Με τον όρο επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου περιγράφονται τα γεγονότα του 1843, τα οποία κατέληξαν στην παραχώρηση συντάγματος από τον Όθωνα και στη μετάβαση της Ελληνικής πολιτείας από την απόλυτη μοναρχία στη συνταγματική μοναρχία.
Τα γεγονότα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 ήταν αποτέλεσμα της συσσωρευμένης δυσαρέσκειας κατά της απολυταρχίας του Όθωνα.
Η στρατιωτική εξέγερση υπό τον συνταγματάρχη Καλλέργη με την προτροπή του Μακρυγιάννη, την ενθάρρυνση των ξένων πρεσβειών και τη συμπόρευση των πολιτικών ηγετών, ανάγκασαν τον Όθωνα να δεχτεί τη συγκρότηση συντακτικής εθνοσυνέλευσης η οποία ψήφισε το Σύνταγμα του 1844.
Η αρχική ημερομηνία εκδήλωσης του κινήματος είχε ορισθεί να είναι η 25η Μαρτίου 1844, για να συμπίπτει με τον εορτασμό της επανάστασης. Ο ενθουσιώδης όμως Μακρυγιάννης διέδωσε το μυστικό σε πολλούς, με αποτέλεσμα να επισπευσθεί η εκδήλωση του κινήματος.
Το κίνημα είχε αποφασισθεί να ξεσπάσει στους στρατώνες, έτσι ώστε να ακινητοποιηθούν άμεσα τα στελέχη του Οθωνικού καθεστώτος. Έτσι, τη νύχτα της 2ης προς 3ης Σεπτεμβρίου πολλά στελέχη του κινήματος κατευθύνθηκαν προς το σπίτι του Μακρυγιάννη για να δώσουν το τελικό σύνθημα. Η χωροφυλακή παρατήρησε τις ύποπτες κινήσεις γύρω από την οικία του και την περικύκλωσαν. Οι χωροφύλακες άρχισαν να πυροβολούν και οι έγκλειστοι ανταπέδωσαν. Κατά την ανταλλαγή των πυρών, σκοτώθηκε ένας ενωμοτάρχης, ο μόνος νεκρός κατά τη διάρκεια της επανάσταση.
Ο Καλλέργης, συνειδητοποιώντας την κρισιμότητα της κατάστασης, κατέφθασε στους στρατώνες και ξεσήκωσε τους αξιωματικούς με το σύνθημα “Ζήτω το Σύνταγμα”. Αμέσως διέταξε έναν λόχο να διαλύσει την πολιορκία του οίκου του Μακρυγιάννη που ήταν αποκλεισμένος στο σπίτι του και άλλον ένα να ανοίξει τις φυλακές του Μεντρεσέ στην Πλάκα και την απελευθέρωση των αιχμαλώτων, τους οποίους και θα συνόδευαν στο Σύνταγμα Ο λαός ενώνεται μαζί τους, παρά το περασμένο της ώρας. Το συνταγματικό συλλαλητήριο τώρα ξεκινάει. Ο λοχαγός του Πυροβολικού Σχινάς ενώνει και αυτός τη φωνή του με το λαό, φωνάζοντας; «Ζήτω το Σύνταγμα!». ενώ αυτός παράλληλα κατευθυνόταν με 2.000 στρατιώτες στα ανάκτορα.
Οι Καλλέργης, Σκαρβέλης και Μακρυγιάννης, αφότου ο πρώτος κήρυξε την επανάσταση στο στρατώνα του Ιππικού στο Μοναστηράκι και έστειλε σώμα ακροβολιστών να σπάσει τον κλοιό στο σπίτι του τελευταίου, συναντιούνται στο μέρος, που αργότερα θα ονομαστεί «τιμής ένεκεν» Πλατεία Συντάγματος, ακριβώς έξω από τα βασιλικά ανάκτορα όπου είχε συγκεντρωθεί πλήθος λαού, φωνάζοντας συνθήματα.
Ο Όθωνας εκείνο το βράδυ βρισκόταν στο γραφείο όταν ένας αξιωματικός του κινήματος μπήκε στα ανάκτορα και του είπε ότι ο στρατός είχε επαναστατήσει. Ο βασιλιάς προσπάθησε να αντιδράσει ζητώντας να έρθουν τα πυροβόλα, αλλά οι επαναστάτες τον συνέλαβαν και τον έθεσαν υπό περιορισμό.Τότε, ο βασιλιάς αναγκάσθηκε να εμφανισθεί από ένα παράθυρο των Ανακτόρων και να ανοίξει διάλογο με τον έφιππο Καλλέργη, ο οποίος του εξήγησε ότι λαός και στρατός απαιτούν την άμεση σύγκληση Εθνοσυνέλευσης για την κατάρτιση Συντάγματος.
Ο Όθωνας προσπάθησε να κερδίσει χρόνο λέγοντας ότι θα μεριμνήσει για το αίτημα αυτό, με τον Καλλέργη να του ξεκαθαρίζει πως οι επαναστάτες δεν θα διαλυθούν αν αυτό δεν γίνει άμεσα.Βλέποντας την αντίσταση των επαναστατών ο Όθωνας υποχώρησε υπογράφοντας την σύγκληση «Εθνικής Συνέλευσης», τον διορισμό νέου υπουργικού συμβουλίου και την απομάκρυνση όλων των ξένων που υπηρετούσαν σε κρατικές υπηρεσίες. Στη συνέχεια διόρισε πρωθυπουργό τον αρχηγό του Ρωσικού Κόμματος, Ανδρέα Μεταξά, ενώ επίλεκτα μέλη του κινήματος τον πλαισίωσαν στα βασικά υπουργεία. Ο λαός και ο στρατός διαλύθηκαν στις 3 το μεσημέρι, αφού πληροφορήθηκαν ότι όλα τα αιτήματα έγιναν αποδεκτά. Τέλος, με βασιλικά διατάγματα η 3η Σεπτεμβρίου ανακηρυσσόταν σε μέρα εθνικής γιορτής, ενώ ο Δημήτριος Καλλέργης παρασημοφορούνταν, ως αρχηγός του επαναστατικού κινήματος.
Στον επικήδειο του Μακρυγιάννη το 1864 ο συγγραφέας Αναστάσιος Γούδας είπε ανάμεσα στα άλλα: «Σμικρόν τι εκινήθη κατά την αξιομνημόνευτον 3η Σεπτεμβρίου ο Μακρυγιάννης και τα πάντα έκλινον υπέρ του έθνους». Η κρίση του Γούδα ήταν απόλυτα σωστή. Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης πρώτος τόλμησε να αντιταχθεί στη βαυαρική τυραννία από τα χρόνια ακόμα της αντιβασιλείας, όταν ακόμα ο Όθων ήταν ανήλικος.