Το μπουγιουρντί είναι μια από τις πολλές λέξεις που μας έχει κληροδοτήσει η περίοδος της οθωμανικής κυριαρχίας, λέξεις της οθωμανικής διοίκησης και καθημερινότητας, που μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους έμειναν άνεργες αλλά προσέλαβαν καινούργιες σημασίες.
Το μπουγιουρντί είναι λέξη τούρκικης προέλευσης και σήμαινε αρχικά την έγγραφη διαταγή αξιωματούχου της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (τουρκ. buyurdι γ’ εν. του ρ. buyur: διατάζω).
Σήμερα σημαίνει το επίσημο έγγραφο, ιδίως διαταγή, συνήθως με δυσάρεστο οικονομικό περιεχόμενο. Άλλωστε είναι γνωστή η φράση: “Μου ήρθε το μπουγιουρντί από την εφορία”.
Από την άλλη, υπάρχει και το νόστιμο μπουγιουρντί, που αποτελεί μεζέ της ελληνικής κουζίνας. Ο γαστρονομικός όρος μπουγιουρντί μοιάζει ελληνική πατέντα, και ίσως η ονομασία να ήταν αρχικά έμπνευση ενός ευφυούς εστιάτορα που έπιασε και επεκτάθηκε.
Η ονομασία μπουγιουρντί του δόθηκε ακριβώς επειδή το αποτέλεσμα είναι αρκετά καυτερό. Φτιάχνεται με φέτα, ψιλοκομμένες ντομάτες, πιπεριές, ελαιόλαδο και προαιρετικά κρεμμύδι, τα οποία ανακατεύονται και συνδυάζονται κυρίως με πάπρικα, πιπέρι και ρίγανη, αλλά και διάφορα παραδοσιακά ελληνικά τυριά, λαχανικά, μυρωδικά χόρτα και μπαχαρικά.
Ψήνεται μέχρι να λιώσει η φέτα σε παραδοσιακό μικρό πήλινο σκεύος στον φούρνο, αν και τελευταία χρησιμοποιείται συχνά αλουμινόχαρτο, ανοιχτό ή κλειστό.