Παραμένει η γοητεία της ξεχασμένης και υψηλότερης σιδηροδρομικής γέφυρας στην Ελλάδα με ύψος 99 μέτρα που ορθώνεται μέσα σε ένα μαγευτικό τοπίο, στα δυτικά του χωριού Σταμνός, περίπου 25 χιλιόμετρα από την Λαμία.Ελάχιστοι όμως γνωρίζουν πως προέκυψε το όνομά της και υπάρχουν αρκετοί θρύλοι γι αυτό.
Καμία σιδερένια κατασκευή δε συγκρίνεται με τη γέφυρα της Παπαδιάς, ένα έργο απαράμιλλης ομορφιάς που πλέον έχει σταματήσει να προσφέρει τις υπηρεσίες του.Τα τρένα πάντα θα προκαλούν δέος στους φίλους των σιδηροδρομικών ταξιδιών με την ομορφιά που προσφέρουν στη διαδρομή τους.
Η γέφυρα της Παπαδιάς είναι τμήμα της σιδηροδρομικής γραμμής Πειραιώς – Λάρισας και όπως αναφέρει το athenstransport.com, σχεδιάστηκε τη δεκαετία του 1880 και η υλοποίηση του έργου ξεκίνησε το 1889 επί πρωθυπουργίας Χαρίλαου Τρικούπη.Τελικά, όλα τα έργα ολοκληρώθηκαν ως το 1908 και στις 24 Αυγούστου το πρώτο τρένο έκανε το δρομολόγιο Αθήνα – Λάρισα σε 12 ώρες και 45 λεπτά .
Με την κατασκευή του νέου σιδηροδρομικού δικτύου το τρένο δεν τη διασχίζει πια. Αν και κατά καιρούς έχουν ακουστεί υπουργικές υποσχέσεις ότι θα αξιοποιηθεί ως τουριστική γραμμή .
Η γέφυρα της Παπαδιάς έχει περάσει πολλά.Eχει ανατιναχθεί και γκρεμισθεί δύο φορές κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου: Μία από τους Άγγλους κατά την αποχώρησή τους το 1941 και μία από τους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους από την Ελλάδα τρία χρόνια αργότερα.
Ο μύθος πίσω από το όνομα της γέφυρας
Υπάρχουν αρκετοί μύθοι γύρω από το όνομά της.Σύμφωνα με τον επικρατέστερο, το όνομά της οφείλεται σε μία παπαδιά από ένα γειτονικό χωριό που αυτοκτόνησε στη χαράδρα αφού πρώτα είχε σκοτώσει με τα χέρια της το ίδιο της το παιδί.
Η παπαδιά ζούσε στο χωριό μαζί με τον άντρα της και το μονάκριβο παιδί τους. Ο γιός τους, ιδιαίτερα παραδόπιστος όταν έφτασε στην ηλικία των 18 ξενιτεύτηκε στην Αμερική για ένα καλύτερο μέλλον.Εκεί γρήγορα απέκτησε πολλά χρήματα, αλλά ξέχασε και γονείς και συγγενείς .Δεν έστειλε ποτέ στους γονείς του, ούτε ένα δολάριο αλλά ούτε ένα γράμμα για να μάθουν νέα του.Όταν πέρασαν περίπου 30 χρόνια όλοι τον θεωρούσαν πεθαμένο.
Κάποια μέρα ο γιος επέστρεψε στο χωριό,και παρουσιάστηκε ως Μικρασιάτης Ελληνοαμερικάνος. Όταν βράδιασε και οι κάτοικοι άρχισαν να επιστρέφουν στα σπίτια τους, κάποιος κάτοικος του χωριού προσφέρθηκε να τον φιλοξενήσει.Εκείνος τον ευχαρίστησε αλλά δεν δέχθηκε. Ήθελε να μείνει στο σπίτι του παπά.
Πρόθυμα ο παπάς και η παπαδιά δέχθηκαν να φιλοξενήσουν τον «ξένο».Απέφυγε όμως να τους αποκαλύψει την πραγματική του ταυτότητα ώστε να τους κάνει έκπληξη την επόμενη ημέρα. Όταν έφτασε η ώρα να κοιμηθούν, η παπαδιά κατάφερε να κάμψει τις όποιες αντιστάσεις είχε ο παπάς, πείθοντάς τον ότι έπρεπε να τον δολοφονήσουν για να του πάρουν τα χρήματα.Μην αφήνουμε την τύχη να μας φύγει του είπε.Τον σκοτώνουμε, εξαφανίζουμε το πτώμα και λέμε στους χωριανούς πως έφυγε νύχτα.Κανείς δε θα μάθει τίποτα.
Έτσι σκότωσαν το φιλοξενούμενο και έριξαν το πτώμα σε ένα κάρκανο. Όταν γύρισαν στο σπίτι, έτρεξαν και πήραν το πορτοφόλι με τα χρήματα. Μέσα όμως υπήρχε μία ταυτότητα που έδειχνε ότι ήταν ο γιος τους. Το παιδί τους που γύριζε στους γονείς του.Η παπαδιά, ανήμπορη να αντέξει τις τύψεις που σκότωσε το ίδιο της το παιδί, πήγε στη χαράδρα όπου έβαλε τέλος στη ζωή της. Κι από τότε η γέφυρα που χτίστηκε αργότερα πήρε τ’ όνομα της. Γέφυρα της Παπαδιάς.
Πηγή φωτογραφίας Lamianow.gr