Υπάρχει από παλιά μια Γαλιανή περιφέρεια, κοντά στο Φράγμα της Φανερωμένης, που και σήμερα την λέμε "Στου Χάρου ν-τη Βρύση".
Για να πάει κάποιος ως εκεί, θα πρέπει από τον νεοασφαλτοστρωμένο δρόμο της Γαλιάς, που οδηγεί προς στο Φράγμα, πριν την μεγάλη στροφή αριστερά, να στρίψει επίσης αριστερά σε κάποιο χωματόδρομο. Προχωρόντας δυτικά τον δρόμο αυτόν, μας οδηγεί στην περιοχή της Βίκου.
Εδώ η Βίκος που θα συναντήσουμε, είναι σήμερα τοποθεσία και αγροτική περιοχή της Γαλιάς, άλλα κάποτε όμως ήταν ένα Βοριζανό μετόχι, που τα σπίτια, αν και είχαν ήδη γκρεμιστεί την δεκαετία του '60, σώζονταν ακόμα οι περισσότεροι τοίχοι. Σήμερα όμως δεν υπάρχουν καν, γιατί έχουν καλλιεργηθεί τα χωράφια και έχουν φυτευτεί ελιές. Οι πέτρες όλες έχουν γίνει τράφοι και περιφράσουν τα χωράφια.
Όση έκταση όμως είχε το χωριό, έγινε αργότερα ιδιοκτησία του Στεφανουδάκη Μιχάλη η Σαλαμανίκο. Τώρα ανήκει στους απογόνους του.
Περνώντας την κατηφόρα της Βίκου, σχετικά κοντά, είναι και η περιοχή "Του Χάρου η Βρύση".
Το μέρος έχει πολλές μυρτιές και φασκομηλιές, και μάλιστα εδώ συναντάμε και το περιβόητο φυτό "γλυκόριζα", που από τη ρίζα του κάποτε που ξέραιναν, την κοπάνιζαν, έβγαζαν μια γλυκαντική σκόνη, που την χρησιμοποιούσαν στην κατοχή οι μανάδες για τα παιδιά τους, αφού δεν είχαμε εισαγωγές ζάχαρης, αφού και να υπήρχε, ήταν πολύ ακριβή.
Στα πρωτοβρέξα μάλιστα, έλεγαν τα παιδιά:
"Βρέξε Θεέ μου και στα κουκιά μας!
Βρέξε Θεέ μου και στα χασίλια μας!
Βρεξε Θεέ μου στα Βορίζα, να γεννούν τα γλυκορίζα.
Βρέξε Θεέ μου στη Γαλιά, να γεννούνε τα κουκιά"!
Όσο για του Χάρου τη Βρύση, λέμε πως δεν πρόκειται για κάποια κοινή βρύση, πρόκειται για μια φυσική πηγή νερού, όπως λέμε στην Κρήτη "Καβούσι".
Κάποτε η πηγή αυτή έβγαζε αρκετή ποσότητα νερού χειμώνα καλοκαίρι. Σήμερα τρέχει ελάχιστα. Το μέρος από ψηλά, πριν κατέβουμε δηλαδή στην πηγή, έχει πανοραμική θέα προς τα δυτικά. Αν κατέβουμε την ρεματιά, και προσέξουμε, θα δούμε πως έχει και άλλες φυσικές πηγές, και ο συνολικός όγκος νερού από όλες αυτές, ήταν κάποτε πολύ μεγάλος.
Κάποια ποτάμια εκεί συνέλεγαν τα νερά αυτά, και σε κάποια σημεία τους σχημάτιζαν βαθειούς λάκκους, που λειτουργούσαν σαν φυσικές δεξαμενές.
Εδώ οδηγούσαν διό δρόμοι, ο ένας περνούσε αριστερά επί την πλαγιά, και πήγαινε στην Φανερωμένη, και άλλος ένας δεξιά, που πήγαινε Γαλιά και Φανερωμένη.
Από τους δρόμους αυτούς ερχόταν βοσκοί η περαστικοί, και πότιζαν τα ζωντανά τους, τα νεοφυτεμενα δέντρα τους, η έπαιρναν κρύο νερό για το σπίτι.
Μια όμως ήταν η κύρια πηγή νερού με την ονομασια "Του Χάρου η Βρύση", και αυτή διαμορφώθηκε μετά το 1940, από τον τότε ιδιοκτήτη του κτήματος, που δεν ήταν άλλος από τον ιερέα του χωριού μας, τον Χουστουλάκη Γιώργη, κοινώς παπα Γιώργη. Η πηγή ήταν αδιαμόρφωτη, και δύσκολα μπορούσε κάποιος να πιει νερό.
Ο παπά Γιώργης όμως την διαμόρφωσε έτσι, που να μοιάζει με μικρή σπηλιά.
Έφτιαξε να δηλαδή ένα μικρό τσιμεντάρισμα μπροστά κάτω, με ειδικό κυκλικό σκαλοπάτι, για να γονατίζουν οι περαστικοί και να πίνουν νερό, χωρίς να λερώνονται στη λάσπη.
Εκεί στο σκαλοπάτι αυτό, άφηνε συνήθως ο παπάς ένα ντενεκάκι γάλακτος νουνού "Βλάχας", για να το βουτάνε οι περαστικοί στο δροσερό νερό, και να πίνουν.
Πρίν το κάνει αυτό, κάρφωνε ένα καλάμι, και επάνω εκεί τοποθετούσε το ντενεκάκι, αν και πολλοί περαστικοί το έπαιρναν σπίτι τους, για να πίνουν τα παιδιά τους το γάλα. Βλέπεις και αυτό ακόμα, ήταν δυσεύρετο κάποτε!
Ο παπα Γιώργης, διαμόρφωσε επίσης και τον περιβάλοντα χώρο αρκετά. Υπήρχε από πάνω από την πηγή μια μεγάλη χαρουπιά, και απέναντι της, υπήρχαν τριγύρω πολλά πανύψηλα πλατάνια. Αυτός ήταν και ο λόγος, που αργότερα στον διαμορφωμένο αυτόν χώρο, γινόταν πολλά ζεύκια, κυρίως σε γάμνους και βαφτίσεις.
Το χωριό μας τότε η Γαλιά ήταν από τα λίγα τυχερά χωριά, που είχε τρία τέσσερα τέτοια μέρη με ψηλά πλατάνια και δροσερά τρεχούμενα νερά, κατάλληλα για ζεύκια τους καλοκαιρινούς μήνες. Τέτοια ήταν "στου Αγγέλου το Καβούσι" στου Βελούδη, "στου Κανόνη το Καβούσι" στον Φτεριά, "στην Γριά Κουτσουνάρα", "στα Καπελωνιανά", και καμιά φορά "στην Απόλυχνο".
Να πούμε εδώ, πως η Γαλιά είχε τόσα πολλά τρεχούμενα νερά κάποτε, που οι παλιοί λέγανε πως έρχονται από τον Καύκασο! Το λέγανε αυτό, γιατί θεωρούσαν, πως οι βροχοπτώσεις στην Κρήτη, δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν τόσες τεράστιες ποσότητες νερού, για όλο τον χρόνο!
Μια πηγή που φέρνει …"ανατριχίλα"!
Εδώ σε αυτήν την πηγή, έχουμε μια μυστηριώδη ονομασία, καθώς η παράδοση την αναφέρει σαν "Του Χάρου τη Βρύση". Αυτή η ονομασία από μόνη της, ήταν και η αιτία που η πηγή αυτή νερού, ήταν για χρόνια παρεξηγημένη.
Ο λόγος, οι διφορούμενες απόψεις γύρω από την ιστορία της περιοχής, που έλαβαν χώρα επί τουρκοκρατίας. Ενώ άλλοι τους άρεσε να επισκέπτονται την περιοχή, άλλοι πάλι φοβόταν καν να πλησιάσουν! Γιατί φοβόταν; Γιατί κάποτε ο "Χάρος" έπαιξε εδώ κάποτε τον να δικό του ρόλο.
Αυτό το μαρτυρούν, οι παλιές ιστορίες, που πολλοί από μας είχαμε ακούσει από τους γονείς μας και τους παππούδες μας. Ήταν ιστορίες ανατριχιαστικές, και αυτό είναι και η αιτία, που κάποιοι δείλιαζαν να πλησιάσουν το μέρος.
Περισσότερο φοβόταν τα παιδιά, επειδή τους λέγανε πως εκεί τα βράδυα "φαντάσει"! Βγαίνουν δηλαδή τα Φανταρά (Φαντάσματα)!
Αντίθετα, κάποια άλλα παιδιά, τρελαίνονταν να πηγαίνουν στου Χάρου τη Βρύση, και ο λόγος που είχε πολύ δροσιά, είχε άφθονα κρύα νερά, και στις φυσικές κολύμπες τα καλοκαίρια έκαναν μπάνιο! Από αυτό το νερό που έρεε άφθονο, γέμιζε ένας τσιμεντένιος αγωγός, και το οδηγούσε μέχρι τα "Κάτω Περβόλια' που ήταν πιο κάτω, που ποτιζόταν πολλά εσπεριδοειδή δένδρα και πολλά περιβόλια.
Άλλα παιδιά όμως, δεν πατούσαν το πόδι τους στου Χάρου τη Βρύση, γιατί έτρεμαν στην ιδέα, πως ήταν "περιοχή του Χάρου", και θα συναντήσουν τις ψυχές των νεκρών, ειδικά τη νύχτα! Φοβόταν όμως πολλοί, και για άλλον ένα λόγο, γιατί η ίδια η περιοχή, τους φαινόταν αποκορουστική! Έμοιαζε μεν με μικρή στέπα, ήταν και αρκετά σκοτεινή, αφού ήταν σε λάκκο, και τα δένδρα σκέπαζαν τον ήλιο.
Όσα παιδιά ή μεγάλοι, δεν ήταν εξοικειωμένοι με την άγρια φύση, φυσικά φοβόταν, οι υπόλοιποι δεν είχαν κανένα πρόβλημα! Ιστορία και μυστήριο.
Για αυτήν λοιπόν την "Βρύση του Χάρου", εμπέκεται η φαντασία του ανθρώπου, οι σχετικές δισειδαιμονίες με τα φανταρά κλπ, και προ παντός η τοπική ιστορία, με τις μακάβριες διηγήσεις. Η αλήθεια είναι, πως πράγματι το όνομα της η πηγή δεν το πήρε τυχαία. Συνδέεται τουλάχιστον με έναν φόνο στο μέρος αυτό, γιατί στην ευρύτερη περιοχή είχαμε πολυ περισσότερους, επί Τουρκοκρατίας.
Όλες αυτές οι παλιές ιστορίες που έλαβαν χώρα στου Ποταμίτη το Μύλο, στη Πόδε Βίκο, στην Κάτω Βίκο κλπ, τις είχαμε ακούσει πολλές φορές σαν παιδιά από τους παλιούς, με κάποιες μικρές παραλαγές. Προσωπικά, για το χωριό "στου Ποταμίτη" που ήταν από κάτω από του Χάρου τη Βρύση, έχω ακούσει, πως υπήρχαν λίγα σπίτια Ελλήνων, δίπλα στον νερόμυλο.
Εν ολίγοις έχω ακούσει τα εξής:
Στου Ποταμίτη, λέγανε, γινόταν κάποτε επί τουρκοκρατίας ένας γάμος. Γλεντούσαν οι άνθρωποι τη χαρά τους, και από του Χάρου τη Βρύση που ήταν πιό πάνω, ακουγόταν τα όργανα, τα τραγούδια, τα γέλια και οι χαρές. Τέσσερις τούρκοι έτυχε να περνάνε από του Χάρου τη Βρύση, και πήγαν προφανώς να ποτίσουν τα άλογα τους. Πιό δίπλα ήταν δυο παιδιά, και τα ρώτησαν, τι ακριβώς γίνεται εκεί κάτω. Αυτά τους είπαν, πως στο χωριό γίνεται ένας γάμος. Ο ένας τούρκος, είπε στα παιδιά, να πεταχτούν στο χωριό, και να πουν του γαμπρού, να πάει μέχρι τη πηγή που τον θέλουν.
Πάνε πράγματι τα παιδιά, και ειδοποιούν τον γαμπρό και πάει από εκεί,β στου Χάρου τη Βρύση δηλαδή, που τον περίμεναν οι Τούρκοι.
Μόλις ο γαμπρός πήγε, πιάνουν οι Τούρκοι, που ήταν γεννημένοι φονιάδες, και τον σφάζουν επιτόπου. Δεν τον έσφαξαν μόνο, αλλά τον άνοιξαν, έβγαλαν το σηκώτι του, και πήγαν μετά και εκείνοι στο γλέντι.
Βρήκαν τον ψήστη, και του λένε, " Πιάστε έτηνε τη χοιρινή σηκωταριά, που σας ε- φέραμε να πχήτε κι από μας ένα κρασί"!
Πράγματι, εκείνοι πήραν την σηκωταριά νομίζοντας την πως είναι χοιρινή, και εν αγνοία τους την έψησαν και την φάγανε, ενώ οι δυο τούρκοι, ευχήθηκαν "να ζήσει το αίτιο", και έφυγαν.
Ανεζήτησαν όμως σύντομα στο γλέντι τον γαμπρό, και άρχισαν αμέσως να τον ψάχνουν. Δεν άργησαν να βρούν το κουφάρι του, κάπου εκεί στην πηγή.
Λέει εδώ η προφορική παράδοση, πως οι ντόποιοι χαίνηδες, δεν έμειναν άπρακτοι, έψαξαν και βρήκαν αυτούς τους τέσερις φονιάδες, και τους έσφαξαν όλους με τον ίδιο τρόπο, και τους τέσσερις!
Από ότι λένε, αυτό ήταν και η βασική αιτία, που δραστηριοποιήθηκε ο αγάς από τις Κούρτες, και εξαμόλησε κάπου 15 με 20 ρέμπελους ληστοσημορίτες, για εκδίκηση, με σκοπό να κάψουν όλα τα χωριά της περιοχής.
Θα πρέπει να συνέβησαν όλα αυτά, στον μεγάλο ξεσηκωμό του 1966, αφού μετά σαν αντεκδίκηση οι Τούρκοι, έκαψαν ολοσχερώς τρία χωριά, το χωριό στου Ποταμίτη, την Πόδε και την Κάτω Βίκο.
Αυτά βέβαια τα γεγονότα τα έχουμε περιγράψει σε προηγούμενο άρθρο, με τίτλο: "Η ΜΕΓΆΣΛΗ ΣΦΑΓΉ ΣΤΟ ΣΠΊΤΙ ΤΟΥ ΡΕΤΖΈΠ ΑΓΑ ΣΤΗ ΓΑΛΙΑ". .
Ακούγαμε επίσης κι άλλα από τους παλιούς, πως στη Πόδε Βίκο, τα σκυλιά ειδοποιούσαν με το γαύγισμα τους όταν ερχόταν Τούρκοι, έτσι προλάβαιναν και κρυβόταν όλοι, και τις περισσότερες φορές την γλυτωναν!
Μια μερα στην Πόδε Βίκο, μια γυναίκα, λέει, ύφαινε, και καθώς τύλιγε την κλωστή στην ανέμη, καθώς έτριζε ο άξονας κάτω στο ξύλο, έβγαζε ένα ήχο που έμοιαζε με την λέξη "Τούρκοι". Συνεχώς λοιπόν άκουγε η γυναίκα την ανέμη να λέει "τούρκοι", "τούρκοι", "τούρκοι", και φυσικά κατάλαβε και εκείνη, όπως και όλοι στο μικρό χωριό, πως από στιγμή σε στιγμή έρχονται οι τούρκοι να κάψουν το χωριό, όπως και έγινε κάποια στιγμή, αφού ήταν ήδη αναμενόμενο.
Από ότι καταλαβαίνει κανείς, έχει χυθεί πολύ αίμα στην περιοχή, καίγοντας οι Τούρκοι τρία χωριά, και μάλιστα με τόσο βίαιο τρόπο.
Οι Τούρκοι ληστοσημορίτες, όχι μόνο βίαζαν γυναίκες έγκυες και νεαρά ανήλικα κορίτσια, τους σκότωναν μετά όλους, ακόμα και τα παιδιά.
Τις έγκυες γυναίκες τις ξεκοίλιαζαν και σκότωναν το έμβρυο. Στην συνέχεια, διαγούμιζαν ότι έβρισκαν στα σπίτια, και έβαζαν τέλος έναν από την παρέα τους, να "λαλεί τα οζά", δηλαδή να πάρει όλα τα ζώα, άλογα ή αιγοπρόβατα, και να τα πάει στις Κούρτες, για να τα μοιραστούν μετά όλοι μαζί στο τέλος. Τελική πράξη, ήταν να καίνε τα χωριά, για να μην αφήνουν ίχνη της βιαιοπραγίας τους.
Αυτά όλα, ήταν και η αιτία, η περιοχή να ονομαστεί "Στου Χάρου ν-τη Βρύση", περιοχή δηλαδή, που πλανώνται οι ψυχές των σκοτωμένων. Και επειδή όπου έχουν γίνει τόσα φονικά, λέγανε παλιά πως φαντάσει το μέρος, γιατί αιωρούνται στον αέρα οι ψυχές των νεκρών.
Να μην ξεχνάμε, πως και τα τρία χωριά, ήταν πολύ κοντά στου Χάρου τη Βρύση.
Υπήρχε γενικά αυτή η παγωμένη διάθεση, σε ελάφροίσκιοτους κυρίως, να επισκεφτούν την περιοχή, για τους λόγους που ήδη αναφέραμε. Να πούμε τέλος, πως ο παπα Γιώργης όταν καθάριζε το μέρος και έκοβε κάποια δένδρα, καθώς και τον μεγάλο γέρο πλάτανο, τον έσυρε επάνω στη μεγάλη ανηφόρα με άλογα που έχει ζέψει, και πήγε τα κομμάτια στον μαραγκό, για να τον κόψει στην κορδέλα, και μετά να τα πλανίσει να κάνει τάβλες.
Όμως ο κορμός του Πλατάνου ήταν γεμάτος σφαίρες! Αυτές φυσικά οι σφαίρες, κάθε φορά αχρίστευαν την κορδέλα του μαραγκού! Ήταν οι σφαίρες από τα ξεσπάσματα των πυροβολισμών στα γλέντια! Από τα παιδιά του παπα Γιώργη, το κτήμα "Στου Χάρου τη Βρύση", το κληρονόμησε η Μαρία του, μετά το κληρονόμησε μια κόρη της Μαρίας, και στο τέλος εκείνη το πούλησε σε άγνωστο πλέον ιδιοκτήτη, πάλι από την Γαλιά.
Ο νέος βέβαια ιδιοκτήτης, μετά από τόσα χρόνια, και πάλι βρήκε μη προσβάσιμη τη πηγή, και έτσι καθάρισε και πάλι την περιοχή, να μπορεί να είναι κι οι οι σλι να επισκέψιμη.
Συνοψίζοντας λοιπόν τι σημαίνει σήμερα "Στου Χάρου τη Βρύση" λέμε πως είναι τόπος με ενδημικά φυτά, όπως η γλυκόριζα.
- Είναι τόπος με πλούσια βλάστηση και όαση δροσιάς.
- Είναι τόπος κυνηγιού, αφού έχει πολλούς λαγούς και πολλά πουλιά.
- Είναι επίσης τόπος με ιστορία, αφού συνδέεται στενά με δραματικά γεγονότα.
- Τέλος είναι τόπος διφορούμενος, που σε άλλους τρομάζει η πυκνή βλάστηση και η σκοτεινή ιστορία, και άλλους τόπος αναψυχής!
Κείμενο – Φωτογραφίες: Γεώργιος Χουστουλάκης