Η ραγδαία αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας, που οδηγεί σε σοβαρές καταστάσεις όπως στυγνές δολοφονίες, είναι ένα πολυδιάστατο και περίπλοκο φαινόμενο που οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, οι οποίοι αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.
Ένας από τους κύριους λόγους που ενδέχεται να συμβάλλουν σε αυτή την αύξηση είναι τα στερεότυπα φύλου και οι ανισότητες που πολλές φορές διέπουν τις οικογενειακές σχέσεις. Σε πολλές κοινωνίες, οι παραδοσιακές αντιλήψεις και τα μοτίβα συμπεριφοράς αναφορικά με τη θέση και τον ρόλο των φύλων συνεχίζουν να ευνοούν την υποκαταστολή και την επιβολή βίας. Η ιδέα ότι η βία μπορεί να θεωρείται ως ένας αποδεκτός τρόπος επίλυσης των συγκρούσεων ή διαχείρισης των προβλημάτων προκαλεί μια αίσθηση ανομίας που μπορεί να ενθαρρύνει τους δράστες να προχωρήσουν σε βίαιες ενέργειες.
Επιπλέον, τα ψυχολογικά προβλήματα και οι προσωπικές ιστορίες των δραστών ενδέχεται να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο. Αρκετοί δράστες έχουν βιώσει μορφές κακοποίησης κατά την παιδική τους ηλικία ή έχουν αναπτύξει ψυχολογικές διαταραχές, κάνοντάς τους πιο επιρρεπείς σε επιθετικές και βίαιες συμπεριφορές. Η επιρροή της κακοποίησης στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητας ενός ατόμου είναι σημαντική, και συχνά οι δράστες ενενδύουν στο μοντέλο συμπεριφοράς που έχουν βιώσει οι ίδιοι, επαναλαμβάνοντας έναν φαύλο κύκλο βίας.
Η οικονομική κατάσταση είναι επίσης ένα κρίσιμο στοιχείο που συμβάλλει στην ενδοοικογενειακή βία. Η οικονομική ανασφάλεια, η ανεργία και οι οικονομικές πιέσεις μπορούν να δημιουργήσουν έντονες καταστάσεις άγχους και πίεσης που με τη σειρά τους οδηγούν σε βίαιες συμπεριφορές. Όταν τα μέλη της οικογένειας δεν έχουν τη δυνατότητα να ικανοποιήσουν τις βασικές τους ανάγκες ή να διαχειριστούν οικονομικές δυσκολίες, η κατάσταση μπορεί να επιδεινωθεί και οι συγκρούσεις να γίνουν πιο βίαιες.
Η κατανάλωση αλκοόλ και η χρήση ναρκωτικών ουσιών είναι άλλες σημαντικές παράμετροι που σχετίζονται με την αύξηση της βίας. Οι εθιστικές ουσίες συχνά μειώνουν την αυτοσυγκράτηση και την ικανότητα ελέγχου των συναισθημάτων, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε επιθετικότητα και βίαιες πράξεις. Πολλοί δράστες ενδοοικογενειακής βίας είναι είτε χρήστες ναρκωτικών είτε πίνουν υπερβολικές ποσότητες αλκοόλ, γεγονός που τους καθιστά επικίνδυνους και απρόβλεπτους.
Η κοινωνική απομόνωση είναι επίσης ένας σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στην έξαρση της ενδοοικογενειακής βίας. Όταν οι οικογένειες ή τα άτομα δεν έχουν πρόσβαση σε υποστηρικτικά δίκτυα ή στα κοινωνικά τους περιβάλλοντα, η έλλειψη στήριξης μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένα επίπεδα στρες και αδυναμία διαχείρισης των συγκρούσεων. Η απομόνωση των θυμάτων ενδυναμώνει τον δράστη, καθιστώντας τις θλιβερές συνθήκες της οικογενειακής βίας πιο δύσκολες να ξεφύγουν.
Παράλληλα με όλα τα παραπάνω, προσβάσεις σε υπηρεσίες υποστήριξης είναι καθοριστικές στη διαδικασία αντιμετώπισης και πρόληψης της ενδοοικογενειακής βίας. Πολλά θύματα δεν είναι σε θέση να ζητήσουν βοήθεια λόγω φόβων, ελλιπούς πληροφόρησης ή και ντροπής, γεγονός που εντείνει την κατάσταση.