Το παραδοσιακό χωριό Καμάρι είναι κτισμένο σε υψόμετρο 230 μέτρων, μέσα σε υπέροχους ελαιώνες. Απέχει 5 χιλιόμετρα από την Τύλισο, 19 χιλιόμετρα από το Ηράκλειο και έχει, περίπου, 113 μόνιμους κατοίκους. Δίπλα από το χωριό περνάει ο Καμαριανός ποταμός.
Στο παρελθόν, το Καμάρι ήταν γνωστό στην ευρύτερη περιοχή ως «το μικρό Παρίσι». Το 1577 αναγράφεται από τον Φραγκίσκο Μπαρόκιο, (Francesco Barozzi), με την γραφή Camari mirtocamaro, ενώ το 1583, αναφέρεται από τον Καστροφύλακα, (P. Castrofilaca), με το όνομα Mertocamaro με 94 κατοίκους. Επίσης, στην πρώτη Οθωμανική απογραφή, το 1671, αναφέρεται ως Kamari με 23 υπόχρεους σε φόρο.
Σε κεντρικό σημείο του χωριού βρίσκεται το εντυπωσιακό διώροφο σπίτι του «αδελφού του Μιμίκου». Πρόκειται για τον αδελφό του πρωταγωνιστή του αληθινού ρομάντζου «Ο Μιμίκος και η Μαίρη», που ήταν γιατρός στο Καμάρι. Στο χωριό, ο επισκέπτης μπορεί, επίσης, να δροσιστεί στην παλαιά μαρμάρινη κρήνη με την Αραβική επιγραφή. Στο παλαιό Δημοτικό Σχολείο, στεγάζεται και το Μουσείο Οίνου και Αμπέλου, το οποίο εγκαινιάστηκε το 2019.
Σε μικρή απόσταση από το παραδοσιακό χωριό Καμάρι βρίσκεται ο αναπαλαιωμένος, δίκλιτος, Βυζαντινός ναός της Παναγίας και των Αγίων Πάντων. Είναι κτισμένος σε μία περιοχή κατάφυτη από αμπέλια και χρονολογείται κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Η αρχική φάση του ναού ανάγεται στην περίοδο της Ενετοκρατίας, όπως δηλώνουν τα λαξευτά θυρώματα και τα κυκλικά ανοίγματα πάνω από τις θύρες.
Ξεχωρίζει, με το επιβλητικό μέγεθος και την ιδιαίτερη κατασκευή του, ανάμεσα σε αιωνόβιες ελιές, λίγο μετά τα τελευταία σπίτια του οικισμού Καμάρι στο Μαλεβίζι, ο βυζαντινός ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και των Αγίων Πάντων.
Ο ναός φέρεται να κτίστηκε γύρω στον 14ο αιώνα και μάρτυρες του χρόνου κτίσης του παραμένουν σπαράγματα τοιχογραφιών που σώζονται στο κλίτος της Παναγίας, και συγκεκριμένα στο βόρειο τοίχο της. Εξάλλου για το Καμάρι και το παρελθόν του επί Ενετοκρατίας υπάρχει γραπτή μνεία από το 1399 σε έγγραφο του Δουκικού Αρχείου του Χάνδακα, οπότε ήταν μια από τις περιοχές όπου είναι φυσικό επόμενο να συναντάμε κτίσματα εκείνης της περιόδου.