Με σκληρό τρόπο έκλεισε για την Εθνική Ομάδα η προσπάθεια να πάρει την πρόκριση στο Euro 2024 και η αναμονή για την επιστροφή σε μια μεγάλη διοργάνωση θα πρέπει να πάρει παράταση τουλάχιστον για άλλα δύο χρόνια.
Στη Γεωργία, η Ελλάδα έκανε πολλά πράγματα καλά. Έπαιξε με υποδειγματικό τρόπο άμυνα, εξουδετέρωσε πλήρως τα ατού των γηπεδούχων και προπαντός τον Κβαρατσκέλια.
Η «γαλανόλευκη» κυκλοφόρησε την μπάλα, ήλεγξε σε μεγάλα διαστήματα του παιχνιδιού τον ρυθμό, δεν κατάφερε όμως να βρει καλές τελικές.
Οι πλάγιοι μπακ προσέφεραν λίγα πράγματα επιθετικά ενώ σε πολύ κακή βραδιά βρέθηκε ο αρχηγός Τάσος Μπακασέτας. Ο Ιωαννίδης πάλεψε, έδωσε μάχες, κέρδισε φάουλ όμως οι συμπαίκτες του δεν κατάφεραν να αξιοποιήσουν τους χώρους που ελευθέρωνε.
Η είσοδος του Γιάννη Κωνσταντέλια έδωσε «αέρα» στην Ομάδα, ο μεσοεπιθετικός του ΠΑΟΚ προσπάθησε να ψάξει το «ένας με έναν», να πάει κατά μέτωπο όμως η Εθνική στο τέλος της ημέρας θα έχει να θυμάται μόνο την κεφαλιά του Μαυροπάνου στο δοκάρι από το κόρνερ του Τσιμίκα.
Είναι σαφές πως εάν θέλεις να πας στο Euro θα πρέπει να μπορείς να δημιουργήσεις κάποια τελική μέσα από την περιοχή σε κανονική ροή παιχνιδιού.
Αναφορικά με την διαδικασία των πέναλτι, δεν θα πρέπει να ασκήσουμε μεγάλη κριτική στους Έλληνες διεθνείς. Πρόκειται για μια διαδικασία που έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με την τύχη. Το να κατακεραυνώσει κανείς τον Μπακασέτα ή το Γιακουμάκη επειδή αστόχησε συνιστά αδικία από την στιγμή που ειδικά ο πρώτος με τα έξι πέναλτι που είχε ευστοχήσει μέχρι το ματς αυτό έφεραν την Ελλάδα σε αυτόν τον τελικό.
Και κάτι τελευταίο, που με πείραξε περισσότερο. Όταν θέλεις να προκριθείς και είσαι καλύτερη ομάδα κάνεις το παν να κερδίσεις στα 120 λεπτά του αγώνα. Στα πέναλτι μπορεί να κερδίσει ο οποιοσδήποτε, ειδικά όταν έχει την ώθηση της εξέδρας…