Στους τίτλους αρχής της ταινίας «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα» συναντάμε το όνομα του Όμηρου Ευστρατιάδη στην υπογραφή του σεναρίου.
Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι μεγάλο μέρος από τις ατάκες της απόλυτης cult επιτυχίας αποτέλεσε προϊόν αυτοσχεδιασμού των πρωταγωνιστών της, με έναν από αυτούς να είναι υπεύθυνος ακόμη και για την αλλαγή του ονόματός της.
Το ημερολόγιο γράφει 17 Ιουλίου του 1982 όταν κάνει πρεμιέρα το «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα». Ουσιαστικά πρόκειται για μια παραγωγή που σηματοδοτεί τη νέα εποχή στο entertainment, σε μια Ελλάδα που αλλάζει ραγδαία. Η άλλοτε κραταιά «Φίνος Φιλμς» σταματά την λειτουργία της μετά τον θάνατο του ιδρυτή της το 1977 και ο ελληνικός κινηματογράφος που έτσι κι αλλιώς την δεκαετία του ’70 είδε τον μεγάλο αντίπαλό του, την τηλεόραση, να τον προσπερνά, πλέον έχει να αντιμετωπίσει και την νέα τεχνολογία.
Πρακτικά δεν υπήρχε σενάριο: Η ελληνική ταινία-θρύλος της βιντεοκασέτας που βασίστηκε στον αυτοσχεδιασμό των ηθοποιών της
Αυτές οι αλλαγές (όπως για παράδειγμα το βίντεο ή οι βιντεοκάμερες) δημιουργούν ένα εντελώς διαφορετικό σκηνικό, όπου η ταχύτητα καθίσταται σημαντικότερη της ποιότητας και το αποτέλεσμα είναι να ξεπηδήσουν αμέτρητες εταιρείες (ή «εταιρείες») παραγωγής που γύριζαν ταινίες με το τσουβάλι. Σε πολλές από αυτές βρίσκουν καταφύγιο παλιά μεγάλα ονόματα για να βγάλουν το μεροκάματο (δεχόμενοι ένα σαφή «υποβιβασμό») και συνυπάρχουν με νεαρούς ηθοποιούς οι οποίοι με την σειρά τους ουσιαστικά είναι αδύνατο να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους κάτω από εκείνες τις συνθήκες. Σενάρια, σκηνοθεσίες, σκηνικά, πλατό και τέτοια πράγματα περνούν σε δεύτερη μοίρα, αρκεί να ανέβει νωρίς στο ράφι του τοπικού video club η ταινία.
Βέβαια, οι περισσότερες από αυτές πήγαν άκλαυτες και εξαφανίστηκαν για πάντα από την μνήμη, με εξαίρεση ορισμένες που κατάφεραν να χαρακτηριστούν cult και να κερδίσουν μια θέση στην ιστορία. Όπως ακριβώς συνέβη και με το «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα» που αποδείχθηκε εκ των κορυφαίων του είδους της. Και για να είμαστε και δίκαιοι, δεν έγινε επιτυχία μόνο σε βιντεοκασέτα καθώς το 1982 έκοψε 201.304 εισιτήρια και ήρθε 5η ανάμεσα στις 48 της σεζόν.
Σε αυτήν οι θεατές ήρθαν σε επαφή με το νέο είδος χιούμορ όπου η καφρίλα, τα σεξουαλικά υπονοούμενα και οι (πολλές φορές) κακόγουστες φάρσες είχαν την τιμητική τους. Και τι καλύτερος χώρος από το να συμβούν όλα αυτά, από ένα λύκειο που είχε όλα τα απαραίτητα συστατικά για μια light κωμωδία, δηλαδή καθηγητές που βασανίζουν τους μαθητές με τις ιδιοτροπίες τους από τη μία και… άγρια νιάτα στα θρανία που κάνουν την ζωή ποδήλατο στους εκπαιδευτικούς.
Εκεί συναντάμε και το πάντρεμα παλιών και νέων ηθοποιών σε αντίστοιχους ρόλους.
Μεγάλα ονόματα όπως ο Μίμης Φωτόπουλος, ο Νίκος Ρίζος, ο Γιάννης Γκιωνάκης, ο Αντώνης Παπαδόπουλος ή ο Μάκης Δεμίρης παίζουν δίπλα στο νέο «αίμα». Σταμάτης Γαρδέλης, Στιβ Ντούζος, Τέτα Ντούζου, Κώστας Ευριπιώτης, Γιώργος Ρήγας, Τέτα Κωνσταντά και άλλοι εμφανίζονται ως μαθητές, με ορισμένους από αυτούς τελικά να κάνουν καριέρα στον χώρο και άλλους να εξαφανίζονται μετά το πέρασμα του hype του βίντεο. Φυσικά, μια κατηγορία από μόνη της η Βίνα Ασίκη που έκτοτε κυρίεψε τα όνειρα των εφήβων και όχι μόνο.
Σύμφωνα, πάντως, με όσα μαρτυρούν οι ίδιοι οι συντελεστές, μεγάλο μέρος της επιτυχίας της οφείλεται στους ίδιους τους ηθοποιούς. Ναι, μεν υπήρχε ένας βασικός σκελετός από το σενάριο, όμως πολλές από τις σκηνές προέκυψαν μέσα από αυτοσχεδιασμούς που έδιναν στην ταινία την φρεσκάδα που περιμένει κανείς να δει σε αντίστοιχο περιβάλλον. Και ο βασικός… υπεύθυνος για τις αλλαγές δεν ήταν άλλος από τον Γιώργο Ρήγα.
Γεννήθηκε στη Πετρώνα Αιτωλοακαρνανίας. Σπούδασε θέατρο, χορό (κλασικό μοντέρνο και τζαζ), σολφέζ, τραγούδι, φωνητική και Ιστορία της μουσικής στο Ελληνικό Ωδείο, αλλά γνωστός στο ευρύ κοινό έγινε από τους ρόλους του στα φιλμ της εποχής «Βασικά καλησπέρα σας», «Τα τσακάλια», «Κλεφτρόνι και Τζέντλεμαν» και «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα», παίρνοντας το credit ακόμη και για την αλλαγή του τίτλου της! Αρχικά ήταν «Πάρτι με ούζα», όμως εκείνος αφού διάβασε την υπόθεση, ξεκαθάρισε: «θα ονομαστεί Ρόδα, τσάντα και κοπάνα, έχει ρυθμό είναι και βαλσάκι»!
menshouse.gr