Το Μονομελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου δικαίωσε 20 εργαζόμενους στην Δημόσια Επιχείρηση Ύδρευσης και Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.) Ηρακλείου Κρήτης.
Ακύρωσε ως αντισυνταγματική γνωμοδότηση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους σύμφωνα με την οποία όσοι λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη κατά ποσοστό 30% και παράλληλα συνεχίσουν να εργάζονται διατηρώντας την εργασιακή τους σχέση, αυτομάτως κατατάσσονται στο πρώτο μισθολογικό κλιμάκιο ως νεοπροσλαμβανόμενοι .
Ειδικότερα, οι 20 εργαζόμενοι σύμφωνα με το protothema κάνοντας χρήση του προβλεπόμενου από το νόμο δικαιώματός τους είχαν λάβει μειωμένες συντάξεις, κατά ποσοστό 30% (δηλαδή ελάμβαναν το 75% της πλήρους σύνταξής τους) και παράλληλα είχαν διατηρήσει την εργασιακή τους σχέση.
Όμως, η Δ.Ε.Υ.Α. Ηρακλείου μετά από έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους αποφάσισε όχι μόνο την κατάταξή τους στο πρώτο μισθολογικό κλιμάκιο ως νεοπροσλαμβανόμενους, αλλά είχε ξεκινήσει και τη διαδικασία αναζήτησης «αχρεωστήτως καταβληθέντων», των ποσών της μισθολογικής διαφοράς που πρόκυπτε από τον υποβιβασμό τους στη μισθολογική κλίμακα, με συνέπεια να κινδυνεύουν οι 20 εργαζόμενοι με την επιστροφή χιλιάδων ευρώ.
Δεκτή η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων
Οι εργαζόμενοι, με δικηγόρο τη Βιβή Δερμιτζάκη, κατέθεσαν αίτηση ασφαλιστικών μέτρων στο Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηρακλείου κατά της Δ.Ε.Υ.Α., ενώ άσκησε υπέρ τους παρέμβαση η Πανελληνία Ομοσπονδία Εργαζομένων Δ.Ε.Υ.Α. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο Σπύρο Μπαλατσούκα.
Τώρα, το Μονομελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου (απόφαση 1089/2023) έκανε δεκτή την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, των 20 εργαζόμενων, κρίνοντας ότι μη νομίμως επιλέχθηκε η επανακατάταξη της συγκεκριμένης κατηγορίας εργαζομένων στο πρώτο μισθολογικό κλιμάκιο, επειδή άσκησαν δικαίωμα που τους παρέχει ο νόμος, αναδεικνύοντας έτσι την εσφαλμένη ερμηνεία, που δόθηκε εκ μέρους του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ως προς το άρθρο 11 του νόμου 4354/2015
Παράλληλα, το Πρωτοδικείο Ηρακλείου με την επίμαχη απόφαση, που είναι πρώτη πάνω στο θέμα αυτό, έκρινε, ότι η κατάταξη στο πρώτο μισθολογικό κλιμάκιο εργαζομένου, που λαμβάνει σύνταξης, γεννά συνταγματικά ζητήματα, καθώς η απασχόληση ενός τέτοιου εργαζομένου «που έχει περιέλθει σε καθεστώς συνταξιοδότησης αυτοδικαίως σημαίνει την αξιοποίηση ενός εργαζομένου με σημαντική εργασιακή εμπειρία, εντός τυπικού προσόντος που συγκαταλέγεται στα εργασιακά εφόδια μείζονος σημασίας», ενώ παράλληλα αναγνώρισε ότι υφίσταται και προσβολή της προσωπικότητάς του, καθώς επέρχεται βλαπτική μεταβολή με επακόλουθο την ανατροπή του οικονομικού προγραμματισμού του εργαζομένου.