Το πρόβλημα της έξαρσης των κοριών που επεκτείνεται στην Ευρώπη, έκανε πρόσφατα την εμφάνισή του και στην Ελλάδα.
Η ραγδαία εξάπλωσή τους οφείλεται κυρίως στις ανθρώπινες δραστηριότητες και τα ταξίδια, τα οποία δίνουν στα μικροσκοπικά αυτά έντομα την ευκαιρία να μετακινούνται μέσα στις αποσκευές των ταξιδιωτών και να εισβάλλουν σε νέες περιοχές. Η εισβολή των κοριών στην Ευρώπη, όπως ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής του Ινστιτούτου Μοριακής Βιολογίας του ΙΤΕ και καθηγητής Γενικής Φαρμακολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών είναι δραματική, στα ξενοδοχεία, στο μετρό, στους χώρους εστίασης και αναψυχής, γίνονται αναφορές για μια «γενικευμένη επιδημία».
Όπως ανέφερε ο κ. Βόντας, η καταπολέμηση των κοριών βασίζεται σε πρακτικές πρόληψης (καθαριότητα κ.λ.π.) και σε μεγάλο βαθμό στα απολυμαντικά και στα χημικά εντομοκτόνα (βιοκτόνα), φυσικής ή συνθετικής προέλευσης. Ωστόσο, σύμφωνα με πρόσφατες επιστημονικές μελέτες, η αποτελεσματικότητα των χημικών εντομοκτόνων μειώθηκε δραματικά τα τελευταία χρόνια σε ορισμένες περιοχές όπως οι ΗΠΑ και η Αυστραλία, λόγω της ανάπτυξης ανθεκτικών πληθυσμών κοριών στα συνθετικά εντομοκτόνα. Η αποτελεσματικότητα ορισμένων φυσικής προέλευσης σκευασμάτων (φυτικών εκχυλισμάτων κ.λ.π.) που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση των κοριών, επίσης συχνά δεν είναι απολύτως εξακριβωμένη.
Η ομάδα της Μοριακής Εντομολογίας του Ινστιτούτου Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΜΒΒ-ΙΤΕ), σε συνεργασία με το Εργαστήριο Γεωργικής Φαρμακολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΓΠΑ), ανέλυσε σε μοριακό επίπεδο έναν πολύ μεγάλο αριθμό κοριών που συλλέχτηκαν, με τη βοήθεια εταιρειών απεντομώσεων και μυοκτονιών, από διάφορα ξενοδοχεία και πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης στο διάστημα μεταξύ Ιουλίου και Οκτωβρίου 2023. Τα έντομα αυτά αρχικά ταυτοποιήθηκαν μοριακά και βρέθηκαν να ανήκουν όλα στο είδος Cimex lectularius, τον πιο συχνό κοριό που εξαπλώνεται στην Ευρώπη. Εν συνεχεία, αναλύθηκε το γονιδίωμα των εντόμων αυτών, στο οποίο βρέθηκαν μεταλλαγές ανθεκτικότητας στα πυρεθροειδή εντομοκτόνα, τα πλέον διαδεδομένα σκευάσματα οικιακής χρήσης που χρησιμοποιούνται στην καταπολέμηση των κοριών και των εντόμων υγειονομικής σημασίας. Συγκεκριμένα, εντοπίσθηκε η μεταλλαγή L925I στο κανάλι νατρίου του νευρικού συστήματος, η οποία παρεμποδίζει την πρόσδεση των πυρεθροειδών εντομοκτόνων στο νευρικό σύστημα των κοριών, μειώνοντας την αποτελεσματικότητα των χημικών επεμβάσεων με αυτά τα σκευάσματα. «Η μεταλλαγή αυτή μάλιστα βρέθηκε στο σύνολο των εντόμων που αναλύθηκαν (100% των αλληλόμορφων, σε όλες τις δειγματοληψίες), γεγονός που πιθανότατα συνδέει την ανθεκτικότητα με την παρατηρούμενη έξαρση και την εξάπλωση των κοριών στην Ελλάδα, αλλά και υποδηλώνει μια ισχυρή γενετική πίεση επιλογής» ανέφερε ο διευθυντής του Ινστιτούτου, ο οποίος πρόσθεσε ότι «η επιλεκτική αυτή γενετική πίεση οφείλεται στον πολύ μικρό αριθμό των διαθέσιμων εντομοκτόνων. Όταν δηλαδή ψεκάζουμε συνέχεια με τα ίδια σκευάσματα, όπως τα πυρεθροειδή, η ανθεκτικότητα σε αυτά επιλέγεται και αναπτύσσεται πολύ γρήγορα, ενώ η αποτελεσματικότητα των επεμβάσεων μειώνεται δραματικά». Ο μικρός αριθμός των σκευασμάτων, σύμφωνα με τον κ. Βόντα, είναι αποτέλεσμα της αυστηρής νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Πράσινης Συμφωνίας (Green Deal) που επιβάλλει τη δραστική μείωση των εντομοκτόνων, ιδιαίτερα των νευροτοξικών. Επίσης, σχετίζεται με το μικρό μέγεθος της αγοράς που αφορά στα σκευάσματα για την καταπολέμηση των κοριών, η οποία απαιτεί εξειδικευμένα εντομοκτόνα χαμηλής τοξικότητας για τον άνθρωπο, τα οποία είναι ασύμφορα για τη βιομηχανία, σε σχέση για παράδειγμα με την ανάπτυξη γεωργικών φαρμάκων που αφορούν τις καλλιέργειες.
«Στο πλαίσιο αυτό, επιβάλλεται η εφαρμογή επεμβάσεων ακριβείας με βάση επιστημονικά δεδομένα, έτσι ώστε να αξιοποιηθούν τα διαθέσιμα σκευάσματα, να αποφευχθούν οι άσκοπες εμπειρικές εφαρμογές που επιβαρύνουν το περιβάλλον αλλά και επιτείνουν το πρόβλημα της ανθεκτικότητας, και να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι κοριοί και τα έντομα υγειονομικής σημασίας. Η ανάλυση του βιολογικού υλικού – στόχου των εντομοκτόνων πριν τις εφαρμογές, με σύγχρονες μοριακές διαγνωστικές μεθόδους, αλλά και η εξακρίβωση της αποτελεσματικότητας κάποιων σκευασμάτων με βιοδοκιμές, είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για το σχεδιασμό και την υποστήριξη των επεμβάσεων αυτών», συμπλήρωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Βόντας, επισημαίνοντας παράλληλα ότι «θα πρέπει να δοθούν κίνητρα στις εταιρείες για την ανάπτυξη στην αγορά επιπλέον βιοκτόνων, ώστε να αντιμετωπιστούν τα σοβαρά προβλήματα από τους κοριούς».
Τέλος, όπως πρόσθεσε, απαιτείται η εντατικοποίηση της έρευνας για την ανάπτυξη νέων βιοεντομοκτόνων, συμβατών με την Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ. Στο ΙΜΒΒ-ΙΤΕ και στο ΓΠΑ γίνεται σημαντική ερευνητική προσπάθεια, η οποία χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την ανάπτυξη εναλλακτικών εντομοκτόνων σκευασμάτων μικροβιακής προέλευσης (βιοεντομοκτόνων), υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην πράσινη βιοτεχνολογία.
Η επιστημονική ομάδα του ΙΜΒΒ-ΙΤΕ και του Εργ. Φαρμακολογίας του ΓΠΑ που μελετά τα έντομα υγειονομικής σημασίας και αναπτύσσει νέες τεχνολογίες για την αντιμετώπισή τους αποτελείται από τον επικεφαλής της ομάδας καθ. Γιάννη Βόντα, τον Ηλία Κιούλο, τον Κώστα Μαυρίδη, την Αλεξάνδρα Γρηγοριάδου και την Αναστασία Καμπουράκη.
© ΑΠΕ-