Η νόσος των λεγεωναρίων γνώρισε το φως της δημοσιότητας το 1976, όταν ξέσπασε επιδημία (οξύ εμπύρετο νόσημα του αναπνευστικού) κατά τη διάρκεια συνεδρίου της Αμερικανικής Λεγεώνας στη Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η νόσος των λεγεωνάριων γνωστή και ως η νόσος των κλιματιστικών, είναι μια σοβαρή πνευμονική νόσος που προκαλείται από το βακτήριο Legionella pneumophila.
Αυτό το βακτήριο επιβιώνει σε εξωτερικούς χώρους, όπως το έδαφος και το νερό, αλλά μπορεί να πολλαπλασιαστεί και να εξαπλωθεί σε εσωτερικούς χώρους μέσω συστημάτων ύδρευσης όπως υδρομασάζ, κλιματιστικά και ψεκαστήρες νερού.
Οι μονάδες θέρμανσης, εξαερισμού και κλιματισμού έχουν σχεδιαστεί για να φιλτράρουν τους ατμοσφαιρικούς ρύπους και τους ρύπους από τον αέρα των εσωτερικών χώρων, ωστόσο, εάν τα φίλτρα δεν καθαριστούν σωστά, ανοίγει «δρόμο» για την αναπαραγωγή σωματιδίων αέρα και μικροοργανισμών. Αυτό μπορεί να προκαλέσει άσθμα, αλλεργίες και άλλα αναπνευστικά συμπτώματα.
Η λοίμωξη δεν μεταδίδεται μεταξύ ατόμων, αλλά από την εισπνοή των βακτηριδίων που αιωρούνται στον αέρα. Οι περισσότεροι άνθρωποι που εκτίθενται στο βακτήριο δεν αναπτύσσουν σοβαρή νόσο, αλλά οι ηλικιωμένοι, οι καπνιστές, άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα και άτομα με υπάρχουσες πνευμονικές παθήσεις είναι ευάλωτοι σε σοβαρές μορφές της νόσου.
Η νόσος των λεγεωνάριων μπορεί να εκδηλωθεί με διάφορα συμπτώματα, συμπεριλαμβανομένου του πυρετού γνωστού ως Πόντιακ, που μοιάζει με την κοινή γρίπη. Σοβαρότερες περιπτώσεις της νόσου μπορεί να προκαλέσουν πνευμονία και πνευμονική λεγιονέλλωση.
Οι περισσότερες περιπτώσεις πυρετού τύπου Πόντιακ υποχωρούν μόνες τους, αλλά η νόσος των λεγεωνάριων που δεν έχει υποστεί αγωγή μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι θανατηφόρα. Η έγκαιρη διάγνωση και η αντιμετώπιση με αντιβιοτικά είναι σημαντικές για τη θεραπεία της νόσου.
Οι πρώτες ενδείξεις της λεγιονέλλωσης περιλαμβάνουν πυρετό, πονοκέφαλο, μυϊκούς πόνους, ρίγη, και κόπωση. Ακολουθούν συμπτώματα πνευμονίας, όπως βήχας με βλέννα ή αίμα, δυσκολία αναπνοής, πόνο στο στήθος, και γαστρεντερικές διαταραχές όπως ναυτία, εμετός, και διάρροια.
Η νόσος των λεγεωνάριων αναπτύσσεται συνήθως 2-10 ημέρες μετά την έκθεση στο βακτήριο, και η ταχεία αντιμετώπιση με αντιβιοτικά είναι σημαντική για τη θεραπεία της νόσου.
Ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να αντιμετωπίσουν προβλήματα μετά τη θεραπεία, παρόλο που η πλειονότητα των περιπτώσεων αναρρώνουν πλήρως με την κατάλληλη αγωγή.