα μεγάλωνε να γίνει σαν και εκείνον. Τον Λεονάρντο ντα Βίντσι.Κάποια στιγμή άρχισε να φοιτά στο πανεπιστήμιο Μπράιαντ,και δημιούργησε ένα φυτώριο με καλλωπιστικά φυτά μαζί με τον πατέρα του,και τα οικονομικά τους πήγαιναν καλά.Τα βράδια όμως αντί να μελετάει, συνέχιζε να φτιάχνει σχέδια σε χαρτί για εφευρέσεις.Έτσι εφηύρε μια τσατσάρα που προσαρμοζόταν στη ζώνη, ένα παντελόνι που δεν τσαλακώνει ποτέ, μια πτυσσόμενη θέση για καμπριολέ αυτοκίνητα και διάφορα άλλα.
Αργότερα ασχολήθηκε στην επιχείρηση με τα καλλωπιστικά φυτά την οποία απογείωσε και παράλληλα στην προσωπική του ζωή γνώρισε μια κοπέλα την ερωτεύτηκε και παντρεύτηκαν.Ξαφνικά το1929 ξεσπάει το κραχ και όλα καταρρέουν και η επιχείρηση του Ερλ χρεοκόπησε.Ο Ερλ έπρεπε να ζήσει την οικογένεια του και έψαξε για δουλειά. Τελικά τον προσέλαβαν στην εταιρία χημικών «DuPont».Εκεί δημιουργούσε για την εταιρία διάφορα προϊόντα από άκαμπτο πολυαιθυλένιο. Έφτιαχνε πλαστικά δοχεία, πλαστικά πιάτα και τέλος δημιούργησε και μια πλαστική μάσκα αερίου την οποία ο αμερικανικός στρατός αγόρασε αμέσως και τα κέρδη της εταιρίας εκτινάχτηκαν.
Το 1938 ο Ερλ δημιούργησε τη δική του εταιρία. Την «Tupperware Plastics Company». Αν και ξέσπασε ο πόλεμος η εταιρία του πήγαινε καλά αλλά ποτέ δεν έκανε το «μπαμ» που ήθελε.Πάντα ήθελε να εφεύρει κάτι και να μιλάει όλος ο κόσμος για αυτό.Και φτάνουμε στο 1946. Ο Ερλ παρουσίασε στην αγορά το προσωπικό δημιούργημα του το οποίο θα έμπαινε σε όλον τον κόσμο. Ένα πλαστικό, αδιάβροχο αεροστεγές δοχείο στο οποίο μπορούν να αποθηκευτούν φαγητά. Το δοχείο του Ερλ, μπορούσε να κλείσει αεροστεγώς με ένα κάλυμμα που διατηρούσε το φαγητό φρέσκο στο ψυγείο, δεν ξεραινόταν και δεν έχανε τη γεύση.Η ιδέα του Ερλ, το «ταπεράκι» που λέμε ακόμη και σήμερα, τα σάρωσε όλα. Οι πωλήσεις χτυπούσαν κόκκινο. Όλοι αγόραζαν τα «ταπεράκια» του Ερλ.
Μια απλή υπάλληλος του Ερλ, η Μπράουνι Γουάιζ,του είπε μια απίστευτα ιδέα για μία πρωτοποριακή μέθοδο μάρκετινγκ.Η «επίδειξη κατ΄ οίκον».Οι πωλήσεις εκτινάχτηκαν με την «επίδειξη κατ΄ οίκον» οι πωλήσεις έφτασαν στο διάστημα. Οι νοικοκυρές μάθαιναν από πρώτο χέρι για το προϊόν και το αγόραζαν αμέσως.Ο Ερλ δεν ξέχασε την υπάλληλο του και το1951 την έκανε αντιπρόεδρο της εταιρίας. Οι χαρακτήρες τους ήταν όμως εντελώς διαφορετικοί και επτά χρόνια μετά την απολύει, και την ίδια χρονιά, στο απόγειο της οικονομικής του δόξας και δύναμης πουλάει την «Tupperware» στη φαρμακευτική Rexall, για το μυθικό ποσό της εποχής των 16 εκατομμυρίων δολαρίων.
Το ίδιο βράδυ είπε στη σύζυγο του, την Μαρί Γουίτκομπ να τα παρατήσουν όλα και να πάνε να ζήσουν στην Καραϊβική. Η Μαρί αρνήθηκε και έτσι χώρισαν αφού την αποκατάστησε μαζί με τα 5 παιδιά τους και στη συνέχεια αποποιήθηκε την αμερικανική υπηκοότητα.Μετακόμισε μόνος σε ένα νησάκι της Κόστα Ρίκα και έμεινε εκεί μέχρι το τέλος της ζωής του, στις 5 Οκτωβρίου του 1983. Άρχισε να φτιάχνει πάλι εφευρέσεις. Δημιούργησε έναν στρογγυλό φούρνο, ένα φορητό μικροσκοπικό πλυντήριο και άλλες εφευρέσεις τις οποίες ανακάλυψαν οι γιοί του στο υπόγειο του σπιτιού.Ένα χρόνο μετά το θάνατό του, έληξε το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας που είχε για την εφεύρεση των πλαστικών τάπερ.