Έχουμε πάρα πολλούς λόγους και συμπατριώτες μας που μας καθιστούν υπερήφανους για την καταγωγή μας από την Κρήτη μα και για την Κρητική ψυχή που γεννά επίγειους «Θεούς» οι οποίοι άλλαξαν με τον τρόπο τους τον κόσμο. Μία από αυτές τις «γιγάντιες» προσωπικότητες υπήρξε ο γνωστός σε όλο τον κόσμο Νίκος Καζαντζάκης.
Ο Νίκος Καζαντζάκης (Ηράκλειο Κρήτης, 18 Φεβρουαρίου/3 Μαρτίου 1883 – Φράιμπουργκ, Γερμανία, 26 Οκτωβρίου 1957) ήταν Έλληνας συγγραφέας, δημοσιογράφος, πολιτικός, μουσικός, ποιητής και φιλόσοφος, με πλούσιο λογοτεχνικό, ποιητικό και μεταφραστικό έργο. Αναγνωρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες λογοτέχνες και ως ο περισσότερο μεταφρασμένος παγκοσμίως. Έγινε ακόμη γνωστότερος μέσω της κινηματογραφικής απόδοσης των έργων του Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά και Ο Τελευταίος Πειρασμός. Ήταν ένας από τους πιο σεβαστούς από το λαό και από τους πλέον αναγνωρισμένους στο εξωτερικό, συγγραφείς. Από το 1945 έως το 1948, ήταν πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Παρά το τεράστιο έργο του, τη σημασία του και την αδιαμφισβήτητα υψηλή αξία του ακόμα και σήμερα, δεν υπάρχει άλλος Νεοέλληνας συγγραφέας που να έχει τόσο πολύ υβρισθεί, προπηλακισθεί, διαβληθεί, συκοφαντηθεί, για διάφορα ζητήματα, όπως ο Νίκος Καζαντζάκης. Ουδένα αυτός ο άνθρωπος έβλαψε. Και, όμως, κατά περιόδους όλοι απάνω του επέπεσαν. Γύρω από τον Καζαντζάκη πλέκτηκε μια τερατώδης μυθολογία, για ό,τι έκανε και για ό,τι δεν έκανε, για ό,τι έπρεπε να κάνει και δεν το έκανε και ούτω καθ' εξής. Σαν να τον είχαν βάλει κάτω από μικροσκόπιο. Και έβλεπαν ό,τι ήθελαν να βλέπουν και έλεγαν ό,τι ήθελαν να πουν.
«Έβαλε τον εαυτό του κάτω εξήντα χρόνια μοναξιάς, τον έστιψε κι έβγαλε την καλύτερη σταγόνα που έχουμε. Κι αν ακόμη αρνηθείς όλο του το έργο, μένει ο ίδιος ο άνθρωπος». – Ο Αλέξης Μινωτής για τον Νίκο Καζαντζάκη
Για την ακέραιη παρουσία του καταπολεμήθηκε και από την Πολιτεία και από την Εκκλησία.
Ο Νίκος Καζαντζάκης υπήρξε πολυγραφότατος. Ασχολήθηκε σχεδόν με κάθε είδος λόγου: Ποίηση (δραματική, επική, λυρική), δοκίμιο, μυθιστόρημα (στα Ελληνικά και στα Γαλλικά), ταξιδιωτικές εντυπώσεις, αλληλογραφία, παιδικό μυθιστόρημα, μετάφραση (από τα Αρχαία Ελληνικά, Γαλλικά, Ιταλικά, Αγγλικά, Γερμανικά και Ισπανικά), κινηματογραφικά σενάρια, ιστορία, σχολικά βιβλία, παιδικά βιβλία (διασκευή και μετάφραση), λεξικά (γλωσσικά και εγκυκλοπαιδικά), δημοσιογραφία, κριτική, αρθρογραφία.
Οικογένεια – Νεαρή ηλικία
Γεννήθηκε στο σημερινό Ηράκλειο της Κρήτης (τότε Χάνδακας), στις 18 Φεβρουαρίου/3 Μαρτίου του 1883, εποχή κατά την οποία το νησί αποτελούσε ακόμη τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ήταν γιος του καταγόμενου από το χωριό Βαρβάροι (σημερινή Μυρτιά, όπου βρίσκεται και το Μουσείο Καζαντζάκη) εμπόρου γεωργικών προϊόντων και κρασιού, Μιχάλη Καζαντζάκη και της Μαρίας Χριστοδουλάκη με καταγωγή από το χωριό Ασσυρώτοι, το σημερινό Κρυονέρι του Δήμου Μυλοποτάμου στο νομό Ρεθύμνου. Είχε δύο αδελφές, την Αναστασία και την Ελένη, και έναν αδελφό, τον Γιώργο που πέθανε σε βρεφική ηλικία. Στο Ηράκλειο έλαβε τη στοιχειώδη μόρφωση κι έπειτα το 1897 γράφτηκε στη Γαλλική Εμπορική Σχολή του Τίμιου Σταυρού στη Νάξο, όπου διδάχθηκε τη γαλλική και την ιταλική γλώσσα και ήρθε σε μία πρώτη επαφή με τον δυτικό πολιτισμό. Το 1899 επέστρεψε στο Ηράκλειο και ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές σπουδές του.
Πρώτη εμφάνιση στα γράμματα
Το 1902 μετακόμισε στην Αθήνα για πανεπιστημιακές σπουδές. Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1906 πήρε το δίπλωμά του διδάκτορα της Νομικής με άριστα. Στο πτυχίο του Νίκου Καζαντζάκη φαίνεται και η υπογραφή του Κωστή Παλαμά, ο οποίος ήταν γραμματέας στο πανεπιστήμιο, θέση μία και μοναδική τότε.
Το 1906 πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα με το μυθιστόρημα Όφις και Κρίνο (με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβαμή), για να ακολουθήσουν την ίδια χρονιά το δοκίμιο Η Αρρώστια του Αιώνος και έπειτα το θεατρικό έργο Ξημερώνει. Το τελευταίο το υπέβαλε στον Παντελίδειο Δραματικό Αγώνα και επαινέθηκε, δίχως όμως ούτε αυτό ούτε κανένα άλλο εκείνη τη χρονιά να βραβευθεί. Την επόμενη χρονιά ο Καζαντζάκης υπέβαλε ανεπιτυχώς και αυτή τη φορά δύο ακόμη θεατρικά του έργα στον ίδιο διαγωνισμό, το Έως πότε;, το οποίο επαινέθηκε, και το Φασγά, ενώ έγραψε και ένα δεύτερο μυθιστόρημα, τις Σπασμένες Ψυχές. Ακολούθησαν δύο ακόμη θεατρικά έργα, τη μονόπρακτη τραγωδία Κωμωδία και το Η Θυσία, το οποίο δημοσιεύθηκε αργότερα με τον τίτλο Ο Πρωτομάστορας. Το τελευταίο υποβλήθηκε το 1910 στον Λασσάνειο Δραματικό Αγώνα και κέρδισε το πρώτο βραβείο, ενώ διασκευάστηκε και σε λιμπρέτο από τον Μανώλη Καλομοίρη, ο οποίος το μελοποίησε σε όπερα.
Παράλληλα αρθρογραφούσε σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά υπό τα ψευδώνυμα Ακρίτας, Κάρμα Νιρβαμή και Πέτρος Ψηλορείτης, ενώ το 1907 ξεκίνησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι. Σημαντική επίδραση στον Καζαντζάκη είχαν οι διαλέξεις του Ανρί Μπεργκσόν, τις οποίες παρακολουθούσε και τον οποίο παρουσίασε στην Αθήνα με ένα δοκίμιό του το 1912, H. Bergson. Το 1909 επέστρεψε στην Ελλάδα και εξέδωσε στο Ηράκλειο τη διατριβή του επί υφηγεσία Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη Φιλοσοφία του Δικαίου και της Πολιτείας. Το 1910 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα και το 1911 παντρεύτηκε τη Γαλάτεια Αλεξίου, στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, στο νεκροταφείο Ηρακλείου, κι αυτό γιατί φοβόταν τον πατέρα του, που δεν ήθελε για νύφη τη Γαλάτεια.
Στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, το 1912, κατατάχθηκε εθελοντής, αλλά τελικά διορίστηκε στο γραφείο του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου.
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, δραστηριοποιήθηκε έντονα στην ελληνική πολιτική ζωή, αναλαμβάνοντας την προεδρία της Σοσιαλιστικής Εργατικής Κίνησης, ενώ διετέλεσε και υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου της κυβέρνησης του Θεμιστοκλή Σοφούλη από τις 26 Νοεμβρίου 1945 έως τις 11 Ιανουαρίου 1946. Υπήρξε μέλος του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου. Παραιτήθηκε από το αξίωμά του μετά από την ένωση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Το Μάρτιο του 1945 προσπάθησε να πάρει μια θέση στην Ακαδημία της Αθήνας, αλλά απέτυχε για δύο ψήφους. Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου παντρεύτηκε την Ελένη Σαμίου, στον Άι – Γιώργη τον Καρύτση, με κουμπάρους τον Άγγελο και την Άννα Σικελιανού.
Ο Καζαντζάκης προτάθηκε 9 χρονιές (1947, 1950, 1951, 1952, 1953, 1954, 1955, 1956 και 1957) για το Βραβείο Νόμπελ, με συνολικά 14 διαφορετικές προτάσεις:
Το 1947, από τον καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκο Βέη (ο οποίος είχε προτείνει, την ίδια χρονιά, για βράβευση και τον Άγγελο Σικελιανό, με διαφορετική πρόταση).
Το 1950, από τον Γιάλμαρ Γκούλμπεργκ (Hjalmar Gullberg) της Σουηδικής Ακαδημίας, σε μια κοινή πρόταση με τον Άγγελο Σικελιανό.
Το 1951, με 2 διαφορετικές προτάσεις από τον Σουηδό συγγραφέα Σίγκφριντ Σίβερτς (Sigfrid Siwertz) (μια από κοινού με τον Σικελιανό και μια μόνο του).
Το 1952, από την Ένωση Νορβηγών Συγγραφέων.
Το 1953, από τον Χανς Χάιμπεργκ (Hans Heiberg), πρόεδρο της Ένωσης Νορβηγών Συγγραφέων.
Το 1954, από τον Χένρυ Όλσον (Henry Olsson), της Σουηδικής Ακαδημίας.
Το 1955, με 2 προτάσεις, μια από τον καθηγητή Λόρεντζ Έκχοφ (Lorentz Eckhoff) του πανεπιστημίου του Όσλο και μια από την Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών.
Το 1956, με 3 προτάσεις, μια την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, μια από τον καθηγητή Γιοχάννες Αντρέασον Ντάλε (Johannes Andreasson Dale) του Πανεπιστημίου του Όσλο (προτείνοντας στην ίδια πρόταση και τον Ρώσο συγγραφέα Μιχαήλ Σόλοχοφ) και μια από τον καθηγητή Ελληνικών του Πανεπιστημίου της Γενεύης Σαμουέλ Μπο-Μποβύ (Samuel Baud-Bovy).
Το 1957, με 2 προτάσεις, μια από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και μια από τον Samuel Baud-Bovy.
Το 1947 διορίστηκε στην UNESCO με αποστολή την προώθηση μεταφράσεων κλασικών λογοτεχνικών έργων, με απώτερο στόχο τη γεφύρωση των διαφορετικών πολιτισμών. Παραιτήθηκε τελικά το 1948, προκειμένου να αφοσιωθεί στο λογοτεχνικό του έργο. Για τον σκοπό αυτό εγκαταστάθηκε στην Αντίμπ της Γαλλίας, όπου τα επόμενα χρόνια ακολούθησε μία ιδιαίτερα παραγωγική περίοδος, κατά την οποία ολοκλήρωσε το μεγαλύτερο μέρος του πεζογραφικού του έργου.
Το 1953 προσβλήθηκε από μία μόλυνση στο μάτι, γεγονός που τον υποχρέωσε να νοσηλευτεί αρχικά στην Ολλανδία και αργότερα στο Παρίσι. Τελικά έχασε την όρασή του από το δεξί μάτι.
Τα έργα του:
Το κύριο σώμα του έργου του αποτελείται από την Ασκητική, η οποία είναι ο σπόρος απ' όπου βλάστησε όλο του το έργο, την Οδύσεια, δίπλα στην οποία όλα τα υπόλοιπα χαρακτηρίζονται ως «πάρεργα», τους «21 σωματοφύλακες της Οδύσειας», τις Τερτσίνες, τις 14 τραγωδίες που περιέχονται στους τρεις τόμους Θέατρο Α΄, Β΄, Γ΄, τα δύο μυθιστορήματα που έγραψε στα Γαλλικά και τα 7 μυθιστορήματα της όψιμης ηλικίας του, τις εντυπώσεις από τα ταξίδια του σε Ιταλία, Αίγυπτο, Σινά, Ρωσία, Ισπανία, Ιαπωνία, Κίνα, Αγγλία, Ιερουσαλήμ, Κύπρο και Πελοπόννησο, τις μεταφράσεις του Δάντη και του Ομήρου και τέλος τις επιστολές του προς τη Γαλάτεια Αλεξίου και τον Παντελή Πρεβελάκη.
Οδύσσεια
Τέλη 1924 ξεκίνησε να γράφει το έπος της ζωής του, την Οδύσεια. 33.333 17σύλλαβοι στίχοι χωρισμένοι σε 24 ραψωδίες. Και περίπου 7.500 αθησαύριστες λέξεις, οι οποίες δεν υπάρχουν σε κανένα λεξικό της Ελληνικής.
Αρχές του 1925 έγραψε τις ραψωδίες Α έως και Ζ. Και το 1927 ολοκλήρωσε την α' γραφή (ραψωδίες Η έως και Ω). Ακολούθησαν άλλες έξι γραφές: η β' γραφή το 1929-1930, η γ' το 1931, η δ' το 1933, η ε' το 1935, η στ' το 1937 και η τελική ζ' το 1938. Συνολικές ώρες εργασίας περίπου 15.000. Η πρώτη έκδοση της Οδύσειας πραγματοποιήθηκε το 1938 και αφιερώθηκε στην Αμερικανίδα Τζο Μακλέοντ (Joe MacLeod), χορηγό της έκδοσης.
Η εκτύπωση της δεύτερης έκδοσης άρχισε τον Οκτώβριο του 1955, με φιλολογική και τυπογραφική επιμέλεια του Εμμανουήλ Χ. Κάσδαγλη, και ολοκληρώθηκε τον Νοέμβρη του 1957, μετά το θάνατο του Νίκου Καζαντζάκη. Οδύσσεια, με δύο σίγμα αυτή τη φορά ο τίτλος, και δίχως την αφιέρωση της πρώτης έκδοσης. Ιδιόγραφη περίληψη της Οδύσσειας από τον δημιουργό της, στάλθηκε στον Παντελή Πρεβελάκη, τέλη Δεκέμβρη 1938.
Μυθιστορήματα
1906: «Όφις και Κρίνο» (με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβαμή)
1908: «Σπασμένες Ψυχές» (με το ψευδώνυμο Πέτρος Ψηλορείτης), α' δημοσίευση σε συνέχειες στο περιοδικό «Ο Νουμάς», 1909-1910
1929: «Τόντα-Ράμπα», α' έκδοση, Παρίσι, 1934. Α' έκδοση στην Ελλάδα, 1956 σε μετάφραση του Γιάννη Μαγκλή,
1936:«Ο Βραχόκηπος», μετάφραση Παντελής Πρεβελάκης,
1946: «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά»
1948: «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται», α' έκδοση Δίφρος, 1954
1950: «Ο Καπετάν Μιχάλης», α' έκδοση Μαυρίδης, 1953
1951: «Ο Τελευταίος Πειρασμός», α' έκδοση Δίφρος, 1955
1953: «Ο Φτωχούλης του Θεού», α' δημοσίευση σε συνέχειες στην εφημερίδα «Ελευθερία» το 1954,
1955: «Οι Αδερφοφάδες», α' έκδοση 1965
1957: «Αναφορά στον Γκρέκο», α' έκδοση 1961 (αυτοβιογραφική μυθιστορία)
Θεατρικά Έργα (τραγωδίες)
1906: «Ξημερώνει» (δράμα 3 πράξεων) α' έκδοση σε βιβλίο το 2013
1907:«Φασγά», α' δημοσίευση 1907
1907:«Έως πότε;», α' δημοσίευση το 1977
1908-1909: «Ο πρωτομάστορας», α' δημοσίευση 1910
1909: «Κωμωδία» (μονόπρακτη τραγωδία), α' δημοσίευση το ίδιο έτος
1915: «Οδυσσέας», α' δημοσίευση 1922, α' έκδοση 1928, τελευταία 1998
1927: «Νικηφόρος Φωκάς», α' έκδοση το ίδιο έτος, τελευταία 1998
1928: «Χριστός» α' έκδοση σε βιβλίο το ίδιο έτος
1937:«Μέλισσα» α' δημοσίευση στο περιοδικό «Νέα Εστία» το 1939
1939: «Ιουλιανός ο Παραβάτης», α' έκδοση 1945
1943-1945: «Προμηθέας» (τριλογία που αποτελείται και αυτή όπως το πρωτότυπό της – η τραγωδία «Προμηθέας» του Αισχύλου – από τον «Προμηθέα Πυρφόρο», «Προμηθέα Δεσμώτη» και «Προμηθέα Λυόμενο», α' έκδοση σε βιβλίο το 1955
1944: «Καποδίστριας», α' έκδοση 1946 , τελευταία 1998
1948: «Σόδομα και Γόμορρα», α' δημοσίευση στο περιοδικό «Νέα Εστία» το 1949, τελευταία έκδοση σε βιβλίο 1998
1949: «Κούρος» ή «Θησέας», α' δημοσίευση περιοδικό «Νέα Εστία», τελευταία έκδοση 1998
1951: «Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος», πρώτη γραφή το 1944, η τελική το 1951. Α' δημοσίευση περιοδικό «Νέα Εστία» 1953
1954: «Χριστόφορος Κολόμβος», η πρώτη γραφή έγινε το 1949, α' έκδοση σε βιβλίο 1956, τελευταία 1998
1956: «Βούδας». Το έργο πρωτογράφτηκε το 1922, η τελική (σημερινή) μορφή του δόθηκε από τον Καζαντζάκη το 1956. Α' έκδοση σε βιβλίο το 1956, τελευταία 1998
Ποιήματα
1925 – 1938: «Οδύσσεια» – α' έκδοση 1938
1932 – 1937: «Τερτσίνες», α' έκδοση 1960
Ταξιδιωτικά
1914: «Σκίτσα από το Άγιον Όρος», α' δημοσίευση 1915 στα γαλλικά σε γαλλική εφημερίδα των Αθηνών, α' έκδοση 2001
1926, 1927: «Ταξιδεύοντας: Ισπανία – Ιταλία – Αίγυπτος – Σινά», α' έκδοση 1927, τελευταία 2000
1926, 1932, 1933, 1936: «Ταξιδεύοντας: Ισπανία», α' έκδοση 1937
1935, 1958: «Ταξιδεύοντας: Ιαπωνία – Κίνα», α' έκδοση 1938
1939: «Ταξιδεύοντας: Αγγλία», α' έκδοση 1941
1925, 1927, 1928, 1929: «Ταξιδεύοντας: Ρουσία» α' έκδοση 1928
1926, 1927, 1937: «Ταξιδεύοντας: Ιταλία – Αίγυπτος – Σινά – Ιερουσαλήμ – Κύπρος – Ο Μοριάς», α' έκδοση 1961, τελευταία 2014
Δοκίμια
1906: «Η αρρώστια του αιώνος» (δοκίμιο που δημοσίευσε με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβαμή)
1909: «Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη Φιλοσοφία του Δικαίου και της Πολιτείας» (εναίσιμος επί υφηγεσία διατριβή) α' έκδοση 1909
1913: «Henri Bergson» (ομιλία του Καζαντζάκη για τον Γάλλο φιλόσοφο Ανρί Μπεργκσόν) α' δημοσίευση 1913
1922: «Συμπόσιον» (φιλοσοφική πραγματεία σε μυθιστορηματικό πλαίσιο), α' έκδοση σε βιβλίο 1971
1930: «Ιστορία της ρώσικης λογοτεχνίας», α' έκδοση το ίδιο έτος, τελευταία 1999
1944: «Ασκητική, Salvatores Dei» (φιλοσοφική πραγματεία). Πρώτη γραφή το 1922, τελευταία 1944. Πρώτη δημοσίευση 1927, πρώτη έκδοση σε βιβλίο 1945
Εκτός από τα παραπάνω έργα έγραψε Παιδικά Μυθιστορήματα, Φιλοσοφία κα.
Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη
Ένα Μουσείο για τον Καζαντζάκη βρίσκεται στη Μυρτιά Ηρακλείου. Σε αυτό έχει συγκεντρωθεί αρχειακό υλικό για τη ζωή και το έργο του συγγραφέα. Η ίδρυση του μουσείου ήταν καρπός των προσπαθειών του σκηνογράφου και ενδυματολόγου Γιώργου Ανεμογιάννη, ο οποίος συνδεόταν συγγενικά με την οικογένεια Καζαντζάκη. Για αρκετά χρόνια, ο μόνος χώρος αφιερωμένος στον συγγραφέα ήταν η ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, όπου, σύμφωνα με επιθυμία του ίδιου του συγγραφέα που διατυπώθηκε στη διαθήκη του το 1956, έχει ανασυσταθεί το γραφείο του όπως ήταν στην Αντίμπ, όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Σήμερα, το Μουσείο διαθέτει περισσότερα από 50.000 αντικείμενα, ταξινομημένα σε 10 συλλογές, ανάλογα με τη μορφή και το περιεχόμενό τους. Πρόκειται για το επιστολικό αρχείο, χειρόγραφα και δακτυλόγραφα του συγγραφέα, όπως και ένα αρχείο των πρώτων εκδόσεων των έργων του. Το Μουσείο διαθέτει αρχείο περισσότερων από 45.000 άρθρων από τη συστηματική αποδελτίωση του ημερήσιου και περιοδικού τύπου που έγινε από τον Γιώργο Ανεμογιάννη για την χρονική περίοδο από το 1905 μέχρι το 2005. Περιλαμβάνεται ακόμη φωτογραφικό αρχείο, αρχείο ήχου και κινούμενης εικόνας, θεατρικό αρχείο και έργα τέχνης. Τέλος φυλάσσονται και εκτίθενται προσωπικά αντικείμενα του Νίκου Καζαντζάκη.
Το Μουσείο εγκαινιάστηκε το 1983 από την τότε υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη. Το 2009, το διώροφο κτίριο που στεγάζει τη Μόνιμη Έκθεση ανακαινίστηκε ριζικά, με συγχρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρουσιάζοντας μια νέα πρόταση έκθεσης των συλλογών του Μουσείου. Η Έκθεση εμπλουτίστηκε με νεότερα «καζαντζακικά» αποκτήματα, έγινε ευκολότερα επισκέψιμη από ΑμεΑ, εκσυγχρονίστηκε και εξοπλίστηκε με τεχνολογικά μέσα, δημιουργώντας έτσι την εικόνα ενός σύγχρονου και δυναμικού μουσείου.
Ας είμαστε λοιπόν υπερήφανοι για την τιμή και την αξία που απέδωσε ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος στον τόπο μας μέσα από το μοναδικό του έργο και ας προσπαθήσουμε με τον δικό μας τρόπο να συνεχίσουμε να κάνουμε υπερήφανη την τιμημένη γη της Κρήτης μας.