Η εορτή των Χριστουγέννων είναι η σημαντικότερη από τις ακίνητες εορτές της Ορθοδόξου Εκκλησίας .
Ημέρα κατάνυξης σήμερα για την Χριστιανοσύνη έφτασε στα πέρατα της Γης, καθώς οι γιορτές των Χριστουγέννων είναι πλέον εδώ, συνδυάζοντας τη χαρά των εορτασμών με τη μνήμη της γέννησης του Ιησού Χριστού.
Η εκκλησία μας, όπως φυσικά αναμένεται, έχει ετοιμάσει ύμνους για αυτή τη σημαντική ημέρα, κατά την οποία ο Θεάνθρωπος κατέβηκε στη Γη για να αναλάβει τα βάρη και τις αμαρτίες της ανθρωπότητας.
Απολυτίκιο Χριστουγέννων
Η γέννησις Σου Χριστέ ο Θεός υμών
ανέτειλε τω κόσμω το φως το της γνώσεως.
Εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες
υπό αστέρος εδιδάσκοντο.
Σε προσκυνείν τον ήλιον της δικαιοσύνης
και σε γιγνώσκειν εξ ύψους ανατολήν.
Κύριε δόξα Σοι.
Η Παρθένος σήμερον(Το Κοντάκιο Ρωμανού του Μελωδού)
Η Παρθένος σήμερον, τον υπερούσιον τίκτει,
και η γη το σπήλαιον, τω απροσίτω προσάγει.
Άγγελοι, μετά ποιμένων δοξολογούσι.
Μάγοι δε, μετά αστέρος οδοιπορούσι.
Δι’ ημάς γαρ εγεννήθη, παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός.
Ύμνοι των Χριστουγέννων
Η παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει,
και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει
άγγελοι µετά ποιµένων δοξολογούσι,
µάγοι δέ µετά αστέρος οδοιπορούσι
δι’ ηµάς γάρ εγεννήθη
παιδίον νέον, Ο πρό αιώνων Θεός.
Τήν Εδέµ Βηθλεέµ ήνοιξε, δεύτε ίδωµεν
τήν τρυφήν εν κρυφή ηύραµεν, δεύτε λάβωµεν
τά τού παραδείσου εντός τού σπηλαίου
εκεί εφάνη ρίζα απότιστος βλαστάνουσα άφεσιν,
εκεί ηυρέθη φρέαρ ανόρυκτον,
ού πιείν Δαβίδ πρίν επεθυµησεν
εκεί παρθένος τεκούσα βρέφος
τήν δίψαν έπαυσεν ευθύς τήν τού Αδάµ και τού Δαβίδ
διά τούτο πρός τούτο επειχθώµεν, πού ετέχθη
παιδίον νέον, ο πρό αιώνων Θεός.
Ο πατήρ τής µητρός γνώµη υιός εγένετο
Ο σωτήρ τών βρεφών βρέφος εν φάτνη έκειτο
όν κατανοούσα φησίν η τεκούσα
«Ειπέ µοι, τέκνον, πώς ενεσπάρης μοι, ή πώς ενεφύης μοι;
ορώ σέ, σπλάγχνον, και καταπλήττοµαι,
ότι γαλουχώ και ου νενυµφευµαι
και σέ μέν βλέπω μετά σπαργάνων,
τήν παρθενίαν δέ ακµήν εσφραγισµένην θεωρώ
σύ γάρ ταύτην φυλάξας εγεννήθης ευδοκήσας
παιδίον νέον, ο πρό αιώνων Θεός.
Υψηλέ βασιλεύ, τί σοί και τοίς πτωχεύσασι;
ποιητά ουρανού, τί πρός γηίνους ήλυθας;
σπηλαίου ηράσθης, ή φάτνη ετέρφθης;
Ιδού ούκ εστι τόπος τή δούλη σου εν τώ καταλύµατι
ου λέγω τόπον, αλλ΄ουδέ σπήλαιον,
ότι και αυτό τούτο αλλότριον
και τή μέν Σάρρα τεκούση βρέφος
εδόθη κλήρος γής πολύς, εµοί δέ ουδέ φωλεός
εχρησάµην το άντρον, ό κατώκησας βουλήσει
παιδίον νέον, ο πρό αιώνων Θεός.