Υπάρχει ένα κρητικό ευαγγέλιο της αγάπης, κι ένας λογοτέχνης ευαγγελιστής, ο Βιτσέντζος Κορνάρος που φώτισε με έγνοια και νόημα τα υψηλά μονοπάτια που βαδίζει η ανθρώπινη ψυχή σε κάθε πτυχή αυτής της ζήσης.
Πώς καθαγιάζεται το συναίσθημα; Πώς το πνεύμα ορθώνεται πάνω από τα γήινα και τα πεζά ανασαίνοντας για να κρατήσει ζωντανή τη φλόγα της καρδιάς; Πώς όμως μέσα από το έργο ο Κορνάρος διατρανώνει αξίες που πρέπει να πορεύονται με τη ζωή αντάμα;
Ας δούμε κάποιους στίχους από αυτό το μεγάλο κρητικό έπος που δε μιλούν παρά για την απλότητα και την σύνεση που δε βάζουν σε περιττούς μπελάδες τους «προύχοντες» που αναζητούν την ηρεμία και τις απλές απολαύσεις αντί για τα μεγαλεία και την αναγνωρισιμότητα.
Ακόμα και σαν έρθει η αγάπη, δεν τους τρελαίνει ούτε τους παιδεύει καθώς οι ίδιοι έχουν επιλέξει ένα βίο γεμάτο προσφορά, δίχως περιττές κινήσεις ανέλιξης που δεν σχετίζονται με το πνευματικό ανάστημα.
Όποιος τσι μεγαλότητες ζητά ετουνού του κόσμου,
Και δε γνωρίζει πως επά διαβάτης είν΄του δρόμου,
Μα ρέμπεται στες αφεντιές ,στα πλούτη του καυκάται
έγώ άγνωστο τόνε κρατώ και πελελός λογάται.
Τούτα ΄ναι ανθοί και λούλουδα ,διαβαίνου και περνούσι,
Και μεταλλάσσουν τα οι καιρόι ,συχνιά τα καταλούσι,
Σαν το γυαλί ραγίζουνται ,σαν το καπνό διαβαίνου,
Ποτέ δε στέκου ασάλευτα, μα πιλαλούν και πηαίνου.
Κι όσο πλια η μοίρα στα ψηλά τον άνθρωπο καθίζει,
Τόσο και πλιότερα πονεί , όντε τόνε γκρεμνίζη.
Κ΄ εκείνα όπου τον κάνουσι συχνά ν άγαλλιάση
Μεγάλοι οχθροί του γίνονται την ώρα οπού τα χάση.
Κι όσο πλια αφέντης κράζεται και βασιλιάς λαγάται ,
Τόσο πλια πρέπει να δειλιά ,πλιότερα να φοβάται,
Γιατί έτσι το χει φυσικό τσι Μοίρας το παιχνίδι
Να παίρνη από τη μια μερά στην άλλη να τα δίδη.
Αμ όποιος σε φτωχότητα αναθραφή δε γγίζει
Του κύκλου τα στρατέματα ,ως θέλει να γυρίζη,
Και πάντ΄ ανέγνοιος πορπατεί, κι ανα τρώγη , κι αν κοιμάται,
Του ριζικού την όργητα ποτέ δεν τη φοβάται.
Κι αν είς αγάπη μπερδευτή, μια σαν κι αυτό γυρεύγει
Κι ουδέ τα μέλη τυραννά ουδέ το νου παιδεύγει.
Μιλάει για σύνεση και θέτει δυο πρότυπα ζωής σε αντιδιαστολή. Σε εποχές που όλα τρέχουν βέβαια η λογοτεχνία έχει μείνει να μας κοιτά σκονισμένη στις λιγοστές πλέον βιβλιοθήκες. Αυτό βέβαια για τους λάτρες των βιβλίων.
Όμως όλα βρίσκονται και στο διαδίκτυο πλέον οπότε ας μην επιλέγουμε την «εγκεφαλική σήψη». Αν απορείτε γιατί χρησιμοποιώ αυτόν τον όρο μα είναι η επίσημη ορολογία πλέον για τους εθισμένους στα social media που περνούν πάρα πολλές ώρες βλέποντας «κενά περιεχομένου», για να το πω κομψά, δημοσιεύματα.
Συραγώ Χορταριά