Μια φωτογραφία ήταν η αφορμή να περάσει από μπροστά μου σαν ταινία μικρού μήκους η παιδική μου ζωή.
Ο Καράβολας ήταν για μένα το καλοκαιρινό μου θέρετρο.
Μια συνοικία όμορφων ανθρώπων άλλης εποχής, που έμειναν σε σπίτια μικρά και πανομοιότυπα, με αυλές ασβεστωμένες και χρωματιστές. Λες και συναγωνίζονταν ποιο σπιτάκι θα κρατήσει περισσότερη άνοιξη στον κήπο του.
Κάθε νοικοκύρης και πρωταγωνιστής των αναμνήσεων που έφτιαξα τα χρόνια αυτά.
Κεντρικό σπιτάκι το σπίτι τις θείας μου της Ελένης. Ίσα ίσα δυο δωματιάκια μικρά, που όμως χωρούσαν κάθε απόγευμα ολάκερη τη γειτονιά.
Δίπλα ακριβώς από τη θεία Ελένη το σπιτάκι που φιλοξενούσε τον κύριο Βασιλάκη και την κυρά Πελαγία του. Ο κύριος Βασιλάκης πρέπει να ήταν ο λόγιος της γειτονιάς γιατί τον θυμάμαι να κυκλοφορεί πάντα με κουστούμι και καπέλο και όλοι να του μιλάνε με ιδιαίτερο σεβασμό.
Παραδίπλα έμενε μια κυρία που ποτέ δεν έμαθα το όνομά της, μια που πολλές φορές την ταλαιπωρούσα με το παιδικό και σκανταλιάρικο ταπεραμέντο μου.
Το πιο απομακρυσμένο σπιτάκι που έπεφτε το μάτι μου σε αυτό κάθε φορά που έβγαινα στο ανατολικό μπαλκονάκι ήταν το σπίτι μιας οικογένειας που στο παιδικό μου μυαλό φάνταζε οικογένεια ψαράδων γιατί συνεχώς τους έβλεπα να κατεβαίνουν στη θάλασσα με τα σύνεργα της ψαρικής.
Και το καλύτερο κομμάτι της γειτονιάς το άφησα για το τέλος.
Το παγωτατζίδικο που ήταν στο ίδιο ακριβώς σημείο που βρίσκονται σήμερα καφετέριες εμπορικού συγκροτήματος.
Αυτό το μαγαζάκι, τώρα το ομολογώ ήταν πολλές φορές και ο λόγος που ήθελα να επισκέπτομαι τη θεία και τη γειτονιά της.
Σήμερα, 45 χρόνια μετά, περπατώ τον Καράβολα και κλείνω τα μάτια να ζωντανέψω ξανά τις εικόνες της παιδικής μου ζωής. Μπορεί να χάθηκαν όλα μα ευτυχώς δεν έσβησαν. Είναι ένας κόσμος που ζει ακόμα μέσα μου και ήθελα να τον μοιραστώ μαζί σας.
Κατερίνα Σαρρή
patris.gr