Ζημιά έως 5.000 ευρώ τον χρόνο έχουν οι ψαράδες στην Κρήτη λόγω εμφάνισης των λαγοκέφαλων στις θάλασσες του νησιού, οι οποίοι καταστρέφουν τόσο τον εξοπλισμό τους όσο και τα ήδη υπάρχοντα αλιεύματα.
Αυτό επισημάνθηκε κατά την διάρκεια ημερίδας -στρογγυλής τράπεζας που πραγματοποιήθηκε το πρωί στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου για την θαλάσσια ρύπανση και τις επιπτώσεις της στην αλιεία από τον Οργανισμό Ανάπτυξης Κρήτης και το Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών. Για την έρευνα που δείχνει τις σημαντικές ζημιές των αλιέων μίλησε η βιολόγος – ιχθυολόγος του ΕΛΚΕΘΕ Παναγιώτα Περιστεράκη.
«Για την ελληνική αλιεία η παρουσία του λαγοκέφαλου είναι επιβλαβής, γιατί εκτός από τις επιπτώσεις που έχουν αυτά τα είδη στο περιβάλλον, έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην αλιεία γιατί ο λαγοκέφαλος καταστρέφει με τα δόντια του τα αλιευτικά εργαλεία, τα δίχτυα και τα παραγάδια. Επίσης επιτίθεται και στα αλιεύματα τα οποία είναι ήδη πιασμένα στα αλιευτικά εργαλεία και οι ψαράδες έχουν απώλεια εισοδήματος από αυτό. Η μελέτη αυτή έχει γίνει σε όλες τις ελληνικές θάλασσες.
Βλέπουμε ότι η Κρήτη έχει τα μεγαλύτερα προβλήματα. Έχουμε κάνει ερωτηματολόγια με ψαράδες αλλά και επιτόπιες παρακολουθήσεις πάνω στα σκάφη και έχουμε μετρήσει αυτές τις ζημιές.
Όσον αφορά τα αλιευτικά εργαλεία και χαμένα αλιεύματα, ο μέσος όρος στην Κρήτη με στοιχεία μέχρι το 2022, είναι γύρω στις 5.000 ευρώ για κάθε αλιέα-σκάφος, χωρίς να υπολογίσουμε εδώ τα χαμένα αλιεύματα που δεν μπορούμε να μετρήσουμε γιατί τα έχει φάει ολοσχερώς ο λαγοκέφαλος και χωρίς να υπολογίσουμε τα χαμένα μεροκάματα ή τις αλλαγές που κάνουν οι ψαράδες στην αλιευτική τους τακτική για να αποφύγουν αυτές τις ζημιές.
Η Ανατολική και νότια Κρήτη πλήττονται περισσότερο από αυτά».
ην ίδια ώρα, ο διευθυντής Ερευνών του ΕΛΚΕΘΕ, Γιώργος Τσερπές δήλωσε πως η κλιματική κρίση έχει προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στην κρητική αλιεία:
«Φαίνεται ότι δημιουργούνται προβλήματα στην Κρήτη, παρόλο που δεν έχουν γίνει λεπτομερείς και ποσοτικοποιημένες μελέτες, φαίνεται ότι η βιοποικιλότητα μεταβάλλεται κυρίως λόγω της εισόδου ξενικών ειδών από την διώρυγα του Σουέζ, ανταγωνίζονται κάποια δικά μας είδη, με αποτέλεσμα να έχουμε μειώσεις πληθυσμών, δραματικές αλλαγές, οι οποίες έχουν αρχίσει και φαίνονται στην αλιεία, κυρίως της Ανατολικής Κρήτης.
Όπως είπε, το πρόβλημα εστιάζεται κυρίως στην παράκτια ζώνη, στα είδη που ψαρεύει η πλειοψηφία:
«Δεν μιλάμε για εξαφανίσεις, μιλάμε για αλλαγές στην ισορροπία. Δηλαδή να φτάσουμε κάποια στιγμή στο επίπεδο που είναι το Ισραήλ, όπου το 85% των ειδών που ψαρεύονται είναι ήδη όχι της Μεσογείου, αλλά που έχουν περάσει από τον Ινδικό Ωκεανό. Δεν έχουν εξαφανιστεί τα άλλα και δεν πιστεύω ότι θα υπάρξει εξαφάνιση, αλλά υπάρχει σοβαρή μείωση των πληθυσμών τους και αλλαγή των ισορροπιών.
Κουτσομούρες, μπαρμπούνια, μαρίδες αλλά και είδη πελαγικά όπως σαρδέλες ήδη επηρεάζονται από την εμφάνιση ανάλογων πελαγικών ειδών που περνάνε από την διώρυγα του Σουέζ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η γαυρόφρυσα ή κρητικός γαύρος, το οποίο είναι ένα είδος που έχει περάσει από την διώρυγα του Σουέζ και το βρίσκουμε σε μεγάλες αφθονίες πλέον στις δικές μας θάλασσες, στο νότιο Αιγαίο πάντα. Καταρχήν πρέπει να γίνει μια εκστρατεία για να υπάρξει κατανάλωση, γιατί υπάρχουν είδη που τρώγονται και ο κόσμος δεν τα ξέρει. Το λεοντόψαρο είναι εξαιρετικό ψάρι να το φας αλλά η κατανάλωσή του δεν είναι όση θα περίμενε κανείς».