Συνέντευξη στη Ρίκη Ματαλλιωτάκη
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης όπου λέξεις, ήθη και έθιμα του κάθε τόπου εχουν ήδη αρχίσει να ενώνονται και να γίνονται ένας αχταρμάς όπου σε λίγο δεν θα ξεχωρίζεις ποιος είναι ποιος και τι είναι τι, η Σητειακή λογοτέχνης Άννα Τακάκη τάχτηκε να περιφρουρεί σαν ακρίτας με το γραπτό της λόγο τα ήθη, τα έθιμα και προπάντων τη ντοπιολαλιά μας.
Με αφορμή λοιπόν την παρουσίαση του τελευταίου της βιβλίου "Αροδαμοί κι αγκαραθιές" μιλήσαμε μαζί της για το μεγάλο, όπως κυριολεκτικά είναι, λειτούργημα που κάνει.
Κ. Τακάκη, ας σταθούμε λίγο στο θέμα της γλώσσας.
Η γλώσσα μας, η κρητική διάλεκτος, είναι ακόμη ζωντανή και σκοπεύουμε να τη διατηρήσουμε ζωντανή ανά τους αιώνες. Στη διαλεκτική γλώσσα ξέρετε πως έχουν γραφεί αριστουργήματα όπως ο Ερωτόκριτος του Κορνάρου, η Ερωφίλη του Χορτάτζη, Ο πατούχας του Κονδυλάκη, και ας πάμε και πανελλαδικά η φόνισσα του Παπαδιαμάντη» και άλλα.
Μια και μιλάμε όμως για τη δική μας την κρητική διάλεκτο, έχω να πω πως είναι η πιο πλούσια, σε λέξεις, σε φράσεις, σε εικόνες και νοήματα. Έχει λέξεις σύνθετες όμορφα πλασμένες που από μόνες τους είναι λογοτεχνικές, και κρύβουν βαθιά νοήματα. Η κρητική μας διάλεκτος είναι μια ολόκληρη φιλοσοφία και μια ιστορία. Είναι η ιστορία των λαών που ήρθαν ως κατακτητές στο νησί μας, Άραβες, Βενετοί, Τούρκοι και άφησαν απομεινάρια κάποιες λέξεις, ή ρίζες των λέξεων που αφομειώθηκαν με την πατρογονική γλώσσα την αρχαία και έφτιαξαν αυτή τη διάλεκτο.
Έχει πολλά ιδιώματα η κρητική διάλεκτος ;
Πολλές λέξεις και φράσεις ακούγονται ίδιες σε όλη την Κρήτη και άλλες είναι διαφορετικές, άγνωστες δηλαδή από τον ένα νομό στον άλλο ή ακόμη και από επαρχία σε επαρχία. Αυτός είναι και ο πλούτος της γλώσσας μας.
Τι αναγνωστικό κοινό έχουν οι ηθογραφίες ή ένα μυθιστόρημα στην κρητική διάλεκτο;
Βλέπουμε πως το κοινό είναι περιορισμένο σε αυτού του είδους τα βιβλία. Παρόλα αυτά ο κόσμος ακόμη και εκτός Κρήτης του αρέσει να ακούει κρητικά και αυτό το βλέπουμε και από διάφορα σίριαλ που ανεβαίνουν κατά καιρούς. Αναρωτιέστε γιατί; Γιατί πέρα από την μουσικότητα και την ηχητικότητα των λέξεων, η γλώσσα από μόνη της κρύβει μια κωμικότητα ή μια τραγικότητα. Το κωμικό γίνεται κωμικότερο και το τραγικό τραγικότερο. Και αυτό το έχω διαπιστώσει εκ πείρας γράφοντας τις ιστορίες μου. Ξέρω πως αν έγραφα το ίδιο κείμενο στα νεοελληνικά θα έχανε πάρα πολύ από απόδοση και αξία. Είναι λοιπόν ένας λόγος να συνεχίζεται να γράφεται αυτή η γλώσσα.
Περνώντας οι αιώνες και καθώς όλα αλλάζουν και εξελίσσονται, θα την πάρει κι αυτή το ποτάμι;
Ήδη παλιές λέξεις έχουν χαθεί από το λεξιλόγιό μας. Τα γραπτά όμως θα υπάρχουν και πολλοί μελετητές και ερευνητές θα ανατρέχουν σε αυτά. Και όχι μόνο για τη γλώσσα αλλά και τον τρόπο σκέψης και ζωής των ανθρώπων, για τη λαογραφία για τη θυμοσοφία, για τα λογοτεχνικά στοιχεία, τις αξίες της ζωής και άλλα. Θα λειτουργήσει δηλ. ως ένα μέτρο σύγκρισης ανά τους αιώνες.
Από την επικοινωνία μέσω της παραδοσιακής σας γραφής διαπιστώσατε ειδικά αυτή την εποχή, να αρέσει στον κόσμο να επιστρέφει στα παλιά;
Οι άνθρωποι φαίνεται να έχουν μπουχτίσει πια από όλα, πολλές φορές από τα ρηχά και ανούσια πράγματα, και επιστρέφουν στην ουσία και στις παλιές αξίες. Πολλές από τις αξίες που χάνονται, βρίσκονται μέσα στην παράδοσή μας και στη γλώσσα μας. Τους αρέσει λοιπόν ν’ ακούν παλιές ιστορίες, γιατί αυτόν τον καιρό της ψεύτικης ικανοποίησης, βλέπει κανείς τη διαφορά και αναζητά το αγνό, το γνήσιο και το αληθινό. Μπορεί και από κάποια νοσταλγία οι μεγαλύτεροι, ίσως όμως και να βλέπουν κάτι που χάνεται και θέλουν να το προλάβουν. Γιαυτό και οι περισσότεροι που έρχονται στις παρουσιάσεις ή που αγοράζουν τέτοιου είδους βιβλία είναι μέσης και μεγαλύτερης ηλικίας.
Το θέμα όμως δεν είναι να αφυπνίσουμε τους νέους;
Ναι, κι αυτό ξεκινά από το εκπαιδευτικό σύστημα. Αν έμπαινε κάποιο μάθημα κρητικής λογοτεχνίας στα σχολεία της Κρήτης, αν διαβαζόταν κείμενα στη διάλεκτο, αν ανέβαζαν κάποια θεατρικά στην ντοπιολαλιά, θα ήταν ένα ερέθισμα και μια προτροπή για τα παιδιά μας, να μην αφήνουν τις ρίζες τους να ξεραίνονται, αλλά να τις μεταφυτεύουν. Αν γινόταν να μελετήσουν σε βάθος τη γλώσσα και τη ζωή των προγόνων τους, υπάρχει ένας τρόπος και ένας λόγος να ξεκολλήσουν από αυτά που τους προσφέρονται έτοιμα, και εύκολα, να προβληματιστούν και να φτιάξουν με ενδιαφέρον τον δικό τους καλύτερο κόσμο.
Θέλω να πιστεύω πως ό,τι αφήνουμε γραμμένο στη γλώσσα του τόπου μας μένει διαχρονικά κι αυτό είναι και μια εσωτερική ικανοποίηση.
Τα γραπτά σας που τα αφιερώνετε;
Αφήνω ως κληροδότημα τα έργα μου στην εγγονή μου, που είναι στο πρώτο έτος της ζωής της, στη γενιά της και στις επερχόμενες γενιές για να μπορεί να λέγεται και να ακούγεται η ιδιωματική μας γλώσσα εις το επέκεινα.
Βιογραφικό σημείωμα
Η Άννα Τακάκη είναι ποιήτρια και συγγραφέας Γεννήθηκε στο χωριό Ζήρος, Σητείας και ζει μόνιμα στη Σητεία της Κρήτης. Ταξίδεψε επί χρόνια ως συνοδός του συζύγου της πλοιάρχου του Εμπορικού Ναυτικού. Τις εμπειρίες της από τη ζωή της ναυτοσύνης έχει καταγράψει σε ποιήματα και διηγήματα.
Τα θέματά της αντλεί από την παράδοση, από βιωματικές εμπειρίες, και από την ίδια τη ζωή.