Με μεγάλη επιτυχία στέφθηκε το συνέδριο, για τα τοπωνύμια της Κρήτης, που πραγματοποιήθηκε μετά από δυο χρόνια αναβολών, λόγω κορωνοϊου, στα Ανώγεια, στις αρχές του περασμένου μήνα και συγκεκριμένα στις 8-10 Αυγούστου.
Το συνέδριο διοργάνωσε το Κέντρο Κρητικής Λόγοτεχνίας και ο Δήμος Ανωγείων, ενώ ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του Νικολάου Κοντοσόπουλου, γλωσσολόγου και κρητολόγου, επίτιμου δημότη Βρυσών Αποκορώνου, φίλου και λάτρη της Κρήτης, της παράδοσης και της γλώσσας της. Επίσης στη μνήμη της Ευαγγελίας Πετρουγάκη, φιλολόγου, ποιήτριας, συγγραφέως και μέλους του Κέντρου Κρητικής Λογοτεχνίας με μεγάλη προσφορά σ’ αυτό. Στη μνήμη του καθηγητή Ευτυχίου Τωμαδάκη, κρητικού και κρητολάτρη, δασκάλου και ερευνητή και στη μνήμη του Κωνσταντίνου Μαστρογιαννάκη, φιλολόγου, πρώην λυκειάρχη, συγγραφέως, ερευνητή και ανθρώπου της ανιδιοτελούς προσφοράς
Αξιοσημείωτο είναι βέβαια το γεγονός, πως οι εργασίες του, ήταν και σπονδή στους γλωσσολόγους, κρητολόγους, φιλολόγους και ερευνητές, οι οποίοι αγωνίστηκαν για την ανάδειξη του γλωσσικού και τοπωνυμικού πλούτου, της ιστορίας, της αρχαιολογίας και της λαογραφίας του νησιού μας. Άνθρωποι με όραμα, μεράκι και διάθεση για προσφορά, όπως οι: Χατζηδάκη, Ξανθουδίδη, Άμαντο, Πλάτωνα, Κουκουλέ, Τωμαδάκη, Πλατάκη, Κριαρά, Μανούσακα, Σπανάκη, Σταυρινίδη, Παπαγρηγοράκη, Αλεξίου, Πάγκαλο, Πιτυκάκη, Φραγκούλη, Ξανθινάκη, Εκκεκάκη, Μανουρά, Γιανναδάκη κ. ά.
Ήταν, όμως και εύφημος μνεία στους επιστήμονες και ερευνητές, οι οποίοι προσέφεραν και συνεχίζουν να προσφέρουν στην ιστορία και την παράδοση του τόπου μας. Συγκεκριμένα αναφορά έγινε για τους : Δετοράκη, Καψωμένο, Θωμόπουλο, Μηνά, Σηφάκη, Χαραλαμπάκη, Τσικριτσή, Γιακουμάκη, Παπαδογιαννάκη, Αποστολάκη κ. ά.
Αξίζει επίσης να αναφερθεί πως στο πλαίσιο των εργασιών του συνεδριού τιμήθηκε ο πρώην δήμαρχος Ανωγείων, Γεώργιος Σμπώκος για την προσφορά του στον τόπο και στον πολιτισμό γενικότερα.
Το σημαντικότερο όμως ήταν πως με την λήξη των εργασιών του συνεδρίου ο πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής και πρόεδρος του Κέντρου Κρητικής Λογοτεχνίας κ. Κώστας Μουτζούρης, έκρινε απαραίτητη τη συνεργασία του Κέντρου Κρητικής Λογοτεχνίας, με το Δήμο Ανωγείων και τον πρόεδρο της Επιστημονικής Επιτροπής του συνεδρίου κ. Χριστόφορο Χαραλαμπάκη, προκειμένου συσπειρωμένοι να εξηγήσουν με επιστολή τους προς τον Περιφερειάρχη Κρήτης κ. Σταύρο Αρναουτάκη, τους λόγους της αναγκαιότητας δημιουργίας λεξικού με τα τοπωνύμια της Κρήτης, ενώ παράλληλα να του ζητήσουν να αγκαλιάσει το εγχείρημα αυτό η Περιφέρεια Κρήτης και να το εντάξει σε κάποιο επενδυτικό πρόγραμμα.
Όσον αφορά πάντως στα τοπωνύμια, ιδαίτερη αίσθηση προκάλεσε η εισήγηση του Εμμανουήλ Μιχ. Αστυρακάκη αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού με θέμα : «Σκλαβοτοπωνύμια στην ευρύτερη περιοχή Τυλίσου» την οποία ο maleviziotis.gr παραθέτει αυτούσια στους επισκέπτες του.
Εισήγηση
«Σ’ ολόκληρη τη Κρήτη συναντούμε τοπωνύμια που παραπέμπουν σε δούλους – σκλάβους : Δούλι στην επαρχία Μονοφατσίου, Δουλιανά στην επαρχία Αποκόρωνα, Αποδούλου στην επαρχία Αμαρίου, Σκλάβοι στην επαρχία Σητείας, Σκλαβιανά στην επαρχία Μονοφατσίου, Σκλαβοπούλα στην επαρχία Σελίνου, Σκλαβοχώρι στην επαρχία Αποκόρωνα και στην επαρχία Μονοφατσίου Σκλαβεροχώρι στην επαρχία Πεδιάδας, Σκλαβοβάθεια στη Παρακάνδια, Σκλαβοδιάκος στην επαρχία Σητείας, Σκλαβόκαμπος στην επαρχία Μαλεβιζίου και επαρχία Πυργιώτισας κ.λ.π..
Σήμερα στη Κρήτη η επικρατούσα άποψη ερμηνεύει τα τοπωνύμια αυτά σε εγκαταστάσεις Σλάβων στρατιωτών του Νικηφόρου Φωκά. Το στράτευμα του Νικηφόρου Φωκά που ελευθέρωσε τη Κρήτη το 961 από τους Σαρακηνούς, αποτελούταν από Αρμένιους και άλλους στρατιώτες ανατολικών θεμάτων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Δεν υπάρχει κανένα αξιόπιστο στοιχείο να μας λέει ότι στο στράτευμα αυτό υπήρχαν Σλάβοι στρατιώτες.
Τα τοπωνύμια αυτά οφείλονται σε εγκαταστάσεις δούλων – σκλάβων – αιχμαλώτων πολέμου και γενικά ανθρώπων που στερούταν της ελευθερίας τους, με σκοπό να εργαστούν σε βαριές εργασίες (καταναγκαστικά έργα). Τα τοπωνύμια αυτά λόγω ακριβώς της απασχόλησης των δούλων συνδέονται με μεταλλεία, λατομεία, λιμάνια και άλλες συναφείς και επικίνδυνες δραστηριότητες. Η εγκατάσταση αυτή έγινε σταδιακά από την αρχαιότητα μέχρι και την εποχή της τουρκοκρατίας.
Ας μη ξεχνάμε την αρχαία Δουλόπολη που μνημονεύουν ο Στέφανος Βυζάντιος και άλλες πηγές. Σε άρθρο μας στην εφημερίδα του Ηρακλείου «Πατρίς» στις 12 Απριλίου 2019 υποστηρίξαμε ότι οι πόλη αυτή ιδρύθηκε από δούλους της Κνωσσού και βρισκόταν εκεί που βρίσκεται σήμερα το χωριό Βαθύπετρο Αρχανών.
Σλάβοι – σκλάβοι
Οι Σλάβοι έρχονται στη Βαλκανική περί τον 5ο αιώνα και αυτοαποκαλούνται slovĕne (όνομα που επιβιώνει στους σημερινούς Σλοβένους). Το αρχικό σλ- έχει δύσκολη προφορά στα ελληνικά και για το λόγο αυτό αναπτύσσεται ένα ενδιάμεσο σύμφωνο για να διευκολύνει την προφορά. Έτσι το εθνωνύμιο περνάει στα ελληνικά της εποχής ως Σθλαβηνός, Σκλαβηνός ή Σθλάβος, Σκλάβος. Οι Σλάβοι λόγω της χαλαρής πολιτικής οργάνωσης που είχαν αλλά και των σωματικών τους χαρακτηριστικών (ψηλοί, δυνατοί, όμορφοι), αποτελούν λεία για εισβολείς που τους αιχμαλώτιζαν και τους πουλούσαν στη συνέχεια ως δούλους. Κατά τον ένατο αιώνα, το εθνωνύμιο Σκλάβος / Sclavus άρχισε να σημαίνει όχι πια «Σλάβος» αλλά «Σλάβος δούλος» και στη συνέχεια απλώς «δούλος» όχι απαραίτητα Σλάβος πλέον.
Από το βυζαντινό σκλάβος έχουμε και το λατινικό sclavus. Το λατινικό sclavus, λοιπόν, είναι στην αφετηρία όλων των λέξεων των νεότερων ευρωπαϊκών γλωσσών που σημαίνουν σκλάβος π.χ. αγγλικό slave, γαλλικό esclave, ισπανικό esclavo, ιταλικό schiavo, γερμανικό sklave. Στις σλαβικές γλώσσες δεν έχει περάσει το δάνειο. Στις σλαβικές γλώσσες η λέξη που δηλώνει το δούλο – σκλάβο είναι rab, rob.
Σε όλες τις σλαβικές γλώσες η λέξη slava σημαίνει δόξα, φήμη, αίγλη.
Οι Σέρβοι αποτελούν τμήμα των νοτίων Σλάβων αλλά η λέξη servus στα λατινικά σημαίνει το δούλο. Η λέξη αυτή υπάρχει στη λατινική γλώσσα αιώνες πριν οι Σλάβοι έλθουν σε επαφή με τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό.
Ο όρος Σκλαβοτοπωνύμιο
Ο όρος Σκλαβοτοπωνύμιο είναι δική μας επινόησης και αποτελεί σύνθετη λέξη με πρώτο συνθετικό τη λέξη σκλάβος και δεύτερο συνθετικό τη λέξη τοπωνύμιο. Η λέξη σκλάβος σημαίνει το δούλο, τον αιχμάλωτο πολέμου, τον άνθρωπο που στερείται την ελευθερία του και όχι τον σλάβο, παρά το γεγονός ότι η λέξη σκλάβος δημιουργήθηκε από τη λέξη σλάβος.
Σκλαβοτοπωνύμια ονομάζουμε τους τόπους που στο παρελθόν υπήρχαν εγκαταστάσεις σκλάβων οι οποίοι εργαζόταν καταναγκαστικά σε μεταλλεία, λατομεία, βαφεία, πορφυρεία, πλοία κλπ.
Ειδικά στα μεταλλεία εργάζονταν καταναγκαστικά δούλοι, αιχμάλωτοι πολέμου, κατάδικοι και γενικά άνθρωποι που είχαν στερηθεί την ελευθερία τους. Ερευνώντας τα τοπωνύμια σε ολόκληρη τη Κρήτη θα παρατηρήσουμε ότι υπάρχει συσχέτιση των τοπωνυμίων που παραπέμπουν σε εγκαταστάσεις σκλάβων με τοπωνύμια που παραπέμπουν σε μεταλλεία. Τα τοπωνύμια αυτά είναι εκατοντάδες. Δηλαδή εκεί που συναντούμε ίχνη μεταλλείων (μεταλλοτοπωνύμια), ακριβώς δίπλα συναντούμε και εγκαταστάσεις σκλάβων (σκλαβοτοπωνύμια).
Περιοχή μελέτης σκλαβοτοπωνυμίων
Η ευρύτερη περιοχή Τυλίσου επιλέκτηκε γιατί από την αρχή που ξεκινήσαμε να μελετούμε τα τοπωνύμια Τυλίσου (γενέθλιος τόπος), παρατηρήσαμε ότι κάποια τοπωνύμια μόνο από τη παρουσία σκλάβων μπορούσαν να ερμηνευτούν. Στη συνέχεια επεκτείναμε την έρευνα μας σε ολόκληρο το Δήμο Τυλίσου, σημερινή Δημοτική Ενότητα Δήμου Μαλεβιζίου και σε όμορες περιοχές όπου χρειάστηκε.
Λόγοι εγκατάστασης σκλάβων στη περιοχή
Η παρουσία πολλών σκλάβων στη περιοχή μελέτης κατά την αρχαιότητα και κυρίως την ρωμαϊκή περίοδο οφείλεται κυρίως σε :
Μεταλλεία : Υπάρχουν πολλά στοιχεία που αποδεικνύουν την ύπαρξη μεταλλείων στην αρχαιότητα. Επίσης στις αρχές του 20ου αιώνα δόθησαν για την περιοχή δεκάδες άδειες μεταλλευτικών ερευνών και άδειες εκμετάλλευσης μεταλλείων. Σύμφωνα με σύγχρονο γεωλογικό χάρτη στη περιοχή έχουμε μεγάλη ποσότητα σιδήρου.
Λατομεία : Ακόμη και σημέρα συναντούμαι σύγχρονα λατομεία στο Μάραθος και στη Δαμάστα ενώ έχουμε και πλήθος εγκαταλελειμένων. Από την Μινωϊκή εποχή υπάρχουν εκμετάλλευση του οφίτη στην περιοχή (Βλέπε εργασία αρχαιολόγου Κατερίνας Αθανασάκη : Γωνιές Μαλεβιζίου – Το πολιτιστικό τοπίο και οι διαδρομές του οφίτη στην εποχή του χαλκού).
Φυσική αρένα : Το βουλισμένο αλώνι που βρίσκεται στη περιοχή κατά τη ρωμαϊκή περίοδο αποτελούσε αρένα. Η λειτουργία της αρένας προϋποθέτει την παρουσία σκλάβων – δούλων, αφού αυτοί αποτελούσαν την κύρια πηγή προμήθειας των μονομάχων
Λιμάνια : Λιμάνι αρχαίας Τυλίσου (Αλμυρός), Κυταίο (Παλαιόκαστρο), Φραγκιά, Απολλωνία (Αγία Πελαγία) και Παντομάτριο (παραλία Φόδελε).
Τα αρχαία λιμάνια στην αρχαιότητα ήταν συνδεδεμένα με την παρουσία σκλάβων είτε για δουλεμπόριο είτε για προμήθεια κωπηλατών.#
Δείτε παρακάτω τα τοπωνυμία
1. Κατσιλαδοχώρι
Το Κατσιλαδοχώρι σήμερα αποτελεί μια ερειπωμένη γειτονιά της Τυλίσου. Παλαιότερα ήτανε μια πυκνοκατοικημένη συνοικία της Τυλίσου ενώ την εποχή της Ενετοκρατίας αποτελούσε ξεχωριστό οικισμό από τη Τύλισο. Σύμφωνα με τις ενετικές απογραφές το Κατσιλαδοχώρι αναφέρεται Cazilodogori (BAROZZI 1577), Casiladocori(CASTOFILACA 1583), Calodhigori (CORNARO 1594-1615) & Cazzeladochori (BASILICATA 1630).
Αρχές του 20ου αιώνα το επισκέπτεται ο Gerola και δημοσιεύει την φωτογραφία της εκκλησίας του Αγίου Αντωνίου με το οικόσημο της βενετσιάνικης οικογένειας Moro.
Ο δάσκαλος Κωνσταντίνος Τσαπάκης το έτος 1953 που καταγράφει τα τοπωνύμια Τυλίσου το παραλείπει γιατί το θεώρησε κακόηχο. Η σκόπιμη παράλειψη ενός σημαντικού τοπωνυμίου επιφέρει σημαντικό πρόβλημα ταυτοποίησης του βενετσιάνικου οικισμού Cazilodogori στους ερευνητές.
Ο Paul Faure στα χωριά του Μαλεβιζίου που δημοσίευσε την δεκαετία του 1970 στο περιοδικό «Κρητολογία», τεύχ.5, σ.53 δεν μπορεί να ταυτοποιήσει το Κατσιλαδοχώρι και αναφέρει με ερωτηματικό ότι βρισκόταν μεταξύ των χωριών Λουτράκι και Αγίου Μύρωνα.
Ο Στέργιος Σπανάκης στο έργο του «Πόλεις και Χωριά της Κρήτης στο πέρασμα των αιώνων», 1985, αναφέρει με βεβαιότητα ότι τα ερείπια του χωριού Κατσιλαδοχώρι βρίσκονται μεταξύ των χωριών Λουτρακίου και Αγίου Μύρωνα. Τον Σπανάκη αντιγράφουν στη συνέχεια αρκετοί ερευνητές.
Ο φιλόλογος Μανώλης Αστυρακάκης, στο βιβλίο του η Βενετοκρατία στη Τύλισο, έχει εκφράσει την άποψη ότι το όνομα Κατσιλαδοχώρι ή Κατσελαδοχώρι οφείλεται στον οικιστή «Κατσελάδης».
Η θέση που βρίσκεται το Κατσιλαδοχώρι ίσως προδίδει και την ετυμολογία του. Δηλαδή βρίσκεται σε μια πλαγιά – ρεματιά που είναι πολύ δύσκολο να εντοπισθεί από μακριά και αποτελεί καταφύγιο για κάθε κυνηγημένο και κατατρεγμένο. Πράγματι στο Κατσιλαδοχώρι εύρισκαν καταφύγιο ξενομπάτηδες πολύ ποιο εύκολα από τη Τύλισο. Κατσιλαδοχώρι, Κατσιλαδοκλέφτες έλεγαν οι παλιοί Τυλισανοί.
Η άποψη αυτή ερμηνεύεται στα ιταλικά cacci + ladro = κυνήγι + κλέφτης. Πιθανόν το Κατσιλαδοχώρι να προέρχεται από τη λέξη Κατσίβελος αφού κατά τη περίοδο της Ενετοκρατίας σύμφωνα με έγγραφα που υπάρχουν στο βιβλίο του φιλόλογου Μανώλη Αστυρακάκη εμφανίζονται στο Κατσιλαδοχώρι αρκετοί τσιγγάνοι (κατσίβελοι).
Σύμφωνα με το Βικιλεξικό: κατσίβελος < μεσαιωνική ελληνική κατσίβελος < ιταλική cattivello < cattivo (σκλάβος, δυστυχής) < λατινική captivus.
Captivus στα λατινικά σημαίνει αιχμάλωτος, αιχμάλωτος πολέμου, φυλακισμένος, δέσμιος, κρατούμενος, αιχμαλωτίζω, κρατούμενη, κατάδικος, όμηρος, τρόφιμος.
Τα ιταλικά caccia και cacciare προέρχονται από το λατινικό captare = κυνηγώ, συλαμβάνω.
Η ετυμολογία για το Κατσιλαδοχώρι δεν είναι ξεκάθαρη. Ίσως να αποτελούσε από την αρχαιότητα εγκατάσταση σκλάβων αλλά το πιθανότερο ο οικισμός να σχηματίσθηκε στους μεσαιωνικούς χρόνους από κατατρεγμένους της εποχής που αναζητούσαν καταφύγιο.
2. Σεργιανά, Σερβιλί
Τα τοπωνύμια αυτά έχουν ερμηνευθεί από τον τουρκολόγο Νικόλαο Σταυρινίδη ως κυπαρισσώνες από τη τούρκικη λέξη servi, selvi που σημαίνει κυπαρίσσι.
Σεργιανά
Το τοπωνύμιο «Σεργιανά» ή «Σερβιανά» βρίσκεται περίπου 1300 μέτρα Ανατολικά της Τυλίσου εκεί που βρίσκεται το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου του Μεθυστή, δίπλα στο Γαζανό ποταμό. Από την άλλη μεριά του ποταμού βρίσκεται το γνωστό μετόχι «Παπά Γιάννη Σκουλά».
Η ερμηνεία του Σταυρινίδη δεν ευσταθεί αφού το τοπωνύμιο είναι προγενέστερο της τουρκοκρατίας και εμφανίζεται σε έγγραφα της περιόδου της Ενετοκρατίας, σύμφωνα με το βιβλίο του φιλόλογου Μανώλη Αστυρακάκη ‘’Η Τύλισος στην εποχή της Βενετοκρατίας’’ (2014). Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι το Τοπωνύμιο «Σερβιανά» οφείλεται σε μια οικογένεια Σέρβων που ζούσε εκεί.
Πιστεύουμε ότι το τοπωνύμιο «Σερβιανά» είναι ακόμη παλαιότερο της Ενετοκρατίας και οφείλεται σε εγκατάσταση δούλων – σκλάβων αφού η λέξη servus στα λατινικά σημαίνει το δούλο.
Σερβιλί
Το τοπωνύμιο «Σερβιλί» βρίσκεται περίπου 3 ΚΜ Βόρειο – Ανατολικά της Τυλίσου επί της παλαιάς εθνικής οδού Ηρακλείου – Χανίων εκεί που βρίσκονται οι γνωστοί «Κουμπέδες». Στη θέση αυτή υπήρχε την εποχή της τουρκοκρατίας η περίφημη «Φοντάνα Σερβιλί». Υπήρχε δηλαδή πηγή νερού. Ακόμη και σήμερα κατά τη διάρκεια του χειμώνα βλέπουμε το νερό και τρέχει κατά μήκος του δρόμου.
Το «Ματωμένο Σερβιλί» έχει μείνει στη πρόσφατη ιστορία για να θυμίζει τις φονικές μάχες που έγιναν κατά τη διάρκεια των κρητικών επαναστάσεων της περιόδου της τουρκοκρατίας.
Στη περιοχή αυτή κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας υπήρχε μικρός οικισμός (μετόχι) γνωστό ως «Άγιος Κύριλος» από ομώνυμη εκκλησία (230 μέτρα Νότιο – Ανατολικά από Κουμπέδες). Η εκκλησία αυτή είχε καταστραφεί αλλά τα τελευταία χρόνια έχει κτιστεί νέα εκκλησία στη θέση της παλαιότερης. Γύρω από την εκκλησία σχηματίζεται σήμερα οικισμός από κατοίκους Ανωγειανής καταγωγής.
Ολόκληρη η ευρύτερη περιοχή «Σερβιλί» είχε αγορασθεί από τους Τούρκους μετά το 1830 από την Ανωγειανή οικογένεια των Σκουλάδων. Στη συνέχεια η μισή περιοχή πουλήθηκε στην επίσης Ανωγειανή οικογένεια των Καλλέργηδων.
Στην ευρύτερη περιοχή και συγκεκριμένα στη θέση «Μηχανές» έχουμε αρχαιολογικά ευρήματα πράγμα που σημαίνει ότι στη περιοχή πάντα υπήρχε οικισμός.
Το τοπωνύμιο «Σερβιλί» οφείλει την ονομασία τη λατινική λέξη servillis (servus + –ilis) που σημαίνει δουλικός, δουλοπρέπεια. Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο στη περιοχή υπήρχε εγκατάσταση δούλων – σκλάβων.
3. Κέρη, Βουλισμένο Αλώνι, Βακλιάς
Το «Βουλισμένο Αλώνι» βρίσκεται στο 15ο χιλιόμετρο της παλιάς Εθνικής οδού Ηρακλείου – Ρεθύμνου, λίγο πριν τη διακλάδωση που οδηγεί στο οροπέδιο του Στρούμπουλα, στην ευρύτερη περιοχή «Κέρη» της κτηματικής περιφέρειας Τυλίσου του δήμου Μαλεβιζίου.
Το «Βουλισμένο Αλώνι» αποτελεί ένα γεωλογικό φαινόμενο (μορφολογικό βύθισμα) και δεν έχει καμία σχέση με πραγματικό αλώνι. Πρόκειται για μια κυκλική καρστική κοιλότητα (δολίνη) που λόγου του σχήματος οι απλοί άνθρωποι της περιοχής έδωσαν το όνομα «αλώνι». Στο αρχικό σπήλαιο που υπήρχε, διαβρώθηκε η οροφή του, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει και να σχηματιστεί η δολίνη. Σε πολλά σημεία τα πρανή έχουν κατακόρυφη έως και αρνητική κλίση με ύψος αρκετών δεκάδων μέτρων.
Το «Βουλισμένο Αλώνι» διαθέτει μία σπάνια ακουστική που είχε παρατηρήσει ο αξέχαστος μουσικoσυνθέτης Μάνος Χατζιδάκης από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και είχε προτείνει τη δημιουργία ενός υπαίθριου θεάτρου εντός του χώρου.
Η τότε κοινοτική αρχή της Τυλίσου προσπάθησε να υλοποιήσει την ιδέα του Μάνου Χατζιδάκη για τη κατασκευή του θεάτρου που σύμφωνα με την μελέτη ήταν 2000 θέσεων σε σχήμα αρχαίου θεάτρου. Η προσπάθεια είχε άδοξο τέλος και το έργο σταμάτησε στη φάση της κατασκευής του, μετά από αντίδραση περιβαλλοντικών οργανώσεων.
Για τις ανάγκες κατασκευής του θεάτρου αυτού έγινε από τον συνάδελφο και φίλο Παύλο Χριστοφάκη λεπτομερής τοπογραφική αποτύπωση του χώρου. Ο Παύλος ευχαρίστως μας παραχώρησε ψηφιακό αντίγραφο της αποτύπωσης και οι λεπτομερείς διαστάσεις που αναφέρουμε και οι παρατηρήσεις που κάνουμε οφείλονται και στην εργασία του Παύλου τον οποίο και δημόσια ευχαριστούμε.
Το «Βουλισμένο Αλώνι» και η γύρω περιοχή όπως ο «Σπήλιος του Καμηλάρη» είναι συνδεδεμένο με δυσάρεστους θρύλους λές και η όλη περιοχή κρύβει ένα επτασφράγιστο μυστικό που δεν λέει να φανερωθεί.
Η ονομασία «Ασύνακτο» για το «Βουλισμένο Αλώνι» που μας διασώζει ο δάσκαλος Κωνσταντίνος Τσαπάκης καταγράφοντας το 1953 τα τοπωνύμια Τυλίσου φαίνεται να συμφωνεί με το μυστήριο της περιοχής, αφού σύμφωνα με τον λεξικογράφο Ησύχιο έχουμε : <ἀσύνακτος>· ὁ μὴ συναγόμενος. ἐξώβλητος και <ἐξώβλητον>· ἐξόριστον. ἀπόβλητον.
Την απάντηση του μυστηρίου θα μας τη δώσει ο χάρτης του Coronelli. Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά στο χάρτη, στη περιοχή ακριβώς που βρίσκεται το «Βουλισμένο Αλώνι», ο χάρτης γράφει το τοπωνύμιο «Auececeri».
Γνωρίζοντας τα προηγούμενα που αναφέραμε το μυαλό μας πάει στη φράση : Ave Caesar morituri te salutant (Χαίρε Καίσαρ οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν). Η φράση αυτή είναι γνωστή από τις αρένες της Ρωμαϊκής περιόδου και την έλεγαν οι μονομάχοι όταν έμπαιναν στην αρένα για να μονομαχήσουν. Το τοπωνύμιο «avececeri» μας ερμηνεύει το τοπωνύμιο Κέρη και μας πληροφορεί ότι κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο το «βουλισμένο αλώνι» αποτελούσε φυσική αρένα.
Κατά την εποχή της ρωμαιοκρατίας οι αρένες αποτελούσαν ότι αποτελούν την σημερινή εποχή τα γήπεδα ποδοσφαίρου. Στη Κρήτη είναι γνωστή η αρένα που υπήρχε στη αρχαία Γόρτυνα. Εντός της αρένας αυτής μαρτύρησαν οι Άγιοι Δέκα και στο τόπο μαρτυρίου κτίστηκε ομώνυμος ναός. Στη συνέχεια ολόκληρο το χωριό που δημιουργήθηκε μετά τη καταστροφή της Γόρτυνας ονομάστηκε Αγιοι Δέκα.
Το «Κολοσσαίο» της Ρώμης αποτελούσε τη μεγαλύτερη και γνωστότερη αρένα μιάς ολόκληρης εποχής και θεωρείται το σήμα κατατεθέν της Αιώνιας Πόλης. Το Κολοσσαίο άρχισε να κατασκευάζεται στην εποχή του Βεσπασιανού το 72 μ.Χ., συνεχίστηκε την εποχή του Τίτου και ολοκληρώθηκε όταν ήταν αυτοκράτορας ο Τίτος, το 80 μ.Χ.. Ονομαζόταν Αμφιθέατρο των Φλαβίων, από το όνομα της δυναστείας των αυτοκρατόρων που το έκτισαν. Μπορούσε να χωρέσει 65.000 θεατές και είχε σχήμα έλλειψης με περιφέρεια 524 μέτρων. Οι διαστάσεις του ήταν κολοσσιαίες: 156 x 188 μέτρα και το ύψος του έφτανε τα 48 μέτρα και είχε 4 ορόφους. Το Κολοσσαίο πήρε το όνομά του κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους από το κολοσσιαίο του μέγεθος ή, όπως πιστεύεται, από το υπερμεγέθες άγαλμα του θεού Ηλιου που βρισκόταν στο ίδιο σημείο.
Υπάρχει όμως σχέση μεταξύ του Κολοσσαίου που είναι το μεγαλύτερο ρωμαϊκό μνημείο και στο «Βουλισμένο Αλώνι» που αποτελεί ένα μνημείο της φύσης.
Εάν μελετήσουμε την λεπτομερή τοπογραφική αποτύπωση του φίλου Παύλου στο «Βουλισμένο Αλώνι» και θελήσουμε να εγγράψουμε στη κάτοψη του ένα γεωμετρικό σχήμα θα δούμε ότι το σχήμα αυτό είναι έλλειψη με μικρό άξονα (πλάτος) 78 μέτρα και μεγάλο άξονα (μήκος) 94 μέτρα. Το ύψος ποικίλει από 4.50 – 43.30 μέτρα, δηλαδή το μέσο ύψος είναι 24 μέτρα.
Δηλαδή οι διαστάσεις που δημιούργησε η φύση στο «Βουλισμένο Αλώνι» είναι ακριβώς οι μισές από τις διαστάσεις που δημιούργησε ο άνθρωπος πρίν περίπου 2000 χρόνια στο «Κολοσσαίο». Επειδή όμως ο άνθρωπος αντιγράφει τη φύση και όχι το αντίθετο πιθανολογείται ότι οι Ρωμαίοι αντέγραψαν σε διπλάσια κλίμακα το «Βουλισμένο Αλώνι» και δημιούργησαν το «Κολοσσαίο».
Βοηθητικές αρένες στην περιοχή
Στην ευρύτερη περιοχή θα παρατηρήσουμε και άλλους χώρους που έχουν κυκλικό και ελλειπτικό σχήμα και έχουν μία ιδιαίτερη κατασκευή. Από το μέγεθος δεν συνδέονται με μάντρες και πιθανολογείται ότι στο παρελθόν αποτέλεσαν βοηθητικές αρένες.
«Σόχωρο του Ασύνακτου» : στη περιοχή της Κέρης, περίπου 300 μέτρα Νότια από το Βουλισμένο Αλώνι.
«Γιάννη ο Λάκκος» : στη περιοχή του οροπεδίου Στρούμπουλα, περίπου 2200 μέτρα Νότια – Δυτικά από το Βουλισμένο Αλώνι.
«Χουσά το Λακκί» : στη περιοχή Ξέ Χαράκι, περίπου 4000 μέτρα Νότιο – Δυτικά από το Βουλισμένο Αλώνι.
Βακλιάς
Το τοπωνύμιο «Βακλιάς» βρίσκεται στη περιοχή του οροπεδίου Στρούμπουλα, περίπου 3 ΚΜ Δυτικά από το Βουλισμένο Αλώνι. Η ερμηνεία του τοπωνυμία γίνεται από την αρχαιοελληνική λέξη βάκλον, τό, Λατ. baculum, ράβδος, ρόπαλο, σε Αίσωπο. Και *<ἀμυντήριον>· ξίφος δίστομον. ἢ βάκλον. ἢ <ἄλλο> τι τῶν πληττόντων.
Το τοπωνύμιο ερμηνεύεται ως περιοχή που υπήρχε εγκατάσταση σκλάβων που εξασκούταν ως μονομάχοι με ξύλινα σπαθιά (βάκλα).
4. Δόξα, Καλυπητή
Δόξα
Το Μάραθος είναι οικισμός της δημοτικής ενότητας Τυλίσου του δήμου Μαλεβιζίου. Το τοπωνύμιο «Δόξα» βρίσκεται 2,5 ΚΜ περίπου ανατολικά από τον οικισμό Μάραθος επί του παλαιού εθνικού δρόμου Ηρακλείου – Χανίων. Το τοπωνύμιο είναι γνωστό από ομώνυμο σπήλαιο αλλά και από ταβέρνες. Κατά τους πρώτους αιώνες της Ενετοκρατίας στη περιοχή βρισκόταν ο οικισμός Δοξαράς. Ανατολικά της Δόξας και σε απόσταση 500 – 1000 μέτρων βρίσκονται μαζεμένα κάμποσα ρέματα (ρυάκια). Τα ρυάκια αυτά πρέπει να ταυτίζονται με τα «sclavoriachia» του εγγράφου της μονής της Σφάκας του έτους 1248. Η ταύτιση της λέξης σκλάβος με το σλάβο την εποχή του βυζαντίου μας οδηγεί στη σκέψη ότι η ονομασία Δόξα να οφείλεται σε μετάφραση της σλαβικής λέξης slava στα ελληνικά.
Καλυπητή
Το τοπωνύμιο «Καλυπητή» αποτυπώνεται στο χάρτη ΓΥΣ κλίμακας 1:5000 σε απόσταση 1500 μέτρα Ν.Δ. από το χωριό Ροδιά Μαλεβιζίου και 1500 μέτρα περίπου Β.Α. από τη Δόξα Μαράθου. Το έτος 1953 καταγράφεται στα τοπωνύμια του χωριού Ροδιάς ως «Καλυπιτή» με τη παρατήρηση πλαγιά. Αποτελεί ράχη νοτικής πλαγιάς που ανατολικά, δυτικά και νότια συνορεύει με ρέματα (ρυάκια).
Η θέση του τοπωνυμίου μας δίνει το δικαίωμα να το ταυτίσουμε με το τοπωνύμιο «Sclavoriachia» του εγγράφου της Μονής της Σφάκας του έτους 1248 καθώς επίσης με το τοπωνύμιο «Cheiropedes» του Χάρτη του Coronelli.
Το έγγραφο της Μονής της Σφάκας έτους 1248 αναφέρει : Casale nomine Doxara. Item habet terram laboratoriam de pasculo, scilicet Sclavoriachia Et la Rodea cum lo Castri et et volce a lo Fundari et a lo Candino et a lo Fodele.
Το τοπωνύμιο Chiroαedes (Chiropedes) του χάρτη του Coronelli βρίσκεται λίγο βορειότερο από το τοτωνύμιο Avececeri (βουλισμένο αλώνι).
Το τοπωνύμιο «Καλυπητή» αποτελεί παραφθορά ρηματικού τύπου του αρχαιοελληνικού ρήματος καλείπω που έχει ταυτόσημη έννοια με τα ρήματα καταλείπω και εγκαταλείπω. Ερμηνεύεται : εγκατάλειψη θέσης μάχης δηλαδή αιχμάλωτος πολέμου.
Σύμφωνα με το αρχαιοελληνικό λεξικό των lidell–Skott : καλλείπω, Επικ. αντί καταλείπω. Καταλείπω, Επικ. επίσης καλλείπω, μέλ. καλλείψω, αόρ. βʹ κάλλῐπον· Ιων. παρατ. καταλείπεσκον – Μέσ. και Παθ., Μέσ. μέλ. (με Παθ. σημασία), επίσης μέλ. καταλειφθήσομαι· I. 1. αφήνω πίσω, σε Ομήρ. Ιλ.· ιδίως, λέγεται για ανθρώπους που πεθαίνουν ή φεύγουν σε μακρινό μέρος, οἷόν μιν Τροίηνδε κιὼν κατέλειπεν Ὀδυσσεύς, σε Ομήρ. Οδ.· κ. τινὰ μόνον, σε Σοφ. κ.λπ.· ομοίως και στη Μέσ., καταλείπεσθαι παῖδας, αφήνω πίσω μου, σε Ηρόδ. κ.λπ. — Παθ., καταλελειμμένος τοῦ ἄλλου στρατοῦ, είμαι μέρος του στρατεύματος που έχει μείνει πίσω, που υπολείπεται, στον ίδ. 2. καταλείπω ως κληρονομιά, κληροδοτώ, σε Ομήρ. Οδ., Αττ.· καταλείψει οὐδὲ ταφῆναι, δεν θα αφήσει αρκετά για να ταφεί, σε Αριστοφ. 3. στη Μέσ. απλώς, αφήνω κάτι σε κάποια κατάσταση, σε Ηρόδ. II. εγκαταλείπω, παρατώ, αφήνω, απαρνιέμαι, παραχωρώ, αφήνω στην τύχη, σε Όμηρ., Αττ. III. 1. αφήνω υπόλοιπο, ὀκτὼ μόνον, σε Ξεν. — Μέσ., κρατώ για τον εαυτό μου, στον ίδ. — Παθ., καταλείπεται μάχη, υπολείπεται κι άλλη μάχη, υπάρχει κι άλλη μάχη να δοθεί, στον ίδ. 2. αφήνω κατά μέρος, στον ίδ.
5. Δαμάστα, Αλλεργιά, Αμαλότοι, Αλόϊδες, Καλυπητή
Η περιοχή μεταξύ Δαμάστας και Αλόϊδων παρουσιάζει τεράστιο τοπωνυμικό ενδιαφέρον αφού βρισκόμαστε στο κέντρο περιοχής που με σύγχρονους γεωλογικούς χάρτες εντοπίζεται η μεγαλύτερη συγκέντρωση σιδήρου στη Κρήτη.
Δαμάστα
Η Δαμάστα είναι οικισμός της δημοτικής ενότητας Τυλίσου του δήμου Μαλεβιζίου. Σύμφωνα με τον Νικόλαο Πλάτωνα το τοπωνύμιο Δαμάστα έχει ετυμολογηθεί ως μάνα γή. Δεν υπάρχουν όμως στη περιοχή αρχαιολογικά ευρήματα για να ευσταθεί αυτή η ερμηνεία.
Ετυμολογία βάσει της Παναγίας : Η παλαιότερη εκκλησία της Δαμάστας είναι η Παναγία ίσως το όνομα να οφείλεται σε προσωνύμιο της Παναγίας (Αδάμαστη). Ίσως πριν την επικράτηση του Χριστιανισμού να υπήρχε ιερό της θεάς Αθηνάς η οποία είχε το προσωνύμιο Αδάμαστη (Αδάμαστα στα δωρικά). Στην Φθιώτιδα υπάρχουνοικισμοί Πάνω και Κάτω Δαμάστα που σχετίζονται με το διπλανό μοναστήρι της Παναγίας της Δαμάστας.
Ετυμολογία βάσει πετρώματος ή παραγωγής χάλυβα : Η περιοχή της Δαμάστας έχει σκληρά πετρώματα. Τα σκληρά πετρώματα στην αρχαιότητα ονομάζόταν και αδάμαντες (αδάμας). Η περιοχή της Δαμάστας έχει σίδηρο και ίσως στην αρχαιότητα υπήρχε παραγωγή χάλυβα. Στα Λατινικά Adamas σημαίνει χάλυβας.
Ετυμολογία ως σκλαβοτοπωνύμιο : Δαμαστά, δαμαστέα αυτά που έχουν δαμαστεί.
δαμάζω (√ΔΑΜ), μέλ. δαμάσω, Επικ. γʹ ενικ. δαμάσσει, επίσης δαμᾷ, δαμάᾳ, γʹ πληθ. δαμόωσι, αόρ. αʹ ἐδάμᾰσα, Επικ. ἐδάμασσα, δάμασσα, προστ. δάμασον, -ασσον, γʹ ενικ. υποτ. δαμάσῃ, -άσσῃ· μτχ. δαμάσας, -άσσας· — Μέσ. Επικ. μέλ. δαμάσσομαι, γʹ ενικ. αορ. αʹ ἐδαμάσσατο, μτχ. δαμασσάμενος — Παθ. μέλ. δεδμήσομαι· ο αόρ. έχει τρεις τύπους: α) ἐδαμάσθην, Επικ. δαμάσθην· β) ἐδμήθην, γʹ ενικ. προστ. δμηθήτω, μτχ. δμηθείς, Δωρ. δμᾱθείς(;)· γ) ἐδάμην [ᾰ], Επικ. δάμην, γʹ πληθ. δάμεν· Επικ. υποτ. δαμείω, βʹ και γʹ ενικ. δαμήῃς, -ήῃ, βʹ πληθ. δαμείετε, ευκτ. δαμείην, απαρ. δαμῆναι, Επικ. δᾰμήμεναι, μτχ. δαμείς, παρακ. δέδμημαι, Επικ., γʹ πληθ. υπερσ. δεδμήατο· εξημερώνω, τιθασεύω, εξουδετερώνω, ακινητοποιώ· I. λέγεται για ζώα, εξημερώνω, δαμάζω, φέρνω κάτω από το ζυγό, τιθασεύω, υποτάσσω· — Μέσ., κάνω το ίδιο για τον εαυτό μου, σε Όμηρ., Ξεν. II. λέγεται για παρθένες, υποτάσσομαι σε έναν σύζυγο, σε Ομήρ. Ιλ.· — Παθ., εξαναγκάζομαι ή παραπλανώμαι, σε Όμηρ. III. 1. υποδουλώνω ή κατακτώ, στον ίδ. — Παθ., είμαι υπόδουλος σε κάποιον άλλο, στον ίδ.· (από όπου δμώς, δμωή). 2. πλήττω θανατηφόρα, σκοτώνω, σε Ομήρ. Οδ. 3. λέγεται για το κρασί και άλλα παρόμοια, υπερνικώ, κατανικώ, εξουδετερώνω, σε Όμηρ.· — Παθ., καταβάλλομαι, νικιέμαι, δεδμημένοι ὕπνῳ, σε Ομήρ. Ιλ.· οἱ δμαθέντες, οι νεκροί, σε Ευρ.
Αλλεργιά
Το τοπωνύμιο «Αλλεργιά» σύμφωνα με τους χάρτες ΓΥΣ βρίσκεται 1.500 μέτρα Β.Δ. του χωριού Δαμάστα και 3.000 μέτρα ανατολικά του χωριού Αλόιδες.
Το τοπωνύμιο «Αλλεργιά» δεν έχει καμμιά σχέση με τη γνωστή λέξη αλλεργία < λόγιο ενδογενές δάνειο: (άμεσο δάνειο) γερμανική Allergie < αρχαία ελληνική ἄλλος + ἔργον.
Η ετυμολογία του τοπωνυμίου «Αλλεργιά» είναι από τις λέξεις : αλέα + έργον.
Σύμφωνα με το αρχαιοελληνικό λεξικό των lidell–Skott : ἀλέα (Α) [ᾰ], Ιων. ἀλέη, ἡ (ἀλέομαι), διαφυγή, απόδραση, σε Ομήρ. Ιλ.· με γεν., καταφύγιο, άσυλο από, ὑετοῦ, σε Ησίοδ.
Το τοπωνύμιο ερμηνεύεται ως περιοχή που υπήρχε απόδραση σκλάβων που είχαν εγκατασταθεί στην ευρύτερη περιοχή.
Αμαλότοι
Το τοπωνύμιο «Αμαλότοι» βρίσκεται 1.500 μέτρα ανατολικά του χωριού Αλόιδες και 1.500 μέτρα δυτικά του τοπωνυμίου «Αλεργιά».
Σύμφωνα με το Λεξικό Κριαρά : αμάλωτος, επίθ. — ουσ., βλ. αιχμάλωτος. αιχμάλωτος, επίθ. — ουσ.· αιγμάλωτος· αμάλωτος· ομάλωτος. 1) Δούλος: αιχμάλωτον σ’ εκράτησα κι αυθέντρια εγεγόνεις (Διγ. Z 774). 2) Που δεν έχει πατρίδα, που περιπλανάται: (Pιμ. Bελ. ρ 976)· εγίνονταν αιχμάλωτοι όλης της οικουμένης (Xρον. Mορ. P 1259). 3) Δυστυχισμένος, ταλαίπωρος, κατατρεγμένος: Nεκράν με βλέπεις σήμερον, αιχμάλωτον κειμένην (Kαλλίμ. 606). [αρχ. επίθ. αιχμάλωτος. O τ. αιγμ και σήμ. ποντ. (IΛ). H λ. και σήμ.]
Το τοπωνύμιο ερμηνεύεται ως περιοχή που είχαν εγκατασταθεί αιχμάλωτοι.
Αλόιδες
Οι Αλόιδες είναι οικισμός του δήμου Μυλοποτάμου, της περιφερειακής ενότητας Ρεθύμνης, στην περιφέρεια Κρήτης. Ο οικισμός αναφέρεται σε όλες τις απογραφές της ενετικής περιόδου. Συγκεκριμένα από τον Φραντσέσκο Μπαρότσι το 1577 ως Aloidhes της επαρχίας Μυλοποτάμου, στην απογραφή του 1583 από τον Καστροφύλακα αναφέρεται ως Alloides με 90 κατοίκους και το 1630 ο Βασιλικάτα το αναφέρει ως Aloides. Στην οθωμανική απογραφή του 1671 αναγράφεται ως Aloydes με 9 χαράτσια. Το 1881 αναφέρεται ως Αλόιδαις με 133 κατοίκους, όλοι χριστιανοί, στον δήμο Δαμάστας.
Διοικητικά, μετά την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, ο οικισμός υπαγόταν μέχρι το 1997 στην επαρχία Μυλοποτάμου ως έδρα κοινότητας, ενώ στη συνέχεια υπήχθη στον καποδιστριακό δήμο Κουλούκωνα. Από το 2011 ανήκει στον καλλικρατικό δήμο Μυλοποτάμου.
Σύμφωνα με το αρχαιοελληνικό λεξικό των lidell–Skott : ἀλλο-ειδής, -ές (εἶδος) ή ἀλλο-ῐδής, -ές (ἰδέα), αυτός που έχει διαφορετική εμφάνιση, ουδ. πληθ. ἀλλοειδέα (που πρέπει να είναι — — —) ή ἀλλοϊδέα, που πρέπει να είναι — υ υ —, σε Ομήρ. Οδ.
<ἀλλοειδής>· ἀλλοφανής (ν 194)
Το τοπωνύμιο ερμηνεύεται ως περιοχή που είχαν εγκατασταθεί άνθρωποι άλλου είδους, πιθανόν δούλοι – σκλάβοι – αιχμάλωτοι πολέμου.
Καλυπητή
Το τοπωνύμιο «Καλυπητή» σύμφωνα με τους χάρτες ΓΥΣ βρίσκεται 1800 μέτρα Ν.Α. από το χωριό Σίσες στα όρια των νομών Ηρακλείου – Ρεθύμνου. Σύμφωνα με το Γιάννη Κουγιουμουτζάκη (Δαμάστα) βρίσκεται μεταξύ των περιφερειών των χωριών Σίσες (Π.Ε. Ρεθύμνου) και Δαμάστα (Π.Ε. Ηρακλείου).
Το τοπωνύμιο όπως είδαμε, ερμηνεύεται ως περιοχή που είχαν εγκατασταθεί αιχμάλωτοι πολέμου.
Τα τοπωνύμια Δαμάστα, Αλλεργιά, Αμαλότοι, Αλόιδες και Καλυπητή αποτελούν ενιαία ενότητα που στην αρχαιότητα υπήρχε εγκατάσταση σκλάβων (αιχμαλώτων πολέμου). Η εγκατάσταση αυτή σχετίζεται με τη λειτουργία μεταλλείων σιδήρου που υπήρχαν στη περιοχή.
6. Σκλαβόκαμπος, Επίσκοπος, Κάνασος
Σκλαβόκαμπος
Οι Γωνιές είναι οικισμός της δημοτικής ενότητας Τυλίσου του δήμου Μαλεβιζίου. Το τοπωνύμιο «Σκλαβόκαμπος» είναι γνωστό από τον Αρχαιολογικό χώρο Μινωϊκού οικισμού που βρίσκεται 2.5 ΚΜ περίπου Ανατολικά από τις Γωνιές. Σύμφωνα με το χάρτη ΓΥΣ κλίμακας 1:5000 «Σκλαβόκαμπος» ονομάζεται σχεδόν ολόκληρη η περιοχή μεταξύ Γωνιών και του αρχαιολογικού χώρου.
Το τοπωνύμιο Sclavocambo αναφέρεται σε έγγραφο του 1327 (Γάσπαρης, Γη πιν. 13).
Επίσκοπος
Το τοπωνύμιο «Επίσκοπος» βρίσκεται 500 μέτρα περίπου Βόρειο – Δυτικά από τον αρχαιολογικό χώρο του Σκλαβόκαμπου. Τεκμηριώνεται από το χάρτη ΓΥΣ κλίμακας 1: 5000.
Σύμφωνα με το αρχαιοελληνικό λεξικό των lidell–Skott : ἐπί-σκοπος, ὁ, 1. επιτηρητής, αυτός που επιβλέπει, φρουρός, φύλακας, προστάτης, κηδεμόνας, σε Όμηρ., Σοφ.· λέγεται για πολιούχους θεούς, σε Σόλωνα κ.λπ. 2. με δοτ., ἐπ. Τρώεσσι, κάποιος που έχει τεθεί ως κατάσκοπος αυτών, σε Ομήρ. Ιλ. 3. δημόσιος λειτουργός, αξιωματούχος, επιστάτης, έφορος, επόπτης, απεσταλμένος σε υποτελείς πόλεις, σε Αριστοφ. 4. επίσκοπος, σε Κ.Δ.
Στα λατινικά Episcopus μεταξύ άλλων σημαίνει και δεσμότης (Λεξικό GLOSBE).
Κάνασος
Το τοπωνύμιο «Κάνασος» βρίσκεται 1000 μέτρα περίπου Βόρεια από τον αρχαιολογικό χώρο του Σκλαβόκαμπου. Στην περιοχή έχουν εντοπισθεί ευρήματα των ρωμαϊκών χρόνων.
Τα τοπωνύμια : Lida (όνομα οικισμού που αναφέρεται σε νοταριακό έγγραφο του νοταρίου B. de Brixano του 1301, ο Τσουγκαράκης το τοποθετεί κοντά στο χωριό Γωνιές Μαλεβιζίου), Ladhichia (Τσιρπανλής, Κατάστιχο 30), Lateicha (απεικονίζεται στο χάρτη Coronelli κοντά και ανατολικά των Γωνιών) ταυτίζονται και αποτελούν παραφθορές της λατινικής λέξης Dediticius που σημαίνει αιχμάλωτος πολέμου. Δηλαδή υπήρχε ιστορικά οικισμός με αυτές τις ονομασίες στην ευρύτερη περιοχή του Σκλαβόκαμπου, Επίσκοπου και Κάνασου.
Τα τοπωνύμια Σκλαβόκαμπος, Επίσκοπος και Κάνασος αποτελούν ενιαία ενότητα που στην αρχαιότητα υπήρχε εγκατάσταση σκλάβων (αιχμαλώτων πολέμου).
7. Εύγασος
Το Αστυράκι είναι οικισμός της δημοτικής ενότητας Τυλίσου του δήμου Μαλεβιζίου. 2 ΚΜ περίπου ανατολικά βρίσκεται το ύψωμα «Εύγασος». Το τοπωνύμιο αυτό τεκμηριώνεται από την ονομασία τριγωνομετρικού σημείου σύμφωνα με τους χάρτες ΓΥΣ με υψόμετρο Η=735,90 μέτρα.
Το τοπωνύμιο «Εύγασος» ετυμολογείται από την τέλεια παθητική μετοχή evasus (= δραπέτευσε), του λατινικού ρήματος evado που σημαίνει γλιτώνω, δραπετεύω, ξεφεύγω.
Πιθανολογείται το ύψωμα Εύγασος να αποτελούσε καταφύγιο σε απελπισμένους σκλάβους που βρισκόταν στη περιοχή.