Παρακολουθείστε ζωντανά από τον Ι.Ν. Αναλήψεως Κυρίου Νέου Κόσμου Αθηνών το Μέγα Εσπερινό για τα εγκώμια της Θεοτόκου.
Η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και το νόημά της συνοψίζονται με αυτό που ο Ψαλμωδός λέγει και οι Πατέρες της Εκκλησίας εφαρμόζουν στο πρόσωπο της Μητέρας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού: «Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου εν ιματισμώ διαχρύσω, περιβεβλημένη πεποικιλμένη» (Ψαλμ. 44:10).
Με την εορτή της Κοιμήσεως εορτάζουμε δύο γεγονότα: αφ’ ενός μεν το θάνατο και την ταφή της Θεοτόκου, αφ’ ετέρου δε την ανάσταση και μετάσταση του σώματός της στους ουρανούς. Αυτά τα δύο θέματα επικρατούν και αναπτύσσονται στην υμνολογία της εορτής.
Σε όλο τον Ορθόδοξο κόσμο τιμάται με ιδιαίτερη λαμπρότητα η Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.
Η τιμή γενικότερα της Πανάγιας Μητέρας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού έχει τις απαρχές, τις καταβολές της στην Αποστολική περίοδο της ιστορίας της Εκκλησίας, γι’ αυτό και μαρτυρείται ήδη από τα ιερά ευαγγέλια. Έτσι πρέπει να κατανοήσουμε τους λόγους της ωδής της Θεοτόκου, όπως μας τους διασώζει ο ευαγγελιστής Λουκάς: «Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί» (Λκ. 1:48). Αυτός ο μακαρισμός αποτελεί συγχρόνως και μία μαρτυρία της τιμής του προσώπου της Θεοτόκου ήδη από την αποστολική εποχή.
Το πρόσωπο της Θεοτόκου εκτιμήθηκε ιδιαίτερα και γι’ αυτό το λόγο καθιερώθηκαν από πολύ νωρίς οι διάφορες εορτές, όπως: η Γέννηση της Θεοτόκου, η Είσοδος στον Ναό, ο Ευαγγελισμός, η Κοίμηση.
Όσον αφορά ιδιαίτερα την εορτή της Κοιμήσεως έχουμε μαρτυρίες, ότι αυτή εορταζόταν με κάθε λαμπρότητα ήδη από τον πέμπτο αιώνα.
Δύο από τις σημαντικότερες εκκλησίες αφιερωμένες στην Παναγία είναι η Παναγία της Τήνου και η Παναγία Σουμελά.
Η Παναγία της Τήνου
Η εικόνα της Παναγίας της Τήνου βρέθηκε στις 30 Ιανουαρίου του 1823, έπειτα από πολλές προσπάθειες και «με την υπόδειξη της Παναγίας στη μοναχή Πελαγία», στην ιστορική Μονή της «Κυράς των Αγγέλων», στο Κεχροβούνι.
Με Βασιλικό Διάταγμα του 1836, καθιερώθηκε ο εορτασμός της Παναγίας στην Τήνο να είναι οκταήμερος και να διαρκεί έως τα «εννιάμερα της Θεοτόκου», στις 23 Αυγούστου, όπου μέσα σε ατμόσφαιρα συγκίνησης, κατάνυξης και σεβασμού, ψάλλονται ύμνοι και εγκώμια, μπροστά στον επιτάφιο και την εικόνα.
Ο δρόμος που οδηγεί από το λιμάνι στο ναό του Ευαγγελισμού, όπου βρέθηκε η εικόνα, είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της άρρηκτης σχέσης του ελληνισμού με την Ορθοδοξία.
Στην Τήνο παράλληλα με την εορτασμό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, οι Έλληνες τιμούν κι αυτούς που χάθηκαν, όταν οι Ιταλοί τορπίλισαν και βούλιαξαν την «Έλλη» μέσα στο λιμάνι του νησιού ανήμερα της Παναγιάς.
Παναγία Σουμελά
Η Παναγία Σουμελά αποτελεί το σύμβολο της ποντιακής πίστης, αν και η πρώτη ονομασία της θαυματουργής εικόνας ήταν Αθηνιώτισσα.
Την εικόνα της Παναγίας Σουμελά αγιογράφησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Μετά τον θάνατό του τη μετέφερε στην Αθήνα ο μαθητής του Ανανίας και τοποθετήθηκε σε περικαλλή ναό της Θεοτόκου. Έτσι αρχικά ονομάστηκε ως Παναγία η Αθηνιώτισσα.
Στο τέλος του 4ου αιώνα (380-386 μΧ), σύμφωνα με την παράδοση, η Παναγία η Αθηνιώτισσα εμφανίστηκε ως όραμα στους μοναχούς Σωφρόνιο και Βαρνάβα, στη Αθήνα, και τους κάλεσε στην εκκλησία.
Εκεί είδαν την εικόνα να σηκώνεται από το προσκυνητάρι, να βγαίνει από το παράθυρο και να πετάει προς τα ουράνια. Συγχρόνως, άκουσαν την Θεοτόκο να λέει: «Πηγαίνω στην Ανατολή. Προπορεύομαι στο όρος Μελά. Ακολουθήστε με…».
Οι μοναχοί την ακολούθησαν και στο όρος Μελά, στον Πόντο, όπου στάθηκε, κτίστηκε μεγάλος Ναός και Μονή. Έτσι η εικόνα πήρε την ονομασία Σουμελά από τη φράση «στου Μελά».
Το 1922, μετά την Μικρασιατική καταστροφή, μοναχοί έθαψαν την εικόνα, μαζί με άλλα κειμήλια.
Με την ανταλλαγή, τα ιερά κειμήλια παραχωρήθηκαν και το 1931 τα ξέθαψε και τα έφερε στην Ελλάδα, ο Αμβρόσιος ο Σουμελιώτης. Η εικόνα επανήλθε στην Αθήνα και παρέμεινε στο Μουσείο έως το 1951. Τότε, το Σωματείο «Παναγία Σουμελά» Θεσσαλονίκης πρότεινε το κτίσιμο ναού στις πλαγιές του Βερμίου, στην Καστανιά Βέροιας.
Ο τορπιλισμός του εύδρομου "΄Ελλη"
Η 15η Αυγούστου όμως είναι συνυφασμένη και με μια ζοφερή στιγμή.
Στις 15 Αυγούστου του 1940 οι Ιταλοί βύθισαν το πλοίο "Ελλη" που είχε ελλιμενιστεί στο λιμάνι της Τήνου για τη γιορτή της Παναγίας. Τη μέρα εκείνη όλο το νησί είχε σημαιοστολιστεί για τη μεγάλη γιορτή της Ορθοδοξίας.
Ξαφνικά, στις 08:25 μια ισχυρή δόνηση κάνει κάθε βλέμα στην προκυμαία να στραφεί προς το πολεμικό. Το θέαμα είναι συγκλονιστικό: «το πλοίο υψώθη ολόκληρον» από πλώρη ως πρύμνη αρκετά μέτρα πάνω από την θάλασσα. Κλονισμένο το «Έλλη» παλινδρόμησε βίαια μερικές φορές ενώ μια υπόκοφη βοή ακολουθούμενη από υπερπίεση το συντάραξε από άκρο σε άκρο. Στο πλοίο σήμανε συναγερμός. Η έκρηξη έδειχνε να έχει προέλθει από το λεβητοστάσιο καθώς τμήμα του καταστρώματος μεταξύ των καπνοδόχων είχε εκτιναχθεί στον αέρα αφήνοντας κρατήρα διαμέτρου δύο μέτρων, το μεσόστεγο είχε καταστραφεί και τμήμα του πρωραίου ιστού κατέπεσε. Στο κατάστρωμα κομματιασμένες λέμβοι και τραυματίες και συντρίμια συνέθεταν ένα χαοτικό σκηνικό. Μαύροι καπνοί έβγαιναν από την τρύπα πάνω από τους λέβητες. Πολλοί ναύτες είχαν εκσφενδονιστεί στη θάλασσα από το ωστικό κύμα, τα αυτιά όλων βούϊζαν και εκκωφαντικοί κρότοι από θραύσεις ελασμάτων, θυρών και εξαρτημάτων αντηχούσαν σε όλο το σκάφος.
Το πλήρωμα γρήγορα συνήλθε και άρχισε να αντιδρά: Ο κυβερνήτης διέταξε αναφορά ζημιών και απωλειών. Ρωγμή πλάτους δέκα εκατοστών ανακαλύφθηκε στα δεξιά του πλοίου στο ύψος του λεβητοστασίου. Οργανώθηκαν ομάδες ερευνών που διέτρεξαν το εύδρομο σπάζοντας πόρτες και βοηθώντας εγκλωβισμένους ναύτες αφού οι περισσότερες είχαν στρεβλώσει από την έκρηξη.
Δέκα λεπτά μετά το πλήγμα στο καταδρομικό δύο απανωτές εκρήξεις συγκλόνησαν το νησί. Η πρώτη τίναξε στον αέρα τον λιμενοβραχίονα δημιουργώντας ένα ρήγμα επτά μέτρων, θρυμμάτισε τα τζάμια των παραλιακών κτιρίων και «ψέκασε» με πέτρες και νερό το συγκεντρωμένο πλήθος. Σαν από θαύμα δεν σημειώθηκαν θάνατοι αλλά μόνο μικροτραυματισμοί. Πέντε δευτερόλεπτα μετά μία ακόμα έκρηξη μπροστά από τον λιμενοβραχίονα σε φυσικό εμπόδιο. Πανικός κατέλαβε το πλήθος των προσκυνητών που άρχισαν να τρέχουν προς τους λόφους στο εσωτερικό του νησιού.
Στο μεταξύ, στο λαβωμένο πλοίο, οι προσπάθειες να κλείσει το ρήγμα απέτυχαν διότι με την καταστροφή των λεβήτων κάθε ηλεκτρομηχανική λειτουργία είχε πάψει, ενώ αν και ζητήθηκε βοήθεια για ρυμούλκηση από τα ατμόπλοια που ναυλοχούσαν στο λιμάνι, αυτά άργησαν υπερβολικά.
Το «Έλλη» άρχισε να παίρνει κλίση 15-20 μοιρών και όταν το νερό έφτασε στο ύψος των φινιστρινιών ο κυβερνήτης πλοίαρχος Χατζόπουλος έδοσε εντολή εγκατάλειψης του πλοίου, η οποία έγινε με τάξη και με τη βοήθεια των αλιευτικών που είχαν φτάσει αφού μόνο μία λέμβος είχε γλυτώσει από την έκρηξη. Σε ένδειξη συναίσθησης του καθήκοντος και των παραδόσεων του ναυτικού μας ο κυβερνήτης έμεινε τελευταίος αρνούμενος να εγκαταλείψει το πλοίο. Μόνο με παρέμβαση των αξιωματικών αποβιβάστηκε σχεδόν δια της βίας.
Το «Έλλη» βυθίστηκε στο σημείο αγκυροβολίας του 550 μέτρα από τον λιμενοβραχίονα σε πλήρη σημαιοστολισμό και με την σημαία να κυματίζει ακόμα στις 10:20 το πρωί και σε κλίμα απόγνωσης και τρομοκρατίας. Ένα ερωτηματικό πλανάτο πάνω από το αφρισμένο και μαύρο από τα καύσιμα και ορυκτέλαια νερό που το σκέπασε.
Τo υποβρύχιο “Delfino” πλέει κάπου στη Μεσόγειο. Προσέξτε τη βαφή παραλλαγής που συνηθιζόταν τότε
Ενέργειες μετά τη βύθιση
Ο ύπαρχος του ευδρόμου πλωτάρχης Κ.Δούσης έφτασε από τους πρώτους στο λιμάνι μετά το τριπλό χτύπημα και μέσα σε κλίμα γενικής σύγχισης και πανικού οργάνωσε τη βοήθεια στο πλοίο και την περίθαλψη των τραυματιών. Ήταν ο πρώτος που τηλεγράφησε στην Αθήνα τα νέα του τορπιλισμού. Αν και κανείς δεν αμφέβαλε για την ταυτότητα του δράστη, ο ίδιος ο Μεταξάς συνέστησε σιωπή και αυτοσυγκράτηση. Δεν είχε ακόμα εξασφαλίσει την υλική συνδρομή της Μεγάλης Βρεττανίας για έναν πόλεμο που θεωρούσε ήδη από μήνες αναπόφευκτο. Οι τραυματίες του «Έλλη» μεταφέρθηκαν σε πρόχειρα οργανωμένα νοσοκομεία και έτυχαν της φροντίδας όλου του πληθυσμού που συγκλονισμένος συνέπασχε μαζί τους. Η λιτανεία της εικόνας εκτελέστηκε κανονικά με τιμητικό απόσπασμα χωροφυλακής σε βαρύ κλίμα συγκίνησης πέρασε από την προκυμαία και κατέληξε στους θαλάμους τραυματιών του πολεμικού.
Την επόμενη μέρα οι εφημερίδες δημοσίευσαν ότι το εύδρομο βυθίστηκε αιφνιδιαστικά από «υποβρύχιο αγνώστου εθνικότητας». Ήδη όμως από το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο ύπαρχος Δούσης είχε ανελκύσει με δική του πρωτοβουλία τα θραύσματα της τορπίλης που έπληξε τον λιμενοβραχίονα. Οι επιγραφές πρόδιδαν τορπίλες που χρησιμοποιούσε αποκλειστικά το ιταλικό ναυτικό. Τα θραύσματα όμως περέμειναν κλειδωμένα στον «Αβέρωφ» και οι εμπλεκόμενοι τηρούσαν σιγή. Μόνο την 30ή Οκτωβρίου, δύο μέρες μετά την κήρυξη του πολέμου αποκαλύφθηκε η πληροφορία στον Τύπο. Η Ελλάδα στο μεταξύ μετρούσε τις πληγές της: Ένα ελαφρύ καταδρομικό χαμένο, εννέα υπαξιωματικοί και ναύτες νεκροί, εικοσιεπτά τραυματίες. Από τους χιλιάδες προσκυνητές και επισκέπτες μόνο μία γυναίκα πέθανε από καρδιακή προσβολή, ενώ αρκετοί τραυματίστηκαν ελαφρά από τις πέτρες, τα θρυμματισμένα τζάμια και τον πανικόvii. Στους νεκρούς του «Έλλη» απονεμήθηκε μεταθανατίως το μετάλλιο εξαιρέτων πράξεων.
Με πηγές από Ορθοδοξία online, Karditsapress και Historical Quest