Της Ρίκης Ματαλλιωτάκη
Ο Ησίοδος στη Θεογονία του θεωρεί ως αρχαιότερη θεά τη Γη και ως αρχαιότερο θεό τον Έρωτα που είναι ο ωραιότερος από όλους τους αθανάτους!
Ο Αγάθωνας τονίζει ότι ο έρωτας είναι αυτός που φέρνει την ειρήνη στους ανθρώπους, που εξαφανίζει την αγριότητα και χαρίζει ύπνο στα θλιμμένα κορμιά ενώ στο Συμπόσιο του Πλάτωνα, που είναι το πρώτο στην ιστορία της ανθρωπότητας δοκίμιο για τον έρωτα, ο Φαίδρος υποστηρίζει ότι η ζωή των ανθρώπων δεν πρέπει να κατευθύνεται ούτε από συγγενικούς δεσμούς, ούτε από πλούτη, μα και ούτε και από τίποτα άλλο πέρα από τον έρωτα.
Στη συνέχεια ο Αριστοφάνης εκθέτοντας τη προσωπική του άποψη για τον έρωτα μας λέει ότι εν τη γενέση του το ανθρώπινο σώμα δεν ήταν αυτό που έχουμε τώρα, αλλά ήταν ένα σώμα διπλό, δύο σώματα δηλαδή ενωμένα σε ένα. Επειδή όμως οι άνθρωποι τόλμησαν κάποια στιγμή να τα βάλουν με τους θεούς, ο Δίας τους τιμώρησε κόβοντας στη μέση τα διπλά τους σώματα και φτιάχνοντας από τον καθένα δύο διαφορετικούς ανθρώπους που συμπλήρωναν ο ένας τον άλλο.
Μετά τη διχοτόμηση ωστόσο το κάθε σώμα αναζητούσε απεγνωσμένα το άλλο του μισό που όταν το έβρισκε το σφιχταγκάλιαζε και δεν έκανε τίποτα άλλο εκτός από το να περιμένει να ενωθεί ξανά μαζί του. Γι’ αυτό και ο έρωτας έχει ορισθεί σαν η αναζήτηση του χαμένου μας μισού…ερωτευόμαστε επειδή απλά ποθούμε να ξαναβρούμε την χαμένη μας ενότητα, επειδή νοσταλγούμε τη παλιά, ολοκληρωμένη μας φύση!
Παίρνοντας ωστόσο το λόγο ο μεγάλος ανατροπέας, ο Σωκράτης, αμφισβητεί τη θεϊκή υπόσταση του έρωτα και τον χαρακτηρίζει σαν δαίμονα- κάτι ανάμεσα σε θεό και άνθρωπο- πανούργο και δολοπλόκο…σαν ένα επιτήδειο γητευτή, κάθε άλλο παρά ωραίο όπως τον φαντάζονται οι περισσότεροι, που ξέρει απλώς να μαγεύει πότε με βότανα και πότε με όμορφα λόγια, κι επιπλέον μονίμως φτωχό, ξυπόλητο και άστεγο…που δεν κοιμάται σε στρώματα και κρεβάτια αλλά στην ύπαιθρο και στους δρόμους έχοντας ως μόνιμη σύντροφο τη στέρηση αφού ποτέ δεν έχει κάτι στον απόλυτο βαθμό μα βρίσκεται πάντοτε ανάμεσα σε αντίθετα πράγματα. ( Για παράδειγμα δεν είναι ούτε διαρκώς πλούσιος ούτε διαρκώς φτωχός μα πότε πλούσιος και πότε φτωχός.)
Με τη σειρά του ο μεγάλος τραγικός Ευριπίδης. διαχωρίζει τη δύναμη του έρωτα σε δύο μορφές, σ’ εκείνη που μπορεί να οδηγήσει στην Αρετή και σε εκείνη που μπορεί να οδηγήσει στην Αθλιότητα, ενώ με παρόμοιο τρόπο, πάλι στο Συμπόσιο του Πλάτωνα εντοπίζουμε τον «καλό» έρωτα, γιο της Αφροδίτης Ουρανίας μα και τον «κακό»έρωτα, γιο της Αφροδίτης Πανδήμου.
Είτε έτσι όμως είτε αλλιώς…. ο έρωτας ανήκει σε εκείνους που δέχονται να φτάσουν ως τα άκρα για χάρη του.
Όχι βέβαια… μη σας ξεγελά η ενημερωτική εισαγωγή γιατί το παρόν άρθρο καθόλου, μα καθόλου, ούτε σκοπεύει ούτε φιλοδοξεί να πάρει διαστάσεις ιστορικοφιλολογικού δοκιμίου περί έρωτος.
Το παρόν άρθρο φιλοδοξεί απλώς να γίνει ο υπερασπιστής μιας μερίδας ανθρώπων που είναι διαρκώς ερωτευμένοι με πάθος ή προσπαθούν να βρουν κάποιον για να τον ερωτευτούν με πάθος…που επιμένουν να βάζουν πάνω απ’ όλα τον έρωτα και να ψάχνουν τον έρωτα…να φαντασιώνονται τον έρωτα…που θέλουν να συναντήσουν τον έρωτα με ότι κι αν συνεπάγεται…
Κι οι άνθρωποι αυτοί δε μπορεί να είναι άλλοι από τους ανθρώπους που παρότι γνώριζαν ότι ο έρωτας είναι ένα συναίσθημα που ακροβατεί μεταξύ απόλυτης ολοκλήρωσης μα και ταυτόχρονα υπέρτατης δυστυχίας…που παρότι γνώριζαν ότι ο έρωτας είναι ότι το ωραιότερο έχει να δώσει η ζωή μα και τα απομεινάρια του ότι το χειρότερο, εκείνοι εν τούτοις αγνοώντας όλες τις καταστροφικές του συνέπειες τα πρόσφεραν όλα στο βωμό του επειδή ακριβώς φρόντισαν να συνειδητοποιήσουν έγκαιρα πως είτε με θεϊκή υπόσταση είτε με δαιμονική, είτε έτσι δηλαδή είτε αλλιώς, ο έρωτας ανήκει μόνο σε εκείνους που δέχονται να φτάσουν ως τα άκρα για χάρη του με κάθε τίμημα …σε κανέναν άλλον!