Σε δεύτερο βαθμό εκδικάστηκε σήμερα Παρασκευή, 13 Ιανουαρίου η υπόθεση του διπλού φονικού στα Ανώγεια, ξεκινώντας η ακροαματική διαδικασίας η Πρόεδρος ανακοίνωσε ότι στις 2 και 3 Φεβρουαρίου θα πραγματοποιηθούνε οι δύο επόμενες δικάσιμοι.
Η δική στο Εφετείο ξεκίνησε με την κατάθεση μιας γυναίκας που ήταν αυτόπτης μάρτυς του διπλού φονικού και κατάθεσε σήμερα στο δικαστήριο.
«Όταν έγινε το περιστατικό φοβήθηκα, με έπιασε πανικός. Μετά άκουσα τον πατέρα του Ξυλούρη στην τηλεόραση. Πήγα τότε στη γυναίκα του Λευτέρη Καλομοίρη κι αφού της είπα ότι δεν αντέχω να το περάσω αυτό, πήγα στον ανακριτή για να καταθέσω.
Όταν έγινε το πρώτο περιστατικό κοντά στην πλατεία, εγώ ήμουν στο σπίτι μου. Στη δεύτερη φασαρία, πιο κάτω από το σπίτι του Λευτέρη Καλομοίρη ήμουν εκεί. Άκουσα από το σπίτι μου τη φασαρία, μια έντονη συζήτηση. Κατεβαίνω στο δρόμο όπου είχαν μαλώσει οι δύο. Όταν έφτασα εγώ ήταν τέσσερα πέντε άτομα μαζί. Όπλο δεν είδα.
Ο Ξυλούρης πήγε στο σπίτι του, τον πήγε ο σύζυγος μου. Αργότερα εκεί που στεκόμουν και έψαχνα να δω τον άντρα μου άκουσα κάτι στα ποδιά μου. Νόμιζα ότι είναι σκύλος. Είδα το Γιώργο τον Ξυλούρη σκυμμένο να κρύβεται. Κατάλαβα ότι θα έκανε κακό. Μου είπε να φύγω. Μπήκε στο αυτοκίνητο, όπλισε το όπλο μέσα στο αυτοκίνητο. Προσπάθησα να τον σταματήσω. «Γιώργο, σκέψου τα κοπελιά σου». Τον κυνηγούσα κι εκείνος έτρεχε.
Ο Λευτέρης Καλομοίρης ερχόταν από την πλατεία προς το σπίτι του. Είχε λήξει τότε ο καυγάς. Όπως είδα τον Ξυλούρη είχε ένα δαιμονικό πέταγμα. Φώναξα του Λευτέρη: Λευτέρη, κρατάει πιστόλι. Εκείνος κατάλαβε ότι είχε φτάσει η κακιά ώρα. Του είπε «τα κοπελιά σου δεν τα σκέφτεσαι; «Πιάστηκαν στα χέρια, προσπαθούσε να τον κρατήσει ο Λευτέρης από τα πόδια. Κάποια στιγμή άκουσα το μπαμ».
Στην κατάθεσή της, η χήρα του Ξυλούρη, ανέφερε:
«Εκείνο το απόγευμα είχε βγει για καφέ. Μου τηλεφώνησε κατά τις 9 το βράδυ και μου είπε αν θέλω τίποτα γιατί θα επέστρεφε σπίτι να καθόμασταν, να βλέπαμε καμιά ταινία. Ήρθε χτυπημένος από το φονιά στο πρόσωπο. Εγώ ήμουν στον καναπέ, άκουσα τα βήματα.
Προσπάθησα να δω τα τραύματά του αλλά δεν με άφηνε, ήταν ντροπιασμένος. Ο ξάδερφός του τον ακολούθησε, μπήκε μέσα και κλείδωσε την πόρτα.
Είχε μεγάλο θύμο, τον είχαν δείρει στην πλατεία του χωριού. Ήταν αφηνιασμένος τον είχαν ντροπιάσει. Από κάτω ήταν ο φονιάς του φώναζε τον απειλούσε, του έλεγε θα σε σκοτώσω μπροστά στα παιδιά».
«Πήγα να φέρω να του περιθάλψω τα τραύματα και αυτός έφυγε από τη μπαλκονόπορτα στην κρεβατοκάμαρα, πήδηξε στο ταρατσάκι και έφυγε.
Φωνάζω έφυγε- έφυγε. Ο ξάδερφος προσπαθούσε να ξεκλειδώσει. Μέχρι να κατέβω κατω, άκουσα πυροβολισμούς και είδα τον άντρα μου νεκρό.»
Ενώ ανέφερε πως πιστεύει ότι ο κατηγορούμενος χτύπησε τον Ξυλούρη από πίσω και τότε το όπλο του εκπυρσοκρότησε και σκότωσε τον Λευτέρη Καλομοίρη.
«Ο σύζυγός μου δεν ήθελε να σκοτώσει κανέναν, δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος»