Μεγαλοφυΐα, στη θεώρηση του 16ου αιώνα, είναι μια δύναμη υπερφυσική (αγγελική ή δαιμονική) που επιδρά στην ανθρώπινη ψυχή: είναι αυτό που κατά την περίοδο του ρομαντισμού θα ονομάσουμε έμπνευση.
Ο Λεονάρντο ντα Βίντσι είναι μια συγκλονιστική «ευφυΐα», αλλά δεν είναι, μ’ αυτή την έννοια, μια «μεγαλοφυΐα» γιατί ολόκληρο το έργο του παραμένει στην περιοχή της εμπειρίας και της γνώσης. Ο Μιχαήλ Αγγελος είναι μια «μεγαλοφυΐα» γιατί το έργο του είναι έμπνευση, ζωντανεύει από μια δύναμη που θα λέγαμε υπερφυσική και που γεννιέται από το βάθος της ψυχής και τείνει στο υπέρτατο στάδιο, στην απόλυτη υπέρβαση.
Από την αρχή το ιδανικό του Μιχαήλ Αγγελου ήταν κυρίως πλαστικό και η γλυπτική του το συνειδητό σημείο άφιξης, αν και πολλές φορές τα εικαστικά ενδιαφέροντά του θα αγγίξουν την τέχνη του. Ετσι τα λόγια του σε μια επιστολή στον Μπενεντέτο Βάρκι με αφορμή τη διαμάχη πάνω στα πρωτεία των τεχνών, γύρω στο 1549, μπορούν να θεωρηθούν καθοριστικά για τις θέσεις του: «Εγώ λέω ότι η ζωγραφική μου φαίνεται καλύτερη, όσο πλησιάζει στο ανάγλυφο, και το ανάγλυφο μου φαίνεται χειρότερο, όσο πιο πολύ πλησιάζει στη ζωγραφική».
Το μήνυμα που φαίνεται να δέχεται ο καλλιτέχνης από τον Θεό είναι ατομικό. Για να το ακούσει πρέπει να κλειστεί στη μοναξιά και στην περισυλλογή. Ο Μιχαήλ Αγγελος, στην ιστορία της τέχνης, είναι η πρώτη περίπτωση μοναχικού καλλιτέχνη, σχεδόν ενάντιος προς τον κόσμο που τον περιβάλλει και στον οποίο αισθάνεται ξένος, εχθρικός.
Η «Πιετά» του Μιχαήλ Αγγελου
Ο Μιχαήλ Αγγελος ζει μόνος, φτωχικά, παρά τα πλούτη που συσσωρεύει. Υπερόπτης με τους άλλους και πάντα ανικανοποίητος με τον εαυτό του, κυριευμένος, όταν έχει γεράσει, από το άγχος του θανάτου. «Δεν έχω φίλους και δεν θέλω να έχω», γράφει στον αδελφό του. Δεν έχει ούτε συνεργάτες ούτε μαθητές, αναλαμβάνει μόνος του γιγαντιαία εγχειρήματα. Ενα μόνο μεγάλο συναίσθημα τον κυριεύει, για την ποιήτρια Βιτόρια Κολόνα: μια καθαρά πνευματική σχέση, που επηρεάζει βαθιά τη θρησκευτική του ζωή.
Γλύπτης, ζωγράφος, αρχιτέκτονας και ποιητής, σε όλη του τη ζωή στοχεύει σε μια τέχνη που να είναι σύνθεση των ειδικών τεχνικών και, υπερβαίνοντάς τες, πραγματοποιεί το απόλυτο, καθαρό σχέδιο, την ιδέα.
Αν και παρουσιάζονται περίοδοι και κύκλοι καθορισμένοι, ολόκληρο το έργο του Μιχαήλ Αγγελου εμφανίζεται αλληλένδετο: κάθε μεμονωμένο έργο επανεξετάζει και υπερβαίνει τις εμπειρίες των προηγούμενων. Για πρώτη φορά η τέχνη ταυτίζεται με την ίδια την ύπαρξη του καλλιτέχνη: όπως η ύπαρξη είναι μια εμπειρία που ολοκληρώνεται με τον θάνατο. Γι’ αυτό η ιδέα του θανάτου είναι έντονα παρούσα σ’ ολόκληρο το έργο του.
Από την άλλη μεριά οι σχέσεις του με τις εξουσίες της εποχής (Μέδικοι στη Φλωρεντία από τη μια και το Βατικανό και οι πάπες στη Ρώμη από την άλλη) του προξενούν ένα επιπλέον άγχος: επιθυμεί να ολοκληρώσει τα έργα που του αναθέτουν, σε μια εποχή όπου ο μαικηνισμός είναι το κύριο συστατικό της κάθε αυλής.
Ο Μιχαήλ Αγγελος πολλές φορές αποδέχεται με επιφύλαξη την εντολή να κοσμήσει ακόμη και τον θόλο της Καπέλα Σιστίνα, που ο Πάπας Ιούλιος ο 2ος του αναθέτει το 1508. Αυτές οι αντιδράσεις εξηγούν και τη στάση του απέναντι στους ισχυρούς.
Πορτρέτο του Μιχαήλ Αγγελου από τον Ντανιέλε ντα Βολτέρα (απόσπασμα)
Οι τομές που εισήγαγε ο Μιχαήλ Αγγελος στην τέχνη, και που έγιναν οδηγός για τις επόμενες γενιές καλλιτεχνών, είναι αναμφίβολα από τις πιο σημαντικές στην παγκόσμια ιστορία. Επηρεασμένος από το πνεύμα και τη διδασκαλία του Ανθρωπισμού (προσκαλείται στην αυλή των Μεδίκων από τον Λαυρέντιο τον Μεγαλοπρεπή, όπου έρχεται σε επαφή με τους μεγάλους διανοητές της εποχής, όπως ο Μαρσίλιο Φιτσίνο, ο Πίκο ντέλα Μιράντολα, ο Πολιτσιάνο) έχει την ευκαιρία να εμπλουτίσει την κουλτούρα του. Ζει από κοντά όλες τις πολιτικές μεταβολές εκείνης της περιόδου, όπως η πτώση των Μεδίκων το 1494, η φυγή στην Μπολόνια όπου διαμένει για έναν χρόνο και η επιστροφή στη Ρώμη το 1508.
Παράλληλα με το καλλιτεχνικό του έργο, ο Μιχαήλ Αγγελος έχει να επιδείξει και μια αξιόλογη παρουσία στη λογοτεχνία και ιδιαίτερα στην ποίηση με τους «Στίχους» (Rime). Οταν διαβάζουμε αυτούς τους στίχους, είναι αναμφισβήτητο ότι ίχνη μίμησης του Πετράρχη συναντάμε συχνά στον Μιχαήλ Αγγελο.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η μακρά ζωή του διασχίζει εκείνη την τραγική ιστορική περίοδο της Ιταλίας που αρχίζει από την αποτυχία της εμπειρίας του Σαβοναρόλα ώς την κατάληξη του πολιτικού ιταλικού δράματος, στην υποταγή στην Ισπανία και αργότερα στην αντίδραση που προξένησε η Αντιμεταρρύθμιση.
Είναι μια περίοδος που ο Μιχαήλ Αγγελος βιώνει ως μια πραγματική περίοδο κρίσης, μια κρίση που παράγει συνεχείς αντιθέσεις: έτσι, αν το μοντέλο του Πετράρχη τού προσφέρει τη δυνατότητα να δημιουργήσει τη δική του προσωπικότητα πάνω σε μια σειρά από ηθικές, ψυχολογικές και φυσικά γλωσσικές αντιθέσεις, αυτό το μοντέλο δεν ισχύει πια όταν πρόκειται να τις ανασυνθέσει φορμαλιστικά. Φτάνουμε, τελικά, να αποδεχτούμε μια ένταση που δεν φαίνεται να βρίσκει ούτε υπαρξιακή ούτε φορμαλιστική διέξοδο, αλλά μπορεί να βρει στον νεο-πλατωνισμό την ιδεολογική της κατάληξη.
*Ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ