Αποζημιώσεις, επανορθώσεις ,κατοχικό δάνειο. Αυτές είναι οι γερμανικές οφειλές προς την Ελλάδα μετά τον Β ΠΠ από τη Γερμανία. Τα δυο πρώτα αφορούν σε ανθρωπιστικές και υλικές καταστροφές, ενώ ποτέ δεν κατέστει δυνατό να υπολογιστούν οι συμφορές και η εξαθλίωση ενός λαού από τον κατακτητή του για να μην υπολογιστεί το μέγεθος της οφειλής κατά καιρούς έστελναν κάποιο ποσό.
Για το «κατοχικό δάνειο» όμως , όπου και στην πρόσφατη ιστορία μας είχε προβληθεί η διεκδίκησή του, δίχως κανένα αποτέλεσμα, η ιστορία έχει να μας πει πολλά.
Με το που έγινε η γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, οι προετοιμασμένες υπηρεσίες του Βερολίνου κινήθηκαν αιφνιδιαστικά με εξαιρετική αποτελεσματικότητα ,εξαγοράζοντας μετοχές μεγάλων μεταλλευτικών και εξοπλιστικών βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων.
Ένας Γερμανός πράκτορας που ήδη βρισκόταν στην Αθήνα, ο Βάλτερ Ντέτερ, ανέλαβε αμέσως τη γενική διεύθυνση των είκοσι μεγαλύτερων εργοστασίων Μποδοσάκη σε τομείς όπως πυρομαχικά , Οίνοι και Οινοπνεύματα, Ελληνική Εριουργία κ.ά.
Ταυτόχρονα μια «τρόικα της εποχής» ήρθε να οργανώσει την οικονομία μας. Αρχηγός του εγχειρήματος ένα ανώτερο στέλεχος του οικονομικού τμήματος του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών. Αυτός ο άνθρωπος , λεηλάτησε την ελληνική παραγωγή και τον εθνικό πλούτο σε βαθμό που οι Έλληνες μετά τη δημοσιονομική προσαρμογή που επέφερε, αντιμετώπιζαν βαρύτατη φορολογία, απολύσεις στο δημόσιο ,ενώ οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας πέρασαν στην αξιοποίηση των κατακτητών.
Κάρλ Κλόντιους λεγόταν ο διοργανωτής της επιχείρησης λεηλασίας της χώρας μας . Είχαν και την αυθάδεια και φυσικά την ανεξέλεγκτη δυνατότητα, να μας παρουσιάσουν ως «έξοδα ανοικοδόμησης» , τα έξοδα κατοχής που πήγαιναν σε έργα στρατιωτικού ενδιαφέροντος για τους κατακτητές .
Στρατιωτικά οχυρώματα, δρόμοι στρατιωτικού ενδιαφέροντος , αεροδρόμια και άλλα έργα τα οποία πλήρωνε με βαριά φορολογία, ο πεινασμένος Έλληνας . Όλη η βιομηχανική και η γεωργική παραγωγή στα χέρια των κατακτητών που φυσικά επέβαλλαν χαράτσι , συγκεντρώνοντας όσα περισσότερα μπορούσαν. Σύμφωνα με το υφιστάμενο διεθνές δίκαιο , το κατεχόμενο κράτος είναι υποχρεωμένο να συντηρεί το στράτευμα του κατακτητή που βρίσκεται στο υπο κατοχή έδαφος. Αυτήν τη συνθήκη βίωσε έντονα ολόκληρη η Κρήτη κατά την κατοχή. Τα γερμανικά στρατεύματα , εγκαταστημένα σε χωριά στο ένδοξο Μαλεβίζι , έτρωγαν , έπιναν και προχωρούσαν σε κατασχέσεις τόσο σε περιουσιακό υλικό σπιτιών, όσο και σε σοδειές των κρητικών. Η κατάχρηση σε κάθε τομέα έκανε τους κρητικούς να αγωνίζονται με ανυπότακτο πνεύμα μέχρις εσχάτων για να διώξουν τους κατακτητές, οι οποίοι προς τη λήξη του Β ΠΠ , είχαν εγκατασταθεί στη Δυτική πλευρά και λυμαίνονταν το βιος των ντόπιων.
Όμως οι αποφάσεις των κατακτητών Ιταλών και Γερμανών στη Ρώμη, για τα ποσά που διεκδικούσαν από την κατεστραμμένη Ελλάδα, χωρίς βέβαια την παρουσία Ελλήνων εκπροσώπων, ήταν δυσανάλογα με τα έσοδα του κράτους μας αλλά και εντελώς αυθαίρετα. Οι κατακτητές πρόβαλλαν υπέρογκα ποσά για οχυρωματικά και πολεμικά έργα που δεν αιτιολογούνται από το διεθνές δίκαιο. Οι Έλληνες υποχρεώνονταν σε διαρκή εξευτελισμό της καθημερινότητάς τους ενώ λιμοκτονούσαν για να πληρώνουν φόρους που αφορούσαν στρατιωτικό ή ακόμα και «θεραπευτικό τουρισμό» των κατακτητών. Οι Γερμανοί επέβαλαν και χαράτσι στη γεωργική παραγωγή για να τροφοδοτούν τα στρατεύματα τους και σε άλλες περιοχές όπως π.χ στη στρατιά του Ρόμελ.
Επειδή τα έξοδα ήταν υπερδιπλάσια των συμφωνιών της Ρώμης οι κατακτητές εξαναγκάστηκαν σε μια ρύθμιση το Νοέμβριο του 1942 βάσει της οποίας όσα πέρα των εξόδων κατοχής έπαιρναν επιπλέον από το ελληνικό κράτος θα τα επέστρεφαν στο τέλος του πολέμου.
Από αυτή τη συμφωνία και πέρα οι κατακτητές για να αντιμετωπιστεί ο αυξανόμενος υπέρμετρος πληθωρισμός σε μια από τις τροποποιήσεις των συμφωνιών Ρώμης και Βερολίνου συμπλήρωσαν και μια ακόμη ρύθμιση βάσει της οποία καθιερωνόταν για το μελλοντικό υπολογισμό των ακριβών ποσών ο όρος της τιμαριθμικής ρήτρας υπολογισμού.
Τον Οκτώβριο του 1944, τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής εγκατέλειπαν τη λεηλατημένη χώρα. Ο επιτετραμμένος Γερμανός πρεσβευτής , μάζευε τα χαρτιά του και ετοιμάζονταν να αποχωρήσει από το ρημαγμένο ελληνικό έδαφος. Τότε σε μια κίνηση ιστορικής αποδοχής του χρέους τους, επέδωσε στον κατοχικό πρωθυπουργό Ί. Ράλλη ένα έγγραφο που προσδιόριζε σε τι ποσό ανερχόταν το «κατοχικό δάνειο» . Φυσικά το ποσό αυτό ήταν καθαρά λογιστικό αφού το πραγματικό μπορεί να προσδιοριστεί με βάση την τιμαριθμική ρήτρα και μόνο.
Καθώς πολλές φορές ακούμε αναφορές στο «κατοχικό δάνειο», όπως και στο δάνειο που οφείλουμε, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι: Εκεί που μας χρωστούσαν …Μας πήραν…. Θα έλεγε απλοϊκά ο καθένας μας. Όμως η Τιμή , τιμή δεν έχει και η ιστορική μνήμη είναι εδώ για να μας βοηθάει να μην αποξεχαστούμε και να μην αποδεχόμαστε άκριτα τη μοίρα μας.
Συραγώ Χορταριά.