του Μιχάλη Καλογιαννάκη
Το τελευταίο διάστημα ήταν κομβικό για τη δόμηση στις εκτός σχεδίου περιοχές.
Στην πράξη σταμάτησε, και είναι άγνωστο πότε θα ξεκινήσει ξανά. Οι αλλαγές που επήλθαν ήταν ριζικές και άλλαξαν άρδην το τοπίο που ίσχυε τα τελευταία 20 χρόνια. Αρχικά τον περασμένο Δεκέμβριο μπήκε ένα τέλος στη δόμηση των κατά παρέκκλιση άρτιων και οικοδομήσιμων αγροτεμαχίων, δηλαδή ακινήτων που βρίσκονται στις εκτός σχεδίου περιοχές. Ακριβώς ό,τι ίσχυε από το 1985. Στις αρχές του Φεβρουαρίου, εκδόθηκε η απόφαση 176/2023 της Oλομέλειας του ΣτΕ, που απαγορεύει τη δόμηση ακόμα και στα άρτια και οικοδομήσιμα αγροτεμάχια που «δημιουργήθηκαν» μετά το 1985. Δηλαδή, πριν από 38 χρόνια…
Η απόφαση αυτή έχει ως αποτέλεσμα να σταματήσει για άγνωστο χρονικό διάστημα, ελέω και εκλογών, η δόμηση στις εκτός σχεδίου περιοχές, δηλαδή να σταματήσουν μικρές και μεγάλες επενδύσεις που ήταν σε διαδικασία αδειοδοτήσεων, να παγώσουν οι αγοραπωλησίες που ήταν σε εξέλιξη και να εκμηδενιστούν οι αξίες εκατομμυρίων αγροτεμαχίων, και όχι μόνο αγροτεμαχίων αξίας εκατομμυρίων.
Επιπλέον, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος διάφοροι «κακοί» γείτονες να αμφισβητήσουν οικοδομικές άδειες που έχουν εκδοθεί ή «απογοητευμένοι» ιδιοκτήτες που αγόρασαν αγροτεμάχια που η αξία τους εκμηδενίστηκε να καταφύγουν στα δικαστήρια και να δικαιωθούν. Και όλα αυτά, γιατί η πολιτεία δεν έχει στρατηγική και ενιαία αντιμετώπιση, όπως συμβαίνει σε αρκετά άλλα ζητήματα.
Τo πάγωμα αυτό αφορά εξ αντανακλάσεως και ακίνητα που δημιουργήθηκαν πριν από το 1985, μιας και η πολιτεία δεν αναμένεται να δώσει άμεσα καμία συγκεκριμένη οδηγία ή να πάρει κάποια νομοθετική πρωτοβουλία, όπως ζητούν οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί, βλέπε πολεοδομίες, και όχι μόνο.
Ολα τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι η ελληνική κυβέρνηση «οδηγεί» χωρίς πυξίδα και χωρίς στρατηγική επίλυσης προβλημάτων και βελτίωσης των λειτουργιών της. Προτιμά τους επικοινωνιακούς χειρισμούς. Αντίστοιχα συμβαίνει και στη στεγαστική ασφυξία και γενικά στα προβλήματα που επιδεινώνονται από την επιβάρυνση και τον κορεσμό του αστικού ιστού. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το κυκλοφοριακό πρόβλημα, η μείωση της ποιότητας του κτιριακού αποθέματος που ζούμε και εργαζόμαστε, η μείωση της ποιότητας ζωής των πολιτών (π.χ. ηχορύπανση, φωτορύπανση, ποιότητα αέρα), η επιδείνωση κοινωνικών ζητημάτων (π.χ. έμφυλη βία, σχολική και νεανική βία, bullying) και προφανώς της περιβαλλοντικής υποβάθμισης. Δηλαδή τα ζητήματα της καθημερινότητας.
Η λύση θα μπορούσε να βρεθεί με την ισόρροπη ανάπτυξη και των υπόλοιπων περιοχών, των ημιαστικών, των αγροτικών, αλλά και των εκτός σχεδίου περιοχών. Η πολιτεία οφείλει να ξεχάσει τον δημόσιο διάλογο των άγονων διαξιφισμών και της δημιουργίας «πολεμικού» κλίματος. Οφείλει να αναπτύξει εποικοδομητικό διάλογο, που θα βασίζεται στην ουσιαστική ενημέρωση των πολιτών και σε επιχειρήματα που θα οδηγούν στη λύση των προβλημάτων για τη βελτίωση της ζωής στις πόλεις και την ισόρροπη ανάπτυξη των υπόλοιπων περιοχών. Ο,τι ακριβώς ζητάνε διαχρονικά οι χώρες του Νότου από τις πλούσιες ευρωπαϊκές χώρες.
Η πολιτική και οι πολιτικοί πρέπει να επανέλθουν στην πραγματική πολιτική και όχι στη δήθεν πολιτική ορθότητα και την επικοινωνιακή διαχείριση. Η κοινωνία ζητά υπαρκτές λύσεις και ειλικρινή διάλογο.
*Ο Μιχάλης Καλογιαννάκης είναι πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Διπλωματούχων Αγρονόμων – Τοπογράφων Μηχανικών