Ο Μέγας Αλέξανδρος θα συνεχίζει να αποτελεί πάντοτε την πιο πολυσυζητημένη προσωπικότητα παγκοσμίως, ειδικά όσο ακόμη αναζητείται ο τάφος του, καθώς αιώνες μετά δεν έχει δοθεί η λύση στο γρίφο.
Μια ιδιαίτερα διαδεδομένη θεωρία αναφέρει, ότι όταν χάθηκε από την Αίγυπτο, η σωρός του Έλληνα βασιλιά μεταφέρθηκε από Βενετσιάνους εμπόρους από την Αλεξάνδρεια στη Βενετία και ότι το λείψανο του Αγίου Μάρκου, δεν είναι άλλο από το νεκρό σώμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην πραγματικότητα, με αναφορές να κάνουν λόγο και για την Αμφίπολη.
«Για τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου έχουν γραφτεί τόσα άρθρα και βιβλία όσα δεν γράφτηκαν για τις ταφές όλων των προσωπικοτήτων της αρχαιότητας. Υπάρχουν άπειρες θεωρίες. Όπως ότι τα λείψανα βρίσκονται στην κρύπτη κάτω από τη βασιλική του Αγίου Μάρκου στη Βενετία και μεταφέρθηκαν το 829 από Βενετούς εμπόρους εκεί που κτίστηκε ο ναός. Μια άλλη θεωρία λέει ότι ετάφη στην πύλη της Ροζέτας όπου ήταν το νεκροταφείο των Πτολεμαίων.
Υπάρχει μια διεθνής ψύχωση με το θέμα αυτό και αυτή η αναζήτηση ανάγεται από την αρχαιότητα», λέει στο Έθνος της Κυριακής ο κ. Χάρης Τζάλας, συγγραφέας, ερευνητής και επικεφαλής του Ινστιτούτου Μελετών της Αρχαίας και Μεσαιωνικής Αλεξάνδρειας, το οποίο επί 17 χρόνια πραγματοποιεί ενάλιες αρχαιολογικές έρευνες στην ακτογραμμή της πόλης.
Ο ίδιος ετοιμάζει μια ειδική μελέτη για τη νέα Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας όπου καταγράφει το απίστευτο χρονικό της αναζήτησης του τάφου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
«Από εκείνη την εποχή οι Πτολεμαίοι χρησιμοποίησαν τον Μέγα Αλέξανδρο στις μάχες των διαδόχων. Όπως και οι Ρωμαίοι ήθελαν να τον έχουν με το μέρος τους… Πολλοί αυτοκράτορες επισκέφτηκαν τον τάφο όπως ο Καίσαρας και ο Αύγουστος.
Ο Καρακάλλας, το 215, ήταν ο τελευταίος αξιόπιστος μάρτυρας για την ύπαρξη του τάφου. Όλα τα υπόλοιπα από την αρχαιότητα έως τον Μεσαίωνα ήσαν ανάμεσα στην παράδοση και τον μύθο μέχρι τις φανταστικές ιστορίες του 19ου και 20ου αιώνα που υπεδείκνυαν τη θέση του τάφου και αποδείχθηκαν παραμύθια.
Οι μετέπειτα έρευνες για τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Όλες οι αξιόπιστες αρχαίες πηγές αναφέρουν ότι ετάφη στην Αλεξάνδρεια. Κι όμως ένα τέτοιο μνημείο δεν βρέθηκε, όπως δεν εντοπίστηκε το Μουσείο με την περίφημη βιβλιοθήκη όπου υπήρχαν 700.000 χειρόγραφα, ούτε ο τεράστιος ναός του Σέραπι. Στην αναζήτηση του τάφου κυρίως βασιζόμαστε σε συγγραφείς που αντέγραψαν παλαιότερες πηγές και φήμες».
Η αφήγηση του κ. Τζάλα, όπως γράφει το Έθνος της Κυριακής, ξεκινά από τα χρόνια της αρχαιότητας.
Ο θάνατος του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 323 π.Χ. στη Βαβυλώνα, η μεταφορά και η ταρίχευσή του σώματός του στη Μέμφιδα και η επίσκεψη Ρωμαίων αυτοκρατόρων περιγράφονται από αξιόπιστους αρχαίους συγγραφείς. Κανένας όμως δεν ήταν σύγχρονος του Αλεξάνδρου, ούτε είχε εισέλθει στον τάφο.
Μερική μόνο είχαν δει την ευρύτερη περιοχή γνωστή ως «Σώμα» ή «Σήμα». Σύμφωνα με τον Ψευδοκαλλισθένη το σώμα του, μέσα σε μολύβδινη σαρκοφάγο γεμάτη μέλι για να διατηρηθεί, μεταφέρθηκε στη Μέμφιδα της Αιγύπτου. Ο Στράβων πρώτος έγραψε ότι όταν επισκέφθηκε την Αλεξάνδρεια, το σώμα του Αλεξάνδρου δεν ήταν στην αρχική χρυσή σαρκοφάγο.
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης σημειώνει ότι μεταφέρθηκε από τη Βαβυλώνα δύο χρόνια μετά τον θάνατό του. Μάλιστα καθ’ οδόν στη Συρία, έγινε μάχη μεταξύ επιγόνων όπου επικράτησε ο Πτολεμαίος. Ήταν γνωστή η προφητεία του Αρίστανδρου, ότι «η πόλη που θα είχε το σώμα του Αλεξάνδρου θα γνώριζε μεγάλη ευημερία». Για αυτό ο Πτολεμαίος αποφάσισε να μην ταφεί στο ναό του Άμμωνος Διός στη Σίβα, αλλά στην Αλεξάνδρεια.
Ο Λουκανός περιγράφει τον τάφο ως μια πυραμιδοειδή κατασκευή, ο Ζηνόβιος έλεγε ότι μεταφέρθηκε σε νέα ομαδική βασιλική ταφή και το «Σώμα» έμεινε άδειο.
Ο Παυσανίας έγραφε ότι τον λάτρευαν ως θεό και ο Δίων ο Κάσσιος μνημονεύει ότι όταν ο Οκταβιανός θέλησε να δει το σώμα του Αλεξάνδρου, άγγιξε τη μύτη του και την κατέστρεψε εν μέρει.
Οι αιώνες περνούσαν αλλά η φήμη του Αλεξάνδρου παρέμενε ζωντανή. Ο Ισκάντερ, όπως τον αποκαλούσαν, είχε μετατραπεί σε θρύλο ενώ από αιώνες λατρευόταν σαν μεγάλος προφήτης.
Ο περιηγητής Μασούντι το 944 γράφει για ένα παρεκκλήσι όπου εικάζεται ότι ήταν ο τάφος του Ισκάντερ και εκεί ο κόσμος προσευχόταν. Ανάλογη ιστορία αφηγείται ο Λέων ο Αφρικανός 500 χρόνια αργότερα.
Άλλοι αναφέρουν ένα κτίσμα κοντά στο τζαμί Ατταρίν ή την παλαιά εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Η βασιλική νεκρόπολη και το «Σώμα» δεν έχουν ακόμα εντοπιστεί και τα ίχνη χάθηκαν στο βάθος του χρόνου.
Οι περισσότεροι αρχαιολόγοι που ανέσκαψαν έως το 1960, πίστευαν ότι το «Σώμα» βρισκόταν κοντά στο τζαμί Νάμπι Ντανιέλ. Ο Ερρίκος Σλήμαν που ανακάλυψε την Τροία και τις Μυκήνες είχε ζητήσει το 1887 άδεια την οποία όμως δεν έλαβε».
Ο Αλέξανδρος Γ΄ ο Μακεδών (356 π.Χ – 323 π.Χ.) ή Αλέξανδρος ο Μέγας ή Μέγας Αλέξανδρος, ήταν βασιλιάς της Μακεδονίας, ηγεμόνας της Πανελλήνιας Συμμαχίας κατά της Περσικής αυτοκρατορίας, Φαραώ της Αιγύπτου, βασιλιάς της Ασίας και βορειοδυτικής Ινδίας, του οποίου οι κατακτήσεις αποτέλεσαν τον θεμέλιο λίθο της Ελληνιστικής εποχής των βασιλείων των Διαδόχων και Επιγόνων του.
Γεννήθηκε στην Πέλλα της Μακεδονίας τον Ιούλιο του έτους 356 π.Χ.. Γονείς του ήταν ο βασιλιάς Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας και η πριγκίπισσα Ολυμπιάδα της Ηπείρου. Ως βασιλιάς της Μακεδονίας, συνέχισε το έργο του πατέρα του, Φιλίππου Β’, και του παππού του, Αμύντα Γ’, ικανών στρατηγών, πολιτικών και διπλωματών, οι οποίοι διαδοχικά αναμόρφωσαν το Μακεδονικό βασίλειο και το εξέλιξαν σε σημαντική δύναμη του Ελληνικού κόσμου, και με τη σειρά του ο Αλέξανδρος το διαμόρφωσε σε παγκόσμια υπερδύναμη.
Ως Μακεδόνας είχε συνείδηση της ελληνικής του καταγωγής. Υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους στρατηγούς στην ιστορία, και κατά την περίοδο των 13 ετών της βασιλείας του (336 – 323 π.Χ.) κατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος του τότε γνωστού κόσμου (Μικρά Ασία, Περσία, Αίγυπτο κλπ), φτάνοντας στις παρυφές της Ινδίας, και χωρίς να έχει ηττηθεί σε μάχη που ο ίδιος συμμετείχε. Οι Αλεξανδρινοί χρόνοι αποτελούν το τέλος της κλασσικής αρχαιότητας και την απαρχή της περιόδου της παγκόσμιας ιστορίας γνωστής ως Ελληνιστικής.
Η συνολική επικράτεια της αυτοκρατορίας του, στη μεγαλύτερή της έκταση κατά το 323 π.Χ., υπολογίζεται σε 5.200.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, και περιλάμβανε κομμάτια από 26 σημερινές χώρες (Ελλάδα, Αλβανία, ΠΓΔΜ, Μαυροβούνιο, Σερβία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Τουρκία, Κύπρος, Αίγυπτος, Αφγανιστάν, Ιράκ, Ιράν, Ισραήλ, Ινδία, Ιορδανία, Καζακστάν, Κουβέιτ, Κιργιστάν, Λίβανος, Πακιστάν, Σαουδική Αραβία, Συρία, Τατζικιστάν, Ουζμπεκιστάν, Τουρκμενιστάν).
Πέθανε στην Βαβυλώνα, στο παλάτι του Ναβουχοδονόσορα Β’ στις 10 Ιουνίου του 323 π.Χ., σε ηλικία ακριβώς 32 ετών και 11 μηνών. Το σύνολο της επιρροής του, συχνά τον κατατάσσει μεταξύ των κορυφαίων παγκοσμίων προσωπικοτήτων όλων των εποχών με τη μεγαλύτερη επιρροή, μαζί με τον δάσκαλο του Αριστοτέλη.
Ο Αλέξανδρος πέθανε στη Βαβυλώνα στις 10 Ιουλίου του 323 π.X. και όχι στα τέλη Μαΐου του ίδιου έτους, όπως αναγράφεται.
Η προφητεία από τα αρχαία χρόνια που «δείχνει» τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου: «Στο τέλος εκπληρώθηκε, έλεγε ότι το βασίλειο…»
Ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου συνεχίζει να αποτελεί το βασικό σημείο αναζήτησης των αρχαιολόγων, ψάχνοντας τα στοιχεία, που θα δώσουν φως σε αυτό το μεγάλο πανανθρώπινο μυστήριο.
Η ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου υπήρξε περιπετειώδης, με αρκετά μεγάλα έργα να πραγματοποιούνται για χάρη του μεγάλου στρατηλάτη. Το ίδιο ο θάνατός του στη Βαβυλώνα, το 323 π.Χ. και, κυρίως, η ταφή του. Η ανεύρεση του τάφου αποτελεί σήμερα όνειρο ζωής πολλών αρχαιολόγων και ακόμα περισσότερων Ελλήνων. Ισως με κάθε νύξη γύρω από το όνομά του, πολλοί πανηγυρίζουν πιστεύοντας πως εντοπίστηκε.
Ετσι και τις τελευταίες ημέρες, έχει ξεσπάσει τρομερή φημολογία, λόγω της ανεύρεσης μεγάλης και σπάνιας σαρκοφάγου στην Αλεξάνδρεια, η οποία μάλιστα φέρει αδιατάρακτο σφραγιστικό κονίαμα. Από τα καθαρά αρχαιολογικά δεδομένα, το συγκεκριμένο εύρημα δεν φαίνεται να έχει την παραμικρή σχέση με τον Μακεδόνα βασιλιά, και ούτε το αιγυπτιακό υπουργείο Πολιτισμού λέει κάτι τέτοιο. Ωστόσο, διεθνούς κυκλοφορίας εφημερίδες (κυρίως ταμπλόιντ), ιστοσελίδες και τα κοινωνικά δίκτυα της Δύσης έχουν πάρει φωτιά.
Ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε στη Βαβυλώνα το 323 π.Χ. Εκεί οι νεκροί, κατά τους Ηρόδοτο, Στράβωνα και Στοβαίο, δε μουμιοποιούνταν ούτε καίγονταν, αλλά θάβονταν τοποθετημένοι μέσα σε μέλι ή κερί. Το ίδιο έγινε, όπως προκύπτει, και με τη σορό του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύμφωνα με την επιθυμία του, θέλησε να ταφεί στην πατρική του γη, αλλά ήταν πολύ δύσκολο να μεταφερθεί έως εκεί η σορός του. Ετσι, η αναζήτηση του τάφου του έως σήμερα είναι μια συναρπαστική αρχαιολογική περιπέτεια. Πάντως, η προφητεία που λεγόταν πως υπήρχε, ότι το βασίλειο θα δυστυχήσει εάν κάποιος βασιλιάς δεν ταφεί στις Αιγές, εκπληρώθηκε…
Το 321, σχεδόν δύο χρόνια μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου, ο Αρριδαίος ολοκλήρωσε την κατασκευή της αρμάμαξας που θα μετέφερε τη σορό του στρατηλάτη. Η σαρκοφάγος ήταν από σφυρήλατο χρυσό, τη γέμισαν με αρώματα, για να καλυφθούν οι οσμές, αν και πλέον το νεκρό σώμα θα πρέπει να ταριχεύθηκε, και τη σφράγισαν με εφαρμοστό χρυσό κάλυμμα. Η φήμη της προπορευόταν και πολλοί κάτοικοι από τις πόλεις, που πλησίαζε, έτρεχαν να θαυμάσουν τη λαμπρή και πανάκριβη κατασκευή.
Κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, όταν η πομπή έφτασε στα σύνορα της Συρίας με την Αίγυπτο, τη συνάντησε ο Πτολεμαίος Α", επικεφαλής στρατιωτικής δύναμης, και μετέφερε με τιμές την αρμάμαξα στην Αλεξάνδρεια. Εκεί έχτισε τέμενος αντάξιο του Αλεξάνδρου, τον ενταφίασε και διοργάνωσε θυσίες και αγώνες αρμόζοντες σε ήρωα. Κατά μια άλλη επικρατούσα άποψη, η ταριχευμένη σορός του θάφτηκε προσωρινά στη Μέμφιδα, πρωτεύουσα του αρχαίου βασιλείου της φαραωνικής Αιγύπτου, κοντά στο Κάιρο. Κατόπιν, μεταφέρθηκε στην Αλεξάνδρεια από τον ίδιο Πτολεμαίο. Το μεγαλοπρεπές μαυσωλείο έγινε γνωστό ως «Σώμα» ή «Σήμα».
Υστερα από χρόνια, ο Φαραώ Πτολεμαίος Φιλοπάτωρ συγκέντρωσε σ" ένα μοναδικό τάφο τα λείψανα των προγόνων του γύρω από αυτά του Στρατηλάτη.
Ο Διόδωρος ο επισκέφτηκε την Αλεξάνδρεια και τον τάφο το 60 μΧ και μας δίνει εξαιρετική περιγραφή.
Ανάμεσα στους επιφανείς επισκέπτες του τάφου του Μέγα Αλεξάνδρου ήταν: – Ο Iούλιος Καίσαρας το 45 πΧ, σύμφωνα με μαρτυρίες του Σουετόνιου και του Λουκιανού. Η συγκίνηση του Καίσαρα ήταν τόσο μεγάλη ώστε άπλωσε το χέρι του και άγγιξε το ταριχευμένο σώμα. Μόλις τα δάχτυλα του Καίσαρα στάθηκαν πάνω στο πρόσωπο, έσπασε ένα κομμάτι τής μύτης τού νεκρού! (Δίων Κάσσιος, 51,16).
-Ο Αύγουστος. Μετά την νίκη του επί του Μάρκου Αντώνιου και της Κλεοπάτρας στο Άκτιο το 31 πΧ, και την κατάκτηση της Αλεξάνδρειας το 30 πΧ, προσέφερε ένα στεφάνι στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Όταν οι οδηγοί του προσφέρθηκαν να τον πάνε και στους τάφους της Πτολεμαϊκής Δυναστείας, ο Αύγουστος τους απάντησε «Ήρθα να δώ έναν Βασιλιά, και όχι νεκρούς».
-Ο Καλιγούλας. Επισκέφτηκε το «Σήμα» και… έκλεψε την πανοπλία του Αλεξάνδρου!
-Ο Καρακάλλας (215 μΧ). Του αφιέρωσε το ιμάτιο, το δαχτυλίδι, τη ζώνη του κ.ά.
Ο Κάσσιος αναφέρει, ότι ο αυτοκράτωρ Φλάβιος Βαλέριος Σεβήρος (το 306 μ.Χ.), αφού πήρε μυστηριώδη βιβλία από πολλούς ναούς πανταχόθεν, διέταξε να τα εναποθέσουν εντός του τάφου, απαγορεύοντας του λοιπού τις επισκέψεις.
Δεν ήταν όμως όλοι οι επισκέπτες του τάφου φιλόφρονες. Ενας Πτολεμαίος, ο επονομαζόμενος Παρείσακτος ή Κόκκης (107-68 πΧ), είχε αντικαταστήσει το χρυσό φέρετρο με γυάλινο, ενώ σύμφωνα με άλλες πληροφορίες η Κλεοπάτρα Ζ η Φιλοπάτωρ λεηλάτησε τον τάφο του Αλεξάνδρου σε στιγμές οικονομικής ανάγκης.
Οι ντόπιοι, έδειχναν στους επισκέπτες στην Αλεξάνδρεια, τον τάφο μέχρι το 391 μ.Χ. οπότε, το μαινόμενο πλήθος των Χριστιανών υπό τον πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεόφιλο, ισοπέδωσε το Σεράπειον, το Μουσείο και την Βιβλιοθήκη τής Αλεξάνδρειας… Είναι οι χρόνοι που αυτοκρατόρευε ο Θεοδόσιος, απηνής διώκτης του δωδεκαθεϊσμού και του αρχαίου πνεύματος. Από τότε και πέρα χάνονται πια τα ίχνη τού τάφου τού Μεγάλου Αλεξάνδρου. (Ευνάπιος, «Βίοι φιλοσόφων και σοφιστών»).
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος λίγο αργότερα διερωτάται όχι χωρίς κάποια κρυφή χαρά που ο τάφος είχε χαθεί: «Πού γαρ, ειπέ μοι, το Σήμα Αλεξάνδρου;»
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι για να μην καταστραφεί από τους χριστιανούς η σορός, τη φυγάδευσαν στη Βενετία και σήμερα βρίσκεται στον ναό που δεσπόζει στην ομώνυμη πλατεία της Πόλης των Δόγηδων, ως σκήνωμα του Αγίου Μάρκου. Κάτι αναληθές, καθώς ο ναός και το σκήνωμα είχαν καεί πριν από μερικούς αιώνες. Ετσι, ακόμη κι αν ήταν, (κάτι που πρέπει να τοποθετηθεί στο πλαίσιο του θρύλου) δεν είναι πια.
Και στο Ουζμπεκιστάν όμως υποστηρίζουν ότι «ανακάλυψαν» τον τάφο κάτω από ένα στέγαστρο, στο χωριό Ισκεντέρ Ζουλκερνάι. Τέλος, σε ένα σπήλαιο στο τουριστικό θέρετρο Μπρουμ της Αυστραλίας λέγεται ότι σε σπηλιά βρίσκεται ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ομογενείς έστειλαν επιστολή στη Σκότλαντ Γιάρντ ώστε να ερευνηθεί το σημείο. Τώρα πώς έφτασε εκεί, ουδείς είναι σε θέση να πει.
Athensmagazine.gr: