Προς τους Υπουργούς Εσωτερικών, Παιδείας & Θρησκευμάτων και Υποδομών & Μεταφορών έθεσαν ερώτημα οι βουλευτές ΚΚΕ Συντυχάκης Μανώλης, Κομνηνάκα Μαρία, Μανωλάκου Διαμάντω, Παφίλης Θανάσης με θέμα τα οξυμένα πρόβλημα της σχολικής στέγης του Δήμου Ηρακλείου Κρήτης και τον αντισεισμικό έλεγχο των σχολικών κτιρίων.
Διαβάστε το επίσημο ερώτημα των βουλευτών:
Επανερχόμαστε στα οξυμένα προβλήματα της σχολικής στέγης του Δήμου Ηρακλείου και τον αντισεισμικό έλεγχο των σχολικών κτιρίων που απαιτείται να πραγματοποιηθεί, με δεδομένο μάλιστα, ότι η Κρήτη είναι από τις πιο σεισμογενείς περιοχές της χώρας και όλης της Ευρώπης και έχοντας υπόψη τους καταστροφικούς σεισμούς τόσο στο Αρκαλοχώρι πριν 16 μήνες, όσο και τον σεισμό σε Τουρκία – Συρία πριν περίπου 20 ημέρες.
Το ΚΚΕ διαχρονικά έχει αναδείξει και με κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις τα παραπάνω ζητήματα όπως και τις απαιτούμενες λύσεις, σύμφωνα με τα αιτήματα του γονικού- εκπαιδευτικού- μαθητικού κινήματος της περιοχής.
Συγκεκριμένα, στον δήμο Ηρακλείου, που ο αριθμός των κατοίκων του ξεπερνά τις 200.000, υπάρχουν 223 σχολικά κτίρια, με το πιο σύγχρονο σχολικό κτίριο να έχει κτιστεί πριν από 23 χρόνια. Η πλειοψηφία των σχολικών κτιρίων είναι πολύ παλιά κτίρια, με αρκετά από αυτά να έχουν κτιστεί πριν από περίπου 60 χρόνια και με εκκρεμότητες στην τακτοποίηση των οικοδομικών αδειών. Είναι κοινός τόπος ότι τα κτίρια αυτά δεν θα έπρεπε πλέον να στεγάζουν σχολικές μονάδες, καθώς δεν πληρούν τις σύγχρονες προδιαγραφές αντισεισμικής θωράκισης ούτε ανταποκρίνονται στις διευρυνόμενες εκπαιδευτικές ανάγκες. Σχολεία «αξιολογημένα», αλλά ανυπεράσπιστα στα φυσικά φαινόμενα, σε σεισμούς, κ.α. Ταυτόχρονα, τα περισσότερα Νηπιαγωγεία είναι σε μισθωμένα ακατάλληλα και επικίνδυνα κτίρια, ενώ μόνο αγανάκτηση προκαλεί η κατάσταση της σχολικής στέγης των ειδικών σχολείων σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, όπως για παράδειγμα το Ενιαίο Ειδικό Επαγγελματικό Γυμνάσιο – Λύκειο Ηρακλείου.
Επιπλέον, επειδή οι υφιστάμενες σχολικές μονάδες είναι πολύ λίγες και δεν καλύπτουν τον αυξανόμενο μαθητικό πληθυσμό της πόλης, σε πολλά σχολεία εφαρμόζεται το στοίβαγμα διπλάσιου αριθμού μαθητών (πχ Καπετανάκειο, Γυμνάσιο Ν. Αλικαρνασσού κτλ), σε σχολικά κτίρια που δεν πληρούν στοιχειώδεις προδιαγραφές, τόσο σε σχολικές αίθουσες όσο και σε κοινόχρηστους χώρους (αυλή, διάδρομοι κ.λπ.). Συνάμα, έχει γίνει κανόνας το αίσχος των προκάτ αιθουσών στα προαύλια των σχολείων, που μοιάζουν περισσότερο με καταυλισμούς, παρά με σχολικές αυλές.
Αναφορικά με τη συντήρηση των σχολικών κτιρίων, μόνο εμβαλωματικές είναι οι λύσεις που δίνονται, με πολλά προβλήματα να «μπαλώνονται πρόχειρα» και άλλα να παραμένουν για χρόνια, όπως οι ίδιοι οι γονείς καταγγέλλουν. Η κατάσταση αυτή έχει να κάνει με το απαράδεκτο θεσμικό πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με το οποίο η ευθύνη για τη συντήρηση των σχολείων βρίσκεται στους Δήμους (με τη χρηματοδότηση να είναι μειωμένη κατά 70%), με τις τεχνικές υπηρεσίες δραματικά υποστελεχωμένες και με τη λειτουργία της Τοπικής Διοίκησης με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Έτσι, το κράτος μεταθέτει άλλη μια ευθύνη στις τσέπες των γονιών άμεσα ή έμμεσα με τη δημοτική φορολογία, ενώ για τα χάλι των ασυντήρητων σχολείων η ευθύνη «γίνεται μπαλάκι», από το κεντρικό στο τοπικό κράτος και αντίστροφα.
Στα παραπάνω πλαίσια, ο Δήμος Ηρακλείου ακόμη δεν έχει εισπράξει το 1,5 εκατ. ευρώ που είχε υποσχεθεί η κυβέρνηση, δια στόματος του Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργό με αρμοδιότητα σε θέματα κρατικής αρωγής και αποκατάστασης από φυσικές καταστροφές, για τις αποκαταστάσεις των σχολικών κτιρίων από τον σεισμό της 27η Σεπτεμβρίου του 2021. Ενώ, αποδείχθηκε ότι τα κονδύλια από τα προγράμματα «Φιλόδημος» και «Αντώνης Τρίτσης» είναι ελάχιστα μπροστά στο εύρος των πραγματικών αναγκών, αλλά και για την ολοκλήρωση των έργων. Στοχεύουν περισσότερο στη συσκότιση της κρατικής ευθύνης και της περικοπής της κρατικής χρηματοδότησης, που δεν καλύπτεται με περιστασιακές λύσεις. Άλλωστε τα προγράμματα αυτά όπως και το ΠΔΕ, ΕΣΠΑ κτλ, δεν ιεραρχούν ως προτεραιότητες τις λαϊκές ανάγκες, δίνουν ψίχουλα γι’ αυτές ως άλλοθι για το μερίδιο που διαθέτουν στις δράσεις για τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων.
Ακόμα και για τα περίπου 11 χαρακτηρισμένα οικόπεδα του δήμου που προορίζονται για να ανεγερθούν σχολικές μονάδες, δεν υλοποιείται η κατασκευή νέων, σύγχρονων, ασφαλών, σχολικών κτιρίων, λόγω έλλειψης πόρων, επιβεβαιώνοντας ότι το αστικό κράτος λογαριάζει αυτές τις λαϊκές ανάγκες ως κόστος, ενώ δε φείδεται εκ. και δις ευρώ για τις ανάγκες του κεφαλαίου και για τους Νατοϊκούς εξοπλισμούς.
Πέρα από τα παραπάνω, φλέγον είναι το θέμα του ολοκληρωμένου στατικού έλεγχου των σχολικών μονάδων (ουσιαστικός δευτεροβάθμιος έλεγχος, με ανάθεση μελέτης, κτλ), ο οποίος δεν έχει προχωρήσει στον δήμο Ηρακλείου. Αυτό το δεδομένο προκαλεί μεγάλη ανησυχία καθώς υπάρχουν κτίρια που είναι κτισμένα προ των αντισεισμικών κανονισμών του 1985, ενώ ακόμη και για τα πιο σύγχρονα κτίρια, αυτά που έχουν κατασκευαστεί από το 1995 κι έπειτα, προκύπτουν ερωτηματικά καθώς ήδη συμπληρώνουν τα 30 έτη.
Είναι χαρακτηριστικό της ανησυχητικής κατάστασης, η απάντηση στην 1991/23.11.2020 Ερώτηση του ΚΚΕ που λάβαμε από την ΚΤΥΠ Α.Ε. σχετικά με το πρόβλημα της σχολικής στέγης και αντισεισμικής θωράκισης στον Δήμο Ηρακλείου. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι «το πλήθος των σχολικών μονάδων ανέρχεται σε 16.000 κτιριακών εγκαταστάσεων ανά την επικράτεια, γεγονός που καθιστά περιορισμένη, αν όχι απαγορευτική την όποια διεξαγωγή προγραμμάτων προσεισμικού ελέγχου από την εταιρεία, όταν μάλιστα οι βασικές της αρμοδιότητες έχουν ως κύριο αντικείμενο τις νέες μελέτες, κατασκευές και τον εξοπλισμό εκτός των έργων Παιδείας και αυτών της Υγείας, Δικαιοσύνης, Προστασίας του Πολίτη και άλλων δημόσιων φορέων.».
Για την παραπάνω κατάσταση στον δήμο Ηρακλείου, που, βέβαια, δεν αποτελεί την εξαίρεση αλλά τον κανόνα για ό, τι ισχύει πανελλαδικά, έχουν βαριά ευθύνη διαχρονικά όλες οι κυβερνήσεις, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, που όχι μόνο δεν προχώρησαν σε ολοκλήρωση των ελέγχων και στις απαραίτητες παρεμβάσεις, όχι μόνο δεν επιτάχυναν το πρόγραμμα κατασκευής νέων σχολείων, αλλά με τη μεταφορά της αρμοδιότητας στους δήμους, τη δραστική περικοπή των κονδυλίων από τον προϋπολογισμό και την υποβάθμιση του αρμόδιου φορέα για τα δημόσια κτίρια και τη μετατροπή του σε ΑΕ, οδήγησαν και οδηγούν σε οριστική απαξίωση τη δημόσια σχολική στέγη.
Κυβερνήσεις, Περιφέρεια Κρήτης, Δήμος Ηρακλείου έχουν ενιαίες ευθύνες για την κατάσταση της σχολικής στέγης στον Δήμο. Ευθύνες που προσπαθούν να αποποιηθούν, παίζοντας το παιχνίδι του «αναρμόδιου», μεταθέτοντάς τις ο ένας στον άλλο και δίνοντας προτεραιότητα στην εξασφάλιση των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου.
ΕΡΩΤΩΝΤΑΙ οι κ. Υπουργοί ποια μέτρα θα πάρει η κυβέρνηση, για:
– Την ανέγερση νέων σχολικών κτιρίων, που προκύπτουν ως αναγκαιότητα, με βάση την κάλυψη των πραγματικών και ολοένα αυξανόμενων αναγκών προσχολικής και σχολικής στέγης και ειδικής αγωγής στον Δήμο Ηρακλείου, αλλά και την πλήρη, ουσιαστική επισκευή και συντήρηση των υπαρχόντων, με κρατική χρηματοδότηση και χωρίς Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ).
-Την άμεση και γενναία χρηματοδότηση από τους κρατικούς πόρους, για αντισεισμικό έλεγχο όλων των σχολικών κτιρίων στον Δήμο Ηρακλείου και άμεση αντισεισμική θωράκιση, όπου διαπιστωθεί πρόβλημα. Να δοθεί πιστοποιητικό ασφάλειας και καταλληλότητας σε όλα τα σχολεία.
– Ειδικά για τη δίχρονη Προσχολική Αγωγή, η κυβέρνηση οφείλει να συντάξει και να χρηματοδοτήσει πρόγραμμα κατασκευής των απαιτούμενων μόνιμων αιθουσών στο Ηράκλειο.
– Να ανασυσταθεί ο Οργανισμός Σχολικών Κτιρίων ως δημόσιος φορέας και να σταματήσει να υπολειτουργεί η εταιρεία «Κτιριακές Υποδομές» ως Ανώνυμη Εταιρεία. Στο δημόσιο φορέα να εξασφαλιστεί η αναγκαία στελέχωση, εξοπλισμός, χρηματοδότηση και θεσμική κατοχύρωση του ρόλου του, ώστε να ανταποκριθεί στην ανάγκη κατασκευής δημόσιων σύγχρονων και ασφαλών σχολείων, χωρίς επιπλέον επιβάρυνση των δημοτών.
– Να αποδοθούν από το κράτος στον Δήμο Ηρακλείου -και συνολικά στους δήμους της χώρας- όλοι οι πόροι που παρακρατούνται παράνομα για πολλά χρόνια και να αυξηθεί η χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό, για να αντιμετωπιστεί το κτιριακό πρόβλημα των σχολείων, είτε για τη συντήρηση ή για την ανέγερση νέων κτιρίων.
– Να αποτελέσει προτεραιότητα στα χρηματοδοτικά προγράμματα (ΠΔΕ, ΕΣΠΑ) η χρηματοδότηση έργων, που ανήκουν στην ευθύνη του κράτους, όπως ο έλεγχος και η θωράκιση των σχολικών κτιρίων και η ωρίμανση των προαπαιτούμενων μελετών (ώστε να σταματήσει να χρησιμοποιείται η έλλειψή τους ως άλλοθι για τη μη χρηματοδότηση αναγκαίων έργων σχολικής στέγης), αντί να λειτουργούν ως προγράμματα «αποκατάστασης της επενδυτικής ελκυστικότητας» για την κερδοφορία και τις ιεραρχήσεις του κεφαλαίου».