Ο 42χρονος κατηγορούμενος αντέτεινε ότι οι καταγγελίες της 25χρονης είναι ψευδείς και ότι η ίδια επιχείρησε να εκδικηθεί τη σύντροφό του για λόγους ερωτικής ζήλιας.
Σύμφωνα με την κατάθεσή του, η 25χρονη είχε μπει στη ζωή τους με σκοπό να απομακρύνει τη 30χρονη Αλβανίδα, φέρνοντας ψευδείς κατηγορίες εις βάρος τους.
Ωστόσο, η ανάκριση αποκάλυψε μια πιο σκοτεινή πλευρά της υπόθεσης.
Η 25χρονη κατήγγειλε ότι είχε υποστεί κακοποίηση και σεξουαλική εκμετάλλευση, δημιουργώντας σοβαρές αμφιβολίες γύρω από την αθωότητα των κατηγορουμένων. Ο 42χρονος ισχυρίστηκε ότι η καταγγελία της νεαρής ήταν μια κίνηση για να απομακρύνει τη σύντροφό του, αρνούμενος κατηγορηματικά ότι την κρατούσε φυλακισμένη ή την εξέδιδε, αν και υπήρχε προηγούμενη απόφαση που του απαγόρευε να προσεγγίζει τη σύντροφό του.
Ο δικηγόρος του ζευγαριού υποστήριξε ότι η 25χρονη ποτέ δεν ήταν κλεισμένη με τους κατηγορουμένους, επικαλούμενος μάλιστα αναρτήσεις της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατά τη διάρκεια της υπόθεσης. Ωστόσο, οι απολογίες τους δεν έπεισαν τις αρχές, οι οποίες έκριναν ότι οι αποδείξεις ήταν επαρκείς για την προφυλάκισή τους.
Το ζευγάρι, πλέον σιδηροδέσμιο, κατευθύνθηκε προς τη φυλακή, καθώς η σοβαρότητα των κατηγοριών και οι καταγγελίες της 25χρονης φέρνουν στο προσκήνιο την εφιαλτική πραγματικότητα πίσω από τις κλειστές πόρτες και την ανάγκη για προστασία των θυμάτων κακοποίησης και εκμετάλλευσης.