Την Πέμπτη 7 Νοεμβρίου παρευρέθηκε κλιμάκιο του ΚΚΕ με επικεφαλής τον Μανώλη Συντυχάκη, μέλος της Επιτροπής Περιοχής Κρήτης και βουλευτή Ηρακλείου του ΚΚΕ, στο Συνέδριο που διοργανώνουν η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων και η Ένωση Φιλολόγων Ν. Ηρακλείου για τον Κώστα Βάρναλη.
Στον χαιρετισμό του ο Μανώλης Συντυχάκης παρέθεσε τα εξής:
«Θα ήθελα καταρχήν να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση που μας κάνατε να παραβρεθούμε και να χαιρετήσουμε από το βήμα του 50ου Συνεδρίου της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων, αφιερωμένο στον Κώστα Βάρναλη.
Δεν έχω σκοπό να αναλύσω το έργο του Κώστα Βάρναλη. Το έργο του είναι πολύπλευρο, που αγκαλιάζει ποίηση, πεζογραφία, θέατρο, κριτική, μεταφράσεις, χρονογραφήματα. Αυτό υποθέτω θα το κάνουν όλοι όσοι έλθουν σ' αυτό το βήμα, πιο ειδικοί και πιο κατάλληλοι από μένα.
Παρόμοιο, διήμερο Συνέδριο, είχε πραγματοποιήσει η ΚΕ του ΚΚΕ τον Απρίλη του 2011 αφιερωμένο στον Κώστα Βάρναλη, με τον τίτλο: «Κ. Βάρναλης, φως που πάντα καίει», στην αίθουσα Συνεδρίων στην έδρα της Κεντρική Επιτροπής στον Περισσό.
Ο Κώστας Βάρναλης, χαρακτηρίζεται ως ο πρώτος της επαναστατικής προλεταριακής ποίησης στην Ελλάδα και παραμένει, ένας από τους κορυφαίους στη λογοτεχνία μας, εκφραστής της εποχής περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, εποχή που συνεχίζεται παρά τις αντεπαναστατικές ανατροπές και τη βαθιά κρίση του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος.
Κι όταν έφυγε ο ποιητής από τη ζωή (16 Δεκέμβρη 1974), η ΚΕ του ΚΚΕ τον αποχαιρέτισε αποκαλώντας τον Ποιητή του Λαού.
Το έργο του, που το διαμέτρημά του υπερβαίνει κατά πολύ τον ελληνικό χώρο, προβάλλει ακόμα πιο επίκαιρο σήμερα και μπροστά στις κοινωνικές επαναστάσεις που θα έρθουν. Ο 21ος αιώνας είναι αιώνας νέων κοινωνικών επαναστάσεων.
Επιτρέψτε μου, να θέσω στον προβληματισμό του συνεδρίου σας ένα ιδιαίτερα επίκαιρο και ενδιαφέρον ζήτημα, θαυμαστό και συγκινητικό.
Όπως όλα τα παιδιά του ελληνισμού των παροικιών και του ελλαδικού χώρου, ο Κ.Β. γαλουχημένος και μεγαλωμένος μέσα σ’ ένα οικογενειακό περιβάλλον με αρκετή ευμάρεια για τα μέτρα της εποχής, διαπαιδαγωγήθηκε με την αστική ιδεολογία των «εθνικών δικαίων», με το όνειρο της «Μεγάλης Ελλάδας» και του «Μαρμαρωμένου Βασιλιά που θα ’παιρνε την Πόλη». Με αυτή την αντιδραστική ιδεολογία γαλβάνιζαν το μυαλό της νεολαίας, δάσκαλοι και παπάδες.
Το εκπληκτικό της όλης ιστορίας είναι, το πώς κατάφερε ερχόμενος στην Αθήνα από την γενέτειρά του, τη Βάρνα της Βουλγαρίας, να απαλλαγή από τον κόσμο του ιδεαλισμού, της μεταφυσικής, της προγονολατρείας και του εθνικισμού, του μυστικισμού, της γλωσσικής συντήρησης, του περίτεχνου στίχου που υμνεί όμως περιορισμένα ατομικά βιώματα, και πέρασε στον κόσμο του εργατόκοσμου, του ιστορικού υλισμού, του διεθνισμού, του δημοτικισμού, στον κόσμο της τέχνης με κοινωνική και πολιτική άποψη για το λαό, για τον εργαζόμενο. Πώς κατάφερε να πετάξει μακριά του τη γνωστή και διαδεδομένη ως σήμερα αντίληψη «η τέχνη για την τέχνη», υιοθετώντας την τέχνη για το λαό, τον αγώνα, την κοινωνία, τον σοσιαλισμό-κομμουνισμό.
Μια πρώτη απάντηση δίνει ο Δ. Γληνό:
«… είδε …. μέσα στη λάσπη και στη σκόνη αυτή να κυλιούνται με τα ψηλά τους κολάρα και τα καλοσιδερωμένα ρούχα τους, θριαμβευτικά οι έμποροι της ψευτιάς, οι ψιλικατζήδες της πολιτικής, οι φαμφαρόνοι, οι γλωσσαμύντορες, οι θρησκειοκάπηλοι και οι κοντυλοφόροι».
Ωστόσο παρέμεινε ιδεαλιστής. «Με τον όχλο κουβέντα να μην έχεις!», έγραψε λίγο αργότερα.
Ο Κώστας Βάρναλης, ο αρχαϊστής και καθαρευουσιάνος, μυημένος ουσιαστικά στην αρχαία κλασική γραμματεία που την αναπαράγει δημιουργικά στο έργο του, τελικά έγινε ο μαχητής δημοτικιστής, δίπλα βέβαια και σε άλλους που έδιναν τη μάχη του γλωσσικού με ουσία και πολιτικό βάθος.
Η αλλαγή στις ιδέες του έγινε στο Παρίσι. Τον επηρέασε καταλυτικά το μήνυμα της νέας κοινωνίας που αναδύθηκε από τις στάχτες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου : Η Οχτωβριανή επανάσταση. Τότε αυτό το ταλαντούχο πνεύμα πέρασε στην αντίπερα όχθη, πύρινο και ορμητικό, αποφασισμένο να ξεκόψει οριστικά με το παρελθόν του.
Η ιδεολογική μεταστροφή του Κ.Β. δεν ήταν ένα τυχαίο γεγονός, διότι αυτός ο μεγάλος ποιητής, λογοτέχνης έζησε πολύ άμεσα το χαρακτήρα της εποχής μας, που είναι εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό. Αυτός είναι ο χαρακτήρας της εποχής μας και σήμερα, παρά το γεγονός ότι για πολύ συγκεκριμένους λόγους, η πρώτη προσπάθεια οικοδόμησης του σοσιαλισμού πισωγύρισε άγρια και απρόσμενα, δυστυχώς.
Χωρίς να υποτιμάμε τη φόρτιση που φέρνει ένα προσωρινό πισωγύρισμα, γιατί για τέτοιο πρόκειται, σας διαβεβαιώνουμε ότι δεν ατενίζουμε με απαισιοδοξία και μοιρολατρία τα πράγματα, αντίθετα πιστεύουμε ότι και η σημερινή φάση μπορεί να αφυπνίσει και να αλλάξει συνειδητά επιλογές σημαντικών καλλιτεχνών, επιστημόνων και διανοητών, και να μετατρέψει το έργο τους σε σάλπισμα και κινητήρια δύναμη αντεπίθεσης. Γιατί και σήμερα υπάρχει λαός, εργάτες και εργάτριες που υποφέρουν, και σήμερα υπάρχουν σημαντικοί εργατικοί και λαϊκοί αγώνες, υπάρχει περισσότερη γνώση και πείρα.
Ας μην ξεχνάμε ότι και τότε στις πρώτες 10ετίες του 20ού αιώνα, κατά τη διάρκεια και μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, στα χρόνια του μεσοπολέμου, παράλληλα ή και μαζί με τον Βάρναλη δημιουργούσαν πολλοί ταλαντούχοι και εμπνευσμένοι, όμως έμειναν στάσιμοι, πισωγύρισαν, δείλιασαν, δε θέλησαν να αφουγκραστούν τα μηνύματα της εποχής, ακόμα και τα λαϊκά βάσανα, παρόλο που τα ζούσαν, τα ένοιωθαν. Τελικά προτίμησαν να μείνουν ονομαστοί σε ένα μικρόκοσμο, μακριά από τον λαό, ακόμα και άγνωστοι από τον λαό. Στο βαθμό που το έργο τους είχε αξία, πρόβαλε θετικές αξίες, τελικά έμεινε άγνωστο στους πολλούς.
Η μεγαλοσύνη του Βάρναλη ήταν ότι απέναντί του δεν έβλεπε μόνο τον κατακτητή, και αυτόν εχθρό του τον λογάριαζε και πολύ σωστά. Δεν είναι γενικά αντιπολεμικός ποιητής. Είναι ο ποιητής που γκρεμίζει τις αστικές πατρίδες, αντιπαραθέτοντας τις πατρίδες των εργαζομένων. Πήγε πιο βαθιά, με πιο πλατιά οπτική και ορίζοντα, ανακήρυξε εχθρό του τον μεγαλύτερο εχθρό του λαού, τον καπιταλιστή, τον καπιταλισμό, καθώς αυτός παράγει και τη φτώχεια και τον πόλεμο, από αυτόν βγαίνει ο κατακτητής, ο αποικιοκράτης, ο δυνάστης των λαών.
Ο ποιητής, ο λογοτέχνης που μάλιστα θέλει να περάσει φιλοσοφικές κοσμοθεωρητικές και ριζοσπαστικές ιδέες που δεν αρέσουν σε όσους διανοούμενους δεν μπορούν να ξεφύγουν από τις ιδέες της αστικής γαλλικής επανάστασης, τιμωρείται από τους συναδέλφους του σκληρά, είτε με τον ανοικτό πόλεμο, είτε με τη συνειδητή σιωπή, ώστε το έργο του να μείνει μακριά από το λαό, μακριά από εκείνους που διψούν για κάτι πραγματικά προοδευτικό και ανατρεπτικό.
Αν και ο Βάρναλης δεν πρέπει να κρίνεται με απαιτήσεις κομματικού στελέχους ή και θεωρητικού του μαρξισμού, ωστόσο το έργο της ώριμης περιόδου του (και όχι μόνο) διαπερνάει ο διαλεκτικός υλισμός, οι νομοτέλειες του επιστημονικού κομμουνισμού. Στο πλαίσιο της ταξικής πάλης ανατέμνει την αστική τάξη, διαπομπεύει τη σήψη και τον ιστορικά ξεπερασμένο ρόλο της. Αναδείχνει την αναγκαιότητα και επικαιρότητα του σοσιαλισμού.
Ακόμα, δεν κολακεύει τον λαό. Απεναντίας στηλιτεύει τις αδυναμίες του, ενώ σε πολλά έργα εξυψώνει τον ρόλο του ως δημιουργού της ιστορίας. Κι όταν καυτηριάζει τις λαϊκές μάζες, το κάνει για να τις κεντρίσει, έστω κι αν αυτό γίνεται κάποιες φορές με αρνητικό τρόπο.
Το 1935 εξορίστηκε στη Μυτιλήνη και στον Αϊ-Στράτη. Οι διώξεις τότε είχαν πάρει γενικότερο χαρακτήρα.
Όπως δείχνουν και γραπτά του, ο Βάρναλης βγήκε από την εξορία πιο δυναμωμένος. Και οι στίχοι του από το ποίημα «Οχτώβρης» που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα τοίχου των εξόριστων του Αϊ-Στράτη, την επέτειο της Οχτωβριανής επανάστασης:
Απ’ τα μπουντρούμια και την εξορία η νέα του κόσμου ξεκινά Ιστορία.
Πήρε μέρος στον ΕΑΜικό αγώνα, όπως και πολλοί διανοούμενοι και πρέπει να εξαρθεί ο ρόλος τους, που εντοπίζεται κυρίως στην πολιτική δράση και όχι τόσο στην ποιότητα των έργων τους. Ωστόσο μπήκαν μαζικά μετά την εποποιία του Στάλινγκραντ, οπότε και το ΕΑΜ αναπτυσσόταν ραγδαία. Το σημείωσε ο Βάρναλης στον «Ριζοσπάστη» (30 Σεπτέμβρη 1945): «…Οι μορφωμένοι που στα πρώτα χρόνια της Κατοχής είχανε χάσει τα νερά τους, ακούσανε το προσκλητήριο του ΕΑΜ».
Ο ποιητής του λαού, πολεμήθηκε αργότερα πάλι με τη σιωπή αλλά και με διώξεις μετά τον πόλεμο, από τις αρχές της 10ετίας του '50 όταν το λαϊκό κίνημα περνούσε σε φάση κάμψης, σε συνθήκες απαγόρευσης δράσης του ΚΚΕ, εκτεταμένων διώξεων, εκτελέσεων, βασανιστηρίων. Έγινε προσπάθεια ακόμα και από προοδευτικούς ανθρώπους, φοβισμένους, να σβηστεί ολοκληρωτικά ο Βάρναλης από το χάρτη των μεγάλων ποιητών.
Ο Κ. Βάρναλης , αν και πέρασαν 50 χρόνια από το θάνατό του, εξακολουθεί να είναι πλατιά γνωστός ως στρατευμένος στα κομμουνιστικά ιδανικά ποιητής.
Ωστόσο, είναι αμφίβολο σε ποιο βαθμό είναι το ίδιο πλατιά γνωστό και το βαθιά λαϊκό και πολύπλευρο έργο του, εκτός από ορισμένα ποιήματά του, που αρκετά χρόνια πριν τραγουδήθηκαν και αγαπήθηκαν από το λαό, απαγγέλθηκαν από εργάτες, μπήκαν σε λαϊκά σπίτια, όπως τα πολύ γνωστά «Οι Μοιραίοι», «Ο Οδηγητής», η «Μπαλάντα του κυρ Μέντιου». Έτσι, το πολύ σημαντικό συνέδριο της ΠΕΦ μπορεί να φέρει στο προσκήνιο, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πληρότητα, το ατίθασο και πάντα σύγχρονο – στο μεγαλύτερο τουλάχιστον μέρος του – έργο του Κ. Βάρναλη.
Αυτό θα είναι και μια απάντηση στην κριτική που του ασκούν διάφοροι αστοί δημοσιολόγοι, που μετά από πολύχρονη ανεπιτυχή προσπάθεια να αποσιωπήσει το έργο του Βάρναλη, σήμερα το παρουσιάζει ως «μουσειακό», με πρόσχημα τη δήθεν «παρωχημένη» μορφή του, ακριβώς γιατί ποτέ δεν έπαψε να ενοχλείται από το ανατρεπτικό περιεχόμενό του, που πάντα καίει, ώσπου να δούμε «τον κόσμο ανάποδα», όπως ήθελε και ο Βάρναλης.»